Του Γιώργου Δασκαλόπουλου
Ένα σταυρόλεξο η λύση του οποίου γίνεται ολοένα κα πιο δύσκολη διαμορφώνει πλέον η υπόθεση της Folli Follie, που παρά τις προσπάθειες και τις παρεμβάσεις για τη διάσωσή της, δείχνει να κινείται περισσότερο στην προοπτική μιας ηχηρής καταστροφής. Το σκάνδαλο του 1 δισ. ευρώ (και πλέον) που στήθηκε με ευθύνη των μελών της οικογένειας Κουτσολιούτσου, απειλεί πλέον ανοιχτά να συμπαρασύρει στην άβυσσο την ίδια της εταιρία και τους εργαζομένους της. Και σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς θα χρειαστούν πολύ σοβαρότερες παρεμβάσεις από αυτές που έχουν υπάρξει μέχρι σήμερα, για να αποφευχθεί το ναυάγιο.
Το κύριο πρόβλημα στην υπόθεση της Folli παραμένει, ότι έχει πολυπαραμετρικές διαστάσεις, που επηρεάζουν η μία την άλλη:
Η πρώτη αφορά τις ευθύνες της οικογένειας για τον σκάνδαλο και τη νομική πτυχή, η οποία έλαβε σοβαρές διαστάσεις μετά την άσκηση διώξεων για κακουργηματικές πράξεις κατά της οικογένειας και στενών διοικητικών συνεργατών της, τον Δεκέμβριο.
Η δεύτερη αφορά την παρέμβαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, αμέσως, μόλις της δόθηκε νομοθετικά η σχετική εξουσία για την «έξωση» του Τζώρτζη Κουτσολιουτσου, από το Διοικητικό Συμβούλιο, και την τοποθέτηση νέων μελών.
Η τρίτη αφορά το εγχείρημα της συμφωνίας με τους ομολογιούχους (που βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη) η ποία εφόσον επιτευχθεί και κλείσει οριστικά, θα οδηγήσει την εταιρεία στον Πτωχευτικό κώδικα και σε μια επόμενη ημέρα, με νέα διοίκηση, οργάνωση και δομή.
Η τέταρτη αφορά το ίδιο το αντικείμενο της εταιρείας που συρρικνώνεται ραγδαία τους τελευταίους μήνες, με την απώλεια σημαντικών εταιρειών που άλλοτε αντιπροσώπευε και οι οποίες συνιστούσαν τον κεντρικό μηχανισμό παραγωγής εσόδων.
Το πρόβλημα του παζλ, σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, συνίσταται στο ότι ενώ κάθε μια παράμετρος διευθετείται μεμονωμένα, οι επιπτώσεις των κινήσεων επηρεάζουν και τις υπόλοιπες.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, που καταδεικνύει το εύρος του προβλήματος αφορά την κατ’ αρχήν συμφωνία με τους ομολογιούχους (που αντιπροσωπεύουν το 41,2% του χρέους της εταιρείας), που επιτεύχθηκε στις 26 Νοεμβρίου. Μια συμφωνία η οποία (ακόμη δεν είναι οριστική), εφόσον επικυρωνόταν απ’ όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές, θα οδηγούσε στην υποβολή αιτήματος υπαγωγής στον Πτωχευτικό Κώδικα. Η συμφωνία αυτή δίνει στους πιστωτές μια σειρά εγγυήσεων προκειμένου να συμφωνήσουν στη διαγραφή των απαιτήσεών τους, αλλά διατηρεί τον έλεγχο της νέας εταιρείας στην οποία θα υπαχθούν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες (της λεγόμενης OpsCo) με 51% στον έλεγχο της οικογένειας Κουτσολιούτσου.
Το πρώτο ερώτημα είναι πώς θα διαχειριστεί η νέα διοίκηση (σ.σ. που προέκυψε μετά την παρέμβαση της Επιτροπης Κεφαλαιαγοράς) την κατ’ αρχήν συμφωνία που έχει στα χέρια της. Θα τη δεχθεί ή θα την αναδιαπραγματευθεί, ιδιαίτερα εφόσον περιλαμβάνει το επίμαχο στοιχείο της διατήρησης του ελέγχου της OpsCo, από τους μεγαλομετόχους της εταιρείας, που πλέον αντιμετωπίζουν σειρά κακουργηματικών διώξεων;
Το δεύτερο στοιχείο το οποίο καθιστά προβληματική τη συμφωνία αφορά τα ακίνητα που περιλαμβάνονται ως εγγύηση στη συμφωνία και τα οποία (σήμερα δεσμευμένα στην πλειονότητά τους) θα κατασχεθούν σε περίπτωση καταδίκης των μελών της οικογενέιας Κουτσολιούτσου. Και έτσι δεν θα μπορούν να είναι αντικείμενο συναλλαγής, μιας και θα περιέλθουν στην κυριότητα του Δημοσίου.
Πηγές κοντά στις εξελίξεις αναφέρουν ότι τα δύο αυτά στοιχεία καθιστούν την ίδια συμφωνία προβληματική, σε σημείο που η αναδιαπραγμάτευσή της θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Κάτι τέτοιο από την άλλη πλευρά θα καθυστερήσει σημαντικά την προσφυγή στον Πτωχευτικό Κώδικα που αρχικά είχε σχεδιαστεί για τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Στο διάστημα αυτό η εταιρεία έχει ήδη απωλέσει σημαντικές αντιπροσωπείες, ενώ με το γύρισμα του 2020 χάνει τη μεγάλη πηγή εσόδων της Nike και της Converse, των οποίων η συμφωνία αντιπροσώπευσης έληξε και δεν θα ανανεωθεί. Από την έναρξη της κρίσης το 2018, περισσότερα από 40 σήματα χάθηκαν από τη λίστα των αντιπροσωπειών της, καθώς οι εταιρείες που τα παράγουν διέκοψαν τα συμβόλαια και στράφηκαν σε ανταγωνιστές. Το μεγαλύτερο μέχρι την περίπτωση της Nike, πλήγμα ήταν η «απόσχιση» του κλάδου των καλλυντικών (FF Cosmetics) το καλοκαίρι, μετά τη διακοπή της συνεργασίας με την COTY.
Την ίδια στιγμή η εταιρεία χάνει και κάποια «μικρότερα όπλα» που κατείχε για μια πιθανή άμυνα χρόνου, όπως οι μετοχές της Dufry (ένα asset αξίας 60-80 εκατ. ευρώ), που παρέμειναν στον έλεγχο της οικογένειας Κουτσολιούτσου, αλλά και η Links of London, που στο μεταξύ πέρασε σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης στη Βρετανία.
Στο ερώτημα, εάν η Folli Follie «αντέχει» οικονομικά μια σημαντική (πολύμηνη) καθυστέρηση στην υπαγωγή της στον Πτωχευτικό Κώδικα όπως σχεδιαζόταν, πληροφορίες που βέβαια δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν, αναφέρουν ότι τα ταμειακά της διαθέσιμα για τις βασικές λειτουργίες αρκούν για 3-4 μήνες. Και αυτό με βάση τα δεδομένα παραγωγής εσόδων του περασμένου εξαμήνου, τα οποία στο μεταξύ έχουν αλλάξει.
Την κατάσταση περιπλέκουν και άλλες εξελίξεις, όπως η από τον περασμένο Οκτώβριο αίτηση των δύο ομολογιούχων πιστωτών με αίτημα την κήρυξη της εταιρείας σε πτώχευση, που συζητήθηκε στο Πρωτοδικείο στις 8 Ιανουαρίου 2020 και τελεί υπό την έκδοση απόφασης. Επιπλέον η αίτηση των ίδιων ομολογιούχων για τη λήψη προληπτικών μέτρων, για την απαγόρευση διάθεσης κάθε περιουσιακού στοιχείου της εταιρείας, που συνοδεύεται από αίτημα έκδοσης προσωρινής διαταγής, και η οποία είχε προσδιοριστεί για τις 10 Ιανουαρίου, αναβλήθηκε για τις 22η Απριλίου 2020, κατόπιν κοινού αιτήματος. Πρόκειται για άλλους δύο παράγοντες που περιπλέον το πρόβλημα.
Το επόμενο ερώτημα αφορά τον διαχειριστικό έλεγχο που βρίσκεται σε εκκρεμότητα αναφορικά με τα έργα και τις ημέρες της οικογένεια Κουτσολιούτσου κατά τις επίμαχες χρήσεις του 2017 και 2018. Ένας έλεγχος που καθυστέρησε συστηματικά τους προηγούμενους μήνες, με ευθύνη του ομίλου, υπό το πρόσχημα ότι δεν υπήρχαν τα απαιτούμενα κονδύλια. Και βέβαια ο έλεγχος αυτός θα φωτίσει και πολλά σημεία της διωκτικής διαδικασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ο διαχειριστικός έλεγχος θα εστιάσει και στα «ευρήματα» που η PwC (σ.σ. η εταιρεία η οποία συνέταξε και το πιστοποιητικό ελέγχου του αναθεωρημένου ισολογισμού του 2017, με αρνητική γνώμη) εντόπισε στα στοιχεία της εταιρείας. Και ανάμεσά τους το αίτημα του ίδιου του Δημήτρη Κουτσολιούτσου για την «επιστροφή» του δανείου των 40 εκατ. ευρώ προς τη θυγατρική FFG Sourcing Ltd, για το οποίο δεν υπήρχαν επαρκή παραστατικά.
Σημειώνεται ότι ο αναθεωρημένος ισολογισμός του 2017, ο οποίος αποκάλυψε τη ζοφερή εικόνα μιας εταιρείας σχεδόν 60% μικρότερης από αυτό που παρουσιαζόταν, καταγράφει τις πωλήσεις του ομίλου στα 359 εκατ. ευρώ (αντί 1,4 δισ.) με ζημιές προ φόρων 127,8 εκατ. ευρώ, αλλά και ζημιές μετά από φόρους 136 εκατ. ευρώ. Το σύνολο των βραχυπρόθεσμων δανειακών υποχρεώσεων ανέρχεται σε 628 εκατ. ευρώ (σύνολο υποχρεώσεων 725 εκατ. ευρώ), ενώ το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του ομίλου ανέρχεται στα 794 εκατ. ευρώ.