Η πρόταση την οποία παρουσίασαν η Άνγκελα Μέρκελ και ο Εμανουέλ Μακρόν δίνει αναμφίβολα τον τόνο στις εξελίξεις στην Ευρώπη αυτή την περίοδο – και θα συνεχίσει να τον δίνει, όπως όλα δείχνουν, μέχρι την κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής που θα γίνει στις 18-19 Ιουνίου. Όσο για τις αντιδράσεις που έχει προκαλέσει, είναι ποικίλες: Άλλοι την υποδέχθηκαν ενθουσιωδώς, άλλοι της έχουν βάλει ήδη κόκκινο, ενώ υπάρχουν και ορισμένοι που θεωρούν ότι ναι μεν είναι καλή, αλλά επιδέχεται ουσιαστικών αλλαγών και βελτιώσεων.
Στην τελευταία κατηγορία ανήκουν δύο Ιταλοί: Ο πρωθυπουργός της χώρας, Τζουζέπε Κόντε και ο Επίτροπος για θέματα οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι. Στο άρθρο που έγραψε ο πρώτος για το Politico και στη συνέντευξη την οποία παραχώρησε ο δεύτερος στην Handelsblatt έδειξαν σαφώς τι τους ανησυχεί και τι θα ήθελαν να διατυπωθεί διαφορετικά από την Κομισιόν, στο σχέδιο που αναμένεται να παρουσιάσει την ερχόμενη Τετάρτη, 27 Μαΐου.
«Η πρόταση Γαλλίας και Γερμανίας για ένα Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 500 δισ. ευρώ είναι ένα σαφές και σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της κοινής απάντησης της ΕΕ στην πανδημία η οποία έχει ερημώσει την ήπειρό μας. Όμως, είναι απλώς αυτό: ένα βήμα», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Κόντε στο άρθρο του, όπου ισχυρίζεται ότι «πολλά περισσότερα απαιτείται να γίνουν».
Ο ίδιος προσδιορίζει, μάλιστα, δύο τομείς που πρέπει να προσεχθούν ιδιαιτέρως και να αναληφθεί δράση: «Πρώτον – σημειώνει – το σύνολο του ποσού που έχει δεσμευτεί από όλα τα εργαλεία, συμπεριλαμβανομένου αυτού του Ταμείου, απέχει από τις εκτιμήσεις που έχουν κάνει πολλοί δημόσιοι και ιδιωτικοί θεσμοί αναφορικά με αυτό που απαιτείται προκειμένου να συνεχίσει η οικονομία».
Κάποιοι δεν έχουν καταλάβει...
«Η δεύτερη ανησυχία μου – συνεχίζει – έγκειται στο γεγονός ότι πολλές χώρες της ΕΕ συνεχίζουν να ασκούν πίεση για ένα προϋπολογισμό “κατά τα ειωθότα” (business-as-usual) και ένα μικρό Ταμείο Ανάκαμψης, στο οποίο το μερίδιο των δωρεάν χορηγήσεων θα είναι αμελητέο. Πιστεύω ακράδαντα ότι η στάση τους αυτή αντικατοπτρίζει την αποτυχία τους να κατανοήσουν τις ιστορικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε».
Από την πλευρά του, ο Τζεντιλόνι προανήγγειλε πως η πρόταση την οποία θα παρουσιάσει η Κομισιόν «δεν θα ταυτίζεται ακριβώς με την γαλλογερμανική». Παρά δε το γεγονός ότι αρνήθηκε να απαντήσει ευθέως στο ερώτημα κατά πόσο θεωρεί το μισό τρισ. επαρκές ποσό, σχολίασε με νόημα: «Γνωρίζετε την θέση μου επ' αυτού του θέματος – αφήνοντας να εννοηθεί ότι πιθανότατα το ποσό που θα προταθεί από τον ίδιο κια τους συναδέλφους του θα είναι υψηλότερο.
Την ίδια στιγμή, δεν άφησε ασχολίαστη την επισήμανση των δημοσιογράφων ότι και τα ποσά που θα αντληθούν από την συγκεκριμένη «δεξαμενή» θα συνοδεύονται από σαφείς κανόνες. «Δεν θα έκανα λόγο για προϋποθέσεις και όρους», είπε χαρακτηριστικά, γνωρίζοντας πως οτιδήποτε τέτοιο θα προκαλούσε έντονη αντίδραση από τη Ρώμη – πιθανώς και την απόρριψη του «πακέτου».
Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι και οι δύο αυτές παρεμβάσεις δείχνουν πως ο δρόμος προς τη συμφωνία δεν θα είναι εύκολος. Έστω και αν η Γερμανίδα καγκελάριος δείχνει να έχει ήδη ξεπεράσει ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια: την εσωκομματική αντιπολίτευση και τον σκεπτικισμό των Βαυαρών εταίρων της, καθώς το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας CDU/CSU τάχθηκε υπέρ της πρότασης την οποία παρουσίασε με τον Γάλλο πρόεδρο.
Φωτογραφίες: AP