Μέσα σε όλα τα αρνητικά που έχει φέρει η πανδημία υπάρχει και μία εξέλιξη που αναμένεται να επηρεάσει καθοριστικά και με θετικό τρόπο την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια. Είναι η αλλαγή «συμπεριφοράς» των ελληνικών ομολόγων η οποία αναμένεται να έχει – αν και με χρονική υστέρηση - αντίκτυπο και στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Και όταν λέμε συμπεριφορά εννοούμε το πώς αντιδρούν στα σκαμπανεβάσματα της επενδυτικής ψυχολογίας σε μία περίοδο που χαρακτηρίζεται από τη μεγαλύτερη αβεβαιότητα των τελευταίων δεκαετιών.
Όχι, οι ελληνικοί τίτλοι δεν έγιναν… bunds (όπως λέγονται τα κρατικά ομόλογα της Γερμανίας) μέσα σε δύο μήνες, ούτε καν «bunds με στεροειδή» όπως τους χαρακτήριζαν πριν την πανδημία οι FT, μήτε έχουν δει τις αποδόσεις τους να υποχωρούν σε αρνητικό έδαφος, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης διάρκειας έως 10 ετών. Έχουν καταφέρει όμως να περάσουν χαμηλότερα από τις αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων, αυξάνοντας μάλιστα την υπέρ τους διαφορά. Επιπλέον, κλείνουν με εντυπωσιακή ταχύτητα την ψαλίδα με την υπόλοιπη Ευρώπη, κάτι που φαίνεται και από τη μείωση του spread με τα ομόλογα της Πορτογαλίας περίπου στο μισό.
Ας δούμε τις κινήσεις αυτές με αριθμούς. Πρωτίστως, αξίζει να σημειωθεί ότι το spread με τα γερμανικά ομόλογα, που είναι αυτό που παραδοσιακά εξετάζουν οι αναλυτές, έχει υποχωρήσει από τις 4 ποσοστιαίες μονάδες που είχε φτάσει στις 17 Μαρτίου στις 1,63 ποσοστιαίες μονάδες σήμερα.
Από τις 37,4 μονάδες βάσης που βρισκόταν το spread του ελληνικού 10ετούς ομολόγου με το αντίστοιχο ιταλικό την 1η Μαΐου, γύρισε σε αρνητικό έδαφος και σήμερα η απόδοση του ελληνικού 10ετούς διαμορφώνεται 15,5 μονάδες χαμηλότερα από το ιταλικό. Σε σύγκριση με τους τίτλους της Πορτογαλίας, το spread του 10ετούς έχει μειωθεί σχεδόν στο μισό, από τις 134,3 μονάδες βάσης στις 72 μονάδες βάσης, στο ίδιο διάστημα. Πριν δύο μήνες η απόδοση του ελληνικού 10ετούς βρισκόταν στο 2,157%, του ιταλικού 10ετούς στο 1,783% και του πορτογαλικού 10ετούς στο 0,814%, ενώ σήμερα το ελληνικό είναι στο 1,15%, το ιταλικό στο 1,30% και το πορτογαλικό στο 0,424%.
Έχει επίσης ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι το κυνήγι αποδόσεων στο οποίο επιδίδονται οι επενδυτές παγκοσμίως έχει οδηγήσει σε ιστορικά ρεκόρ τα ελληνικά ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας. Ποιος θα φανταζόταν πριν από ένα χρόνο ότι το 15ετές θα είχε απόδοση 1,20%, το 20ετές 1,32% και το 25ετές 1,47%.
Αναμφίβολα ο βασικός παράγοντας στήριξης και ώθησης των ελληνικών ομολόγων είναι η συμμετοχή τους στο QE Πανδημίας της ΕΚΤ, όμως έχουν ακόμη ένα «σύμμαχο». Η Ευρώπη επιδεικνύει μέχρι στιγμής πολύ καλύτερες επιδόσεις από τις ΗΠΑ, τόσο σε επίπεδο διαχείρισης της πανδημίας όσο και σε ταχύτητα επανεκκίνησης της οικονομίας, με αποτέλεσμα να αυξάνονται σχεδόν καθημερινά οι μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι που προτρέπουν τους πελάτες τους να αγοράσουν ευρωπαϊκά assets.
Και επειδή μεγάλο μέρος των τοποθετήσεων στην εποχή του κορονοϊού κατευθύνεται στα ομόλογα, οι ελληνικοί τίτλοι έχουν μια μοναδική ευκαιρία να βελτιώσουν τις εισροές κεφαλαίων και κατ’ επέκταση το ελληνικό δημόσιο να μειώσει το κόστος δανεισμού του.
Τίποτα όμως απ’ όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να πετύχουν τα ελληνικά ομόλογα αν η οικονομία δεν εμφάνιζε ένα βελτιωμένο πρόσωπο. Οι θετικές επιδόσεις του τελευταίου έτους σε συνδυασμό με την υποδειγματική διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού, έχουν ως αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να κερδίζει σε αξιοπιστία. Η πορεία των ομολόγων υποδεικνύει ότι η σχέση της με τις αγορές αποκαθίσταται και θα συνεχίσει να «χτίζεται» σε νέες βάσεις, όσο το ελληνικό δημόσιο θα προχωρά σε δημοπρασίες ομολόγων τους επόμενους μήνες και χρόνια.