«Ή θα μεταλλαχθούμε ή θα καταρρεύσουμε»…

«Ή θα μεταλλαχθούμε ή θα καταρρεύσουμε»…

Photo by public-domain-image.com

Του Βασίλη Γεώργα

Ακόμη δεν ξεκίνησε η διαπραγμάτευση με την τρόικα, και η κυβέρνηση ήδη ποντάρει στις πολιτικές πλάτες της Κομισιόν προσδοκώντας ότι θα βρει στήριξη για να αντιμετωπίσει τα μεγάλα αγκάθια των προαπαιτούμενων και κυρίως της δεύτερης αξιολόγησης.

Μια πρώτη τέτοια προσπάθεια παράλληλων πολιτικών και τεχνοκρατικών διαβουλεύσεων επιχειρείται τις τελευταίες ημέρες με φόντο χαμηλής έντασης θέματα, όπως οι ενστάσεις των δανειστών για τη στελέχωση του «Υπερταμείου» και τα νομοσχέδια του «αδήλωτου χρήματος», των ηλεκτρονικών συναλλαγών και του παγώματος χρεών στα ασφαλιστικά ταμεία που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ. Από την κυβέρνηση καλλιεργείται και πάλι η προσδοκία ότι, παρά τις διαφωνίες της τρόικας και τις αιτιάσεις περί μονομερών ενεργειών σε σειρά θεμάτων, οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν σε επίπεδο «πολιτικής» και θα αποτελέσουν πρόκριμα για άλλες δυσκολότερες αποφάσεις στο άμεσο μέλλον.

Στο διαπραγματευτικό επιτελείο θεωρούν ότι, παρά τις καθυστερήσεις, είναι θέμα χρόνου να κλείσουν τα 15 προαπαιτούμενα της πρώτης αξιολόγησης, αλλά την ίδια στιγμή δεν κρύβουν ότι προβληματίζονται έντονα για τη στρατηγική της τρόικας στο επόμενο κύμα διαπραγματεύσεων που ακολουθεί και το οποίο είναι πλέον πολύ πιθανόν να επεκταθεί χρονικά μέσα στο 2017.

Ασφυξία

Κυβερνητικός αξιωματούχος που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις περιέγραφε χθες στο Liberal την κατάσταση με το χαρακτηριστικό σχόλιο ότι «ή θα αναγκαστούμε να μεταλλαχθούμε ή θα καταρρεύσουμε για να φέρουμε σε πέρας το μνημόνιο». Η εκτίμηση αυτή αποτελεί παραδοχή μεν του ασφυκτικού πλαισίου εντός του οποίου είναι υποχρεωμένη να κινηθεί η κυβέρνηση έχοντας ελάχιστα περιθώρια αποκλίσεων από τις μνημονιακές δεσμεύσεις, αλλά εδράζεται και σε προμηνύματα ότι τους προσεχείς μήνες οι πιέσεις από τους Θεσμούς θα ενταθούν αισθητά προκειμένου να προχωρήσουν μέτρα με τα οποία η εσωτερική πλειοψηφία της κυβέρνησης διαφωνεί.

Η κρισιμότητα της δεύτερης αξιολόγησης είναι τέτοια που εκ των πραγμάτων αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη πρόκληση για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά τον περσινό Ιούλιο. Όχι μόνο επειδή άπτεται θεμάτων με υψηλό βαθμό ευαισθησίας, όπως είναι τα εργασιακά, οι ομαδικές απολύσεις, το Δημόσιο, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι αλλαγές στη φορολογία, η συζήτηση για τα οποία έχει ήδη ανοίξει, αλλά κυρίως επειδή η διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης έχει αποδυναμωθεί αισθητά και πολλοί θεωρούν πως οι δανειστές θα επιχειρήσουν να αξιοποιήσουν τη διαπραγμάτευση για να τεντώσουν όσο γίνεται το σχοινί.

Ανησυχία για περισσότερα μέτρα

Ίσως η μεγαλύτερη από τις ανησυχίες των επιτελικών στελεχών της κυβέρνησης όπως αποτυπώνεται αυτήν τη στιγμή να είναι η εκτίμηση ότι το Φθινόπωρο οι δανειστές θα ρίξουν σωρηδόν στο τραπέζι πρόσθετες απαιτήσεις προκειμένου να «ξεμπροστιάσουν» (κατά τον χαρακτηρισμό άλλου υψηλόβαθμου στελέχους) πλήρως την κυβέρνηση.

Αν αυτές δεν αντιμετωπιστούν με «πολιτικά κριτήρια» και με τη συνδρομή των θεωρούμενων ως συμμάχων (Γαλλία, Ιταλία, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κλπ), όπως πολλοί στο κυβερνών θέλουν να πιστεύουν ότι θα συμβεί, τότε είναι πολύ πιθανό η κατάρρευση να καταστεί το επικρατέστερο σενάριο, ακόμη και αν νωρίτερα προηγηθεί μια ακόμη προσπάθεια «μετάλλαξης».