Κεφάλαια που ισοδυναμούν στο 20% του ελληνικού ΑΕΠ θα πέσουν στην ελληνική οικονομία την επόμενη εξαετία, καθιστώντας το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», το πιο επιδραστικό σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Εύλογα λοιπόν η Bank of America έκανε χθες λόγο για ισχυρή ανάκαμψη η οποία θα επιταχυνθεί από το 2022, ο οίκος Moody’ s προέβλεψε ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα δεχθεί τη μεγαλύτερη ώθηση στην Ευρώπη και η Oxford Economics εμφάνισε τη χώρα μας ως «πρωταθλήτρια» των κοινοτικών πόρων.
Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλα κοινά στις εκθέσεις των αναλυτών, σημεία που πρέπει να μας απασχολήσουν στην πορεία αφού ωραία είναι η θεωρία και τα σχέδια, όμως πρέπει να πετύχουμε και αποτελεσματική υλοποίηση.
Η συγχορδία θετικών αναλύσεων για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι κάτι που δεν έχουμε συνηθίσει στο παρελθόν, ενώ πλέον δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την τεράστια ευκαιρία που έχουμε μπροστά μας. Το παρακάτω γράφημα είναι χαρακτηριστικό:
Εθνικά Σχέδια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας: Συνολικές δαπάνες
Πηγή: Oxford Economics, Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Η Ελλάδα έχει καταρτίσει ένα εξαιρετικά λεπτομερές σχέδιο που προβλέπει την αξιοποίηση τόσο των πόρων που θα δοθούν υπό τη μορφή επιδοτήσεων όσο και των σχεδόν άτοκων δανείων, στην προσπάθειά της να προκαλέσει το μεγαλύτερο αναπτυξιακό σοκ στη σύγχρονη ιστορία. Καμία άλλη χώρα δεν θα δει τόσο μεγάλη επίδραση στην οικονομική της παραγωγή από την Ελλάδα.
Υπό δύο προϋποθέσεις: να λειτουργήσει άψογα ο μηχανισμός μεταξύ της Κομισιόν, της ελληνικής κυβέρνησης, των τραπεζών και του ιδιωτικού τομέα για να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή απορρόφηση και κατανομή των πόρων σε παραγωγικές επενδύσεις και να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις.
Η Bank of America, για παράδειγμα, τονίζει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει με αμείωτο ρυθμό τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, ενώ το γεγονός ότι η Ελλάδα προτίθεται να αξιοποιήσει στο μέγιστο βαθμό τα δάνεια, βάζει στο παιχνίδι της επιτυχούς υλοποίησης και τον ιδιωτικό τομέα. Ο αμερικανικός οίκος προσθέτει πως η χρήση των δανείων ως έμμεση επιδότηση προς τον ιδιωτικό τομέα αναμένεται να κινητοποιήσει επιπλέον ιδιωτικούς πόρους, εκτοξεύοντας το μέγεθος του σχεδίου στα 57,5 δισ. ευρώ.
Ο μεγάλος κίνδυνος, σύμφωνα με την BofA, είναι η υλοποίηση του σχεδίου, είτε αφορά τη μικρότερη του αναμενόμενου συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, είτε την ταχύτητα υλοποίησης. Και βέβαια, θα πρέπει να δούμε τι θα γίνει με τους δημοσιονομικούς κανόνες, καθώς αν επιστρέψουμε στο αυστηρό πλαίσιο που ίσχυε πριν την πανδημία, η επίδραση του Σχεδίου θα περιοριστεί σημαντικά.
Σύμφωνα με την Oxford Economics, παρά το γεγονός ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα αποτελέσει κεντρικό πυλώνα στη μακροοικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ, δίνοντας κίνητρα στα πιο αδύναμα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις, υπάρχουν και οι σχετικοί κίνδυνοι. Ο πρώτος είναι η ικανότητα των χωρών-μελών να απορροφήσουν τα κεφάλαια. Ο δεύτερος σχετίζεται με την κακή χρήση των κεφαλαίων.
Καλός ο σχεδιασμός, λοιπόν, και τα διθυραμβικά σχόλια από Moody’ s, Bank of America και άλλους οίκους, όμως μένει να αποδειχθεί ότι δεν θα πετάξουμε την καρδάρα με το γάλα όταν θα κληθούμε να υλοποιήσουμε αυτό το τεράστιο από όλες τις πλευρές πλάνο.
Μην ξεχνάμε επίσης ότι η Ευρώπη δεν έχει και το καλύτερο ιστορικό όσον αφορά τη διάθεση των πόρων. Η παραδοχή της Κομισιόν για την ταχύτητα απορρόφησης των πόρων θεωρείται από τους αναλυτές «αισιόδοξη» δεδομένης της εμπειρίας από τα προηγούμενα διαρθρωτικά ταμεία (ΕΣΠΑ).
Και επειδή τα 32 δισ. ευρώ που αναμένεται να εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία δεν θα δοθούν με τη μία, αλλά μόνο αν επιτυγχάνονται συγκεκριμένα ορόσημα στην υλοποίηση του σχεδίου, τυχόν χαμηλή απορρόφηση θα σημαίνει λιγότερα χρήματα στην οικονομία και κατ’ επέκταση χαμηλότερη ανάπτυξη. Δεν θέλει και πολύ λοιπόν να απογοητευτούμε και μάλιστα νωρίς νωρίς…
Οι εκτιμήσεις θέλουν το Ταμείο Ανάκαμψης να «τρέχει» πολύ πιο γρήγορα και ομαλά από το ΕΣΠΑ διότι με το που η Ελλάδα θα πιάνει τα συμφωνημένα ορόσημα, οι πληρωμές από την Ευρώπη θα γίνονται με βάση τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης για το κόστος και όχι με βάση το πραγματικό κόστος, όπως γίνεται με το ΕΣΠΑ. Επίσης, τα χρήματα που θα δοθούν με το μορφή επιδοτήσεων δεν απαιτείται να κατευθυνθούν σε συγχρηματοδοτούμενα από το ελληνικό δημόσιο έργα, γεγονός που καθιστά ακόμα πιο εύκολα τη διάθεσή τους.
Τέλος, πολλά θα κριθούν και από την ίδια την Κομισιόν. Μιλάμε για 750 δισ. ευρώ που θα πρέπει να δοθούν έγκαιρα και αποτελεσματικά, τηρώντας παράλληλα ίση στάση προς όλες τις χώρες.
Από την πλευρά της Κομισιόν έχει εκφραστεί η πρόθεση ιδιαίτερα αυστηρών ελέγχων τόσο στις διαδικασίες όσο και στην υλοποίηση εθνικών σχεδίων ανάκαμψης για να εκτιμηθεί αν επιτυγχάνονται τα συμφωνηθέντα ορόσημα. Παρ’ όλα αυτά, είναι συνεχείς οι ζυμώσεις στις Βρυξέλλες, έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι οι πόροι θα εκταμιευθούν χωρίς καθυστερήσεις και ανούσιους ελέγχους.