Οι πρωτοφανούς διάστασης και διασποράς διαδηλώσεις και απεργίες φέτος στην Ευρώπη κάθε άλλο παρά τυχαίες είναι.
Οι 165 εκατομμύρια εργαζόμενοι της ευρωζώνης είδαν τους μισθούς τους να υπολείπονται του πληθωρισμού για τρίτη συνεχή χρονιά, παρά το γεγονός ότι κάποιες εταιρείες αποκομίζουν κέρδη, όπως επισημαίνει στο σχετικό ρεπορτάζ του το πρακτορείο Reuters.
Τώρα, η πορεία της απασχόλησης (σε επίπεδα ρεκόρ) και οι εκτεταμένες ελλείψεις εργατικού δυναμικού δίνουν στους εργαζόμενους ένα πλεονέκτημα - πολλοί βλέπουν την ευκαιρία να ανακτήσουν μέρος της αγοραστικής δύναμης που έχασαν τα προηγούμενα χρόνια. Και ενώ οι κεντρικοί τραπεζίτες μπορεί να συμπάσχουν, δεν σημαίνει ότι δε βλέπουν και τα πιθανά προβλήματα.
«Μέρος της αύξησης των μισθών είναι κατανοητό», δήλωσε ο Γενς Ούλμπριχ, επικεφαλής οικονομολόγος της Bundesbank της Γερμανίας.
«Πρόκειται για μια μερική αναπλήρωση και το μερίδιο των μισθών στην οικονομική παραγωγή δεν αυξάνεται. Αλλά αυτές οι τάσεις δείχνουν πιο επίμονο πληθωρισμό και πιο αργό αποπληθωρισμό», είπε αναφερόμενος στις προσπάθειες να μειωθεί η αύξηση των τιμών από το τρέχον 8,5%.
Για τους εργαζόμενους στις 20 χώρες που μοιράζονται το ευρώ, η πραγματική αποζημίωση ανά ώρα έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 7% από τις αρχές του 2021. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η απασχόληση βρίσκεται σε επίπεδο ρεκόρ - 3,6 εκατομμύρια πάνω από την προ της πανδημίας κορύφωση - τους δίνει πάτημα να πιέσουν για αυξήσεις.
Ένα ακόμα χαοτικό καλοκαίρι;
Στη Γερμανία, περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις αγωνίζονται να καλύψουν κενές θέσεις εργασίας, το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ, παρά την ύφεση στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, αναφέρει το Γερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο.
Αυτό μετατοπίζει την εξουσία στους εργαζόμενους και οι απεργίες γίνονται όλο και πιο διαδεδομένες.
Η Ένωση Υπηρεσιών ver.di ζητά αύξηση μισθών κατά 10,5% για περίπου 2,5 εκατομμύρια υπαλλήλους ομοσπονδιακών και τοπικών κυβερνήσεων. Οι εργαζόμενοι από τα αεροδρόμια έως τις δημόσιες μεταφορές έχουν ήδη πραγματοποιήσει προειδοποιητικές απεργίες ως απάντηση σε προσφορές μισθών που αξίζουν μόνο ένα κλάσμα των αιτημάτων τους.
«Η τάση του πληθωρισμού, οι τιμές των τροφίμων και κυρίως της ενέργειας ανοίγουν βαθιές τρύπες στους προϋπολογισμούς των εργαζομένων μας», δήλωσε ο πρόεδρος της ver.di Frank Werneke.
Η ver.di έχει ήδη προειδοποιήσει ότι αν οι συμφωνίες για τους μισθούς αποτύχουν, η Γερμανία θα αντιμετωπίσει "ένα ακόμη χαοτικό καλοκαίρι", μια αναφορά στις εξουθενωτικές εμπλοκές του περασμένου έτους στον τομέα των υπηρεσιών.
Την Πέμπτη, εν τω μεταξύ, οι εργαζόμενοι στη γερμανική εταιρεία αλληλογραφίας και δεμάτων Deutsche Post, μητρική της DHL, υποστήριξαν με συντριπτική πλειοψηφία την επ' αόριστον απεργία σε ψηφοφορία επειδή δεν ικανοποιήθηκαν τα αιτήματά τους για αύξηση μισθών κατά 15%.
Οι αγορές εργασίας δεν είναι τόσο σφιχτές στη νότια Ευρώπη, αλλά ακόμη και εκεί, η κινητικότητα είναι εμφανής. Στην Ισπανία, το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας με ρήτρες αναπροσαρμογής έχει σχεδόν διπλασιαστεί τα τελευταία δύο χρόνια και έχει ξεπεράσει το 27%.
Παράταση του πληθωρισμού
Ο Φίλιπ Λέιν, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, λέει ότι η διαδικασία προσαρμογής των μισθών θα μπορούσε να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό για τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια, αλλά αναμένει επιστροφή στην κανονικότητα μετά από αυτό.
«Τα υψηλά επίπεδα αύξησης των μισθών που προβλέπονται για το 2023 και το 2024 αναμένεται να καταστήσουν τους μισθούς όλο και πιο κυρίαρχο παράγοντα του υποκείμενου πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ», λέει ο Λέιν.
Ο οικονομολόγος της Commerzbank, Γκέργκ Κρέμερ, έχει μια λιγότερο καλοπροαίρετη άποψη, υποστηρίζοντας ότι το ακριβότερο εργατικό δυναμικό θα αντισταθμίσει τη μείωση του κόστους υλικών, επισημαίνοντας τον επίμονα υψηλό πυρήνα του πληθωρισμού και τις περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ.
«Η εργασία είναι πιθανό να παραμείνει ασυνήθιστα σπάνια, ιδίως στις χώρες του πυρήνα της ευρωζώνης, επίσης για δημογραφικούς λόγους, εκτός αν υπάρξει βαθιά ύφεση», δήλωσε ο Κρέμερ. «Η διαπραγματευτική θέση των συνδικάτων και των εργαζομένων θα παραμείνει ισχυρή».