Ευρεία παρέμβαση με την οποία «κλειδώνουν» σταθερά τις μηνιαίες δόσεις σε όλα τα εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια της αγοράς με κυμαινόμενο επιτόκιο, δηλαδή περί τα 400.000-500.000 στεγαστικά δάνεια αποφάσισαν οι τράπεζες.
Τα κυμαινόμενα επιτόκια για όλα τα εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια των τραπεζών, παλαιά και νέα, θα κλειδώσουν στα παρόντα επίπεδα με αφετηρία μία συμφωνημένη ημερομηνία που μπορεί να είναι 31η Μαρτίου ανεξάρτητα από το είδος του επιτοκίου βάσης με το οποίο υπολογίζονται οι δόσεις. Τα επιτόκια στη συμφωνημένη ημερομηνία θα αποτελέσουν τη βάση της δόσης των δανείων και οποιαδήποτε αύξησή τους μετά την ημερομηνία αυτή δεν θα ληφθεί υπόψη.
Ανεξάρτητα αν η ΕΚΤ έρθει ξανά με νέα αύξηση 0,25% ή 0,50% ή με νέες αυξήσεις αργότερα ή συνεχίσει την ανάβασή του το euribor, όλα τα επιτόκια βάσης για στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενα επιτόκια που έχουν υποστεί τις συνεχείς αυξήσεις, θα «κλειδώσουν» στο συμφωνηθέν επίπεδο για συγκεκριμένο διάστημα, ένα έτος.
Η λύση για «κλείδωμα» των επιτοκίων βάσης και των δόσεων, θα αφορά όλα τα εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια. Είτε αυτά είναι παλαιά δάνεια σε άλλο νόμισμα π.χ. ελβετικό φράγκο, είτε υπολογίζονταν με libor, είτε υπολογίζονται με euribor ενός ή τριών μηνών, είτε είναι δάνεια που δέχονται ως βάση απευθείας το επιτόκιο της ΕΚΤ. Μόνη απαίτηση είναι τα δάνεια να εξυπηρετούνται κανονικά χωρίς καθυστερήσεις.
Στην κατηγορία των δανείων για τα οποία επιτόκια και δόσεις «κλειδώνουν» σε σταθερά επίπεδα, μπαίνουν επίσης και όλα τα επισκευαστικά δάνεια που δόθηκαν παλαιότερα ως συμπληρωματικά του στεγαστικού δανείου, αλλά δεν μπαίνουν άλλου είδους δάνεια π.χ. επιχειρηματικά, τα οποία έχουν ως προσημείωση ακίνητο ακόμα κι αν πρόκειται για πρώτη κατοικία.
Η απόφαση των τραπεζών να απορροφήσουν το κόστος των δανειοληπτών σε περαιτέρω αυξήσεις θα έχει σύμφωνα με πληροφορίες, συγκεκριμένη χρονική διάρκεια που μπορεί να είναι για παράδειγμα ένα έτος (12 μήνες). Το κόστος για τις τράπεζες που θα απορροφήσουν τις επιβαρύνσεις από την αύξηση επιτοκίων, υπολογίζεται σε πρώτη φάση σε κάποιες δεκάδες εκατ. ευρώ και μπορεί να φθάσει σύμφωνα με υπολογισμούς τα 100 εκατ. ευρώ.
Σε αυτήν τη φάση οι ελληνικές τράπεζες υπολογίζεται ότι έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους περί τα 24-25 δισ. ευρώ υπόλοιπα παλαιών και νέων στεγαστικών δανείων, ενώ το μέτρο εκτιμάται ότι θα αφορά την συντριπτική πλειονότητα αυτών που εξυπηρετούνται και μπορεί να είναι περί τα 20 δισ. ευρώ δανείων ή περισσότερα.
Εκτιμάται ότι θα ανακουφίσει πλήθος δανειοληπτών που είδαν τη δόση τους να αυξάνεται αλματωδώς με την ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκιά της 350 μονάδες βάσης (3,5%) μέσα σε 10 μήνες.
Εκτιμάται επίσης ότι θα αποτρέψει ένα νέο κύμα «κόκκινων δανείων» από το να εμφανιστεί, με τη συνεχή άνοδο των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες και την ΕΚΤ αποτρέποντας ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, αλλά και μία νέα ανησυχία για προβλήματα στο τραπεζικό σύστημα που στην περίπτωση της Ελλάδας μόλις έχει εξυγιανθεί. Αυτά, καθώς η ΕΚΤ δεν αποκλείεται να συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων.