Του Γιώργου Φιντικάκη
Σήμα κινδύνου εκπέμπει η βιομηχανία, με τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων να προβλέπει μείωση των παραγγελιών και της ζήτησης για τους επόμενους μήνες, και κατ' επέκταση της ίδιας της παραγωγής τους.
Είναι ένα ακόμη ανησυχητικό καμπανάκι για τη πορεία της οικονομίας που έρχεται να προστεθεί στα πολλά των τελευταίων ημερών (επιδείνωση στο επιχειρηματικό περιβάλλον, στην ανταγωνιστικότητα, κ.ά.), αφού οι προσδοκίες της βιομηχανίας αποτελούν έναν από τους πολλούς πρόδρομους δείκτες, που προιωνίζονται τις τάσεις της οικονομίας, προτού βγουν τα επίσημα στατιστικά για το ΑΕΠ, εν προκειμένω αυτό για το γ'' τρίμηνο.
Τόσο λόγω της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αβεβαιότητας σε επίπεδο Ευρωζώνης, τα στοιχεία του ΙΟΒΕ για τον Οκτώβριο, αποτυπώνουν μια μεγάλη εστία πιέσεων στην βιομηχανία που αφορούν τις προσδοκίες για εξαγωγές - ένας από τους παράγοντες στο οποίο ποντάρει η κυβέρνηση για τη φετινή ανάπτυξη- και οι οποίες ενώ λογικά μετά την έξοδο από το 3ο μνημόνιο θα έπρεπε να είχαν απογειωθεί, εντούτοις ακολουθούν πορεία αντιστρόφως ανάλογη, επιστρέφοντας στα επίπεδα των αρχών του 2018. Ισχυρή επίσης πτώση καταγράφεται στις προσδοκίες για νέες παραγγελίες και στις προβλέψεις του κλάδου για την πορεία της παραγωγής τους επόμενους μήνες.
Σαν αποτέλεσμα ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο χαμηλότερα έναντι του Σεπτεμβρίου, στις 98,9 (από 104,5) μονάδες, ουσιαστικά στο ίδιο επίπεδο με το αντίστοιχο περυσινό (99,2 μονάδες). Το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση διευρύνθηκε, το ισοζύγιο στις προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες επιδεινώθηκε, ενώ αμετάβλητος παρέμεινε ο δείκτης στις εκτιμήσεις για τα αποθέματα.
Σε επίπεδο παραγγελιών και τρέχουσας ζήτησης, ο αρνητικός δείκτης διαμορφώνεται τον Οκτώβριο στις -15 (από -8) μονάδες, με το 20% πλέον των ερωτηθέντων επιχειρήσεων (έναντι 17%), να δηλώνουν χαμηλές για την εποχή παραγγελίες και μόλις το 5% (από 9%) να αναφέρει το αντίθετο. Στις προβλέψεις για την εξέλιξη της παραγωγής τους προσεχείς 3-4 μήνες, το σχετικό ισοζύγιο χάνει 10 μονάδες και διαμορφώνεται στις +13, με μόνο το 25% των ερωτηθέτνων επιχειρήσεων (από 31%) να προβλέπει άνοδο της παραγωγής του το επόμενο τρίμηνο και ένα 12% (από 8%) μείωσή της.
Ανησυχητικά είναι και τα μηνύματα για τις εξαγωγές , όπου οι εκτιμήσεις κατά το τελευταίο τρίμηνο περιορίζονται (+11 από +20 μον. ο δείκτης), όπως συμβαίνει και στις εκτιμήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση εξωτερικού (-16 από 0 μον. ο δείκτης). Στην ουσία οι προβλέψεις για εξαγωγές τους προσεχείς μήνες παραμένουν επί της ουσίας στα ίδια επίπεδα παρ'' ότι όσο περνούν οι μήνες μετά την έξοδο από το 3ο μνημόνιο, και εφόσον ίσχυε ότι επανέρχεται σταδιακά η κανονικότητα στην οικονομία, θα έπρεπε λογικά να συμβαίνει το αντίθετο.
Επιδείνωση παρουσιάζουν και οι εκτιμήσεις για τις νέες παραγγελίες τον Οκτώβριο σε σύγκριση με τον Ιούλιο, με το σχετικό ισοζύγιο να διαμορφώνεται στις +5 (από +9) μονάδες. Το 12% (από 10%) των επιχειρήσεων αναφέρει πτώση των νέων παραγγελιών του, έναντι ενός 17% (από 18%) που δηλώνει αύξηση.
Στο Λιανικό Εμπόριο, οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις βελτιώνονται ελαφρά, εξέλιξη η οποία όμως αντισταθμίζεται από τις επιδεινούμενες προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους, αλλά και την άνοδο του δείκτη αποθεμάτων.
Στις Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων αποδυναμώνονται, όπως και οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση, αλλά οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της βελτιώνονται.
Ο μόνος τομέας που διασώζεται είναι η καταναλωτική εμπιστοσύνη, η οποία βελτιώνεται και σημειώνει την υψηλότερη επίδοση των τελευταίων 3,5 ετών, από τον Μάρτιο του 2015. Στη πράξη, όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ, αυτή η απόκλιση της τάσης επιχειρηματικών προσδοκιών και καταναλωτικής εμπιστοσύνης καταγράφεται για τέταρτο κατά σειρά μήνα. Η ολοκλήρωση του προγράμματος, το καλοκαίρι, φαίνεται πως έχει επηρεάσει θετικά τις προσδοκίες των νοικοκυριών που φαίνεται να αναμένουν βελτίωση της θέσης τους σχετικά με το παρελθόν, πιθανώς και λόγω των εξαγγελιών της κυβέρνησης για παροχές.
Από την άλλη πλευρά όμως, οι συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας, και ιδιαίτερα του επιχειρηματικού τομέα, δηλαδή των ανθρώπων του χρήματος, δεν έχουν βελτιωθεί μετά την έξοδο από το πρόγραμμα. Η αβεβαιότητα που δημιουργείται για τους μελλοντικούς όρους χρηματοδότησης της οικονομίας και των επιχειρήσεων εκτός του προγράμματος, σε συνδυασμό με τον κίνδυνο επιδείνωσης στο διεθνές περιβάλλον, οδηγεί σημαντικούς τομείς της οικονομίας σε χαμηλές προσδοκίες.
Δείγματα… ζωής στην κατανάλωση
Αν και με δειλό ρυθμό, και παρ' ότι απέχουν ακόμη πολύ από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, εντούτοις μια σειρά από δείκτες καταγράφουν βελτίωση στη πρόθεση αγορών εκ μέρους των καταναλωτών τους επόμενους μήνες. Έτσι άνοδο καταγράφει σε σχέση με τον Ιούλιο η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -90,6 (από -91,3) μονάδες. Αλλά η επίδοση παραμένει αισθητά δυσμενέστερη από τον μέσο όρο στην ΕΕ που διαμορφώθηκε στις -63,1 μονάδες (από -63,9).
Ανάκαμψη επίσης σημειώνεται τον Οκτώβριο σε σχέση με τον Ιούλιο και στην πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -93,6 (από -96,1) μονάδες. Επίδοση και πάλι πολύ χειρότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο που κινείται στις -81,2 μονάδες (από -81,3)
Σημαντική βελτίωση καταγράφεται και στον δείκτη πρόθεσης πραγματοποίησης σημαντικών δαπανών για δαπάνες ανανέωσης της κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, ο οποίος διαμορφώνεται στις -76,1 (από -83,8) μονάδες. Ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός δείκτης βρίσκεται στις - 50,1 μονάδες (από -49,3).
Παρά τα παραπάνω θετικά δείγματα, εντούτοις οι Έλληνες καταναλωτές είναι για ακόμα ένα μήνα οι πλέον απαισιόδοξοι στην ΕΕ, ενώ την πεντάδα συμπληρώνουν τα νοικοκυριά από τη Βουλγαρία (-26,4), την Ρουμανία (-20,2), την Κροατία (-11,6) και την Γαλλία (-11,3).
Οι ευρωπαικές χώρες με θετικό πρόσημο είναι οι σκανδιναβικές (Δανία, Σουηδία, Φινλανδία), το Λουξεμβούργο, η Τσεχία, η Γερμανία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Ιρλανδία και το Βέλγιο.