Η μάχη των κεντρικών τραπεζών κατά του πληθωρισμού θα χρειαστεί άλλα δύο χρόνια για να φέρει αποτελέσματα και θα αυξήσει την ανεργία, εκτιμά ο επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Pierre-Olivier Gourinchas.
Θα απαιτηθεί χρόνος για να οδηγηθούν οι πληθωριστικές πιέσεις, πέρα από τις τιμές ενέργειας και τροφίμων, χαμηλότερα προς τον στόχο των κεντρικών τραπεζών γύρω στο 2,0%. Η εκτίμηση του οικονομολόγου του ΔΝΤ είναι ότι ο πληθωρισμός θα αρχίσει να κινείται καθοδικά αλλά δεν θα επιστρέψει στον στόχο του 2,0% το 2023 αλλά θα τον πλησιάσει μέσα στο 2024.
Στο μεσοδιάστημα η ανεργία θα αυξηθεί και το επίπεδο διαβίωσης πολλών ανθρώπων στον κόσμο θα επιδεινωθεί και αρκετοί θα δυσκολευτούν να βρουν θέσεις εργασίας. Το ΔΝΤ αναθεώρησε τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη το 2023 χαμηλότερα, σε αδύναμα επίπεδα που θα μοιάζουν με ύφεση. Προειδοποίησε επίσης ότι το ρίσκο αστάθειας στις αγορές αυξάνεται. Ωστόσο, οι αξιωματούχοι θα πρέπει να εμμείνουν στη θεραπεία ώστε να κερδίσουν τη μάχη με τις πληθωριστικές προσδοκίες.
Στις ΗΠΑ, το επίκεντρο της μάχης κατά του πληθωρισμού, το ΔΝΤ προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί από το ιστορικά χαμηλό επίπεδο του 3,5% στο 5,5% τα επόμενα δύο χρόνια καθώς η ανάπτυξη της οικονομίας θα επιβραδυνθεί το 2023 μόλις στο 1,0%.
Το αποτέλεσμα θα είναι περισσότεροι άνεργοι στις ΗΠΑ και δυσκολίες στην εύρεση θέσεων εργασίας, μεγάλη αλλαγή από την τρέχουσα υπερθέρμανση της αγοράς εργασίας όπου σε κάθε ένα άνεργο αντιστοιχούν δύο ανοιχτές θέσεις εργασίας.
Όμως, μια άνοδος της ανεργίας στις ΗΠΑ κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες θα είναι σχετικά καλοήθης εξέλιξη ώστε να πιεστεί ο πληθωρισμός χαμηλότερα προς τον στόχο της κεντρικής τράπεζας. Η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, σύμφωνα με τον οικονομολόγο του ΔΝΤ, παραμένει ευάλωτη και πολλοί παράγοντες μπορεί να την οδηγήσουν σε ύφεση, ανάμεσα τους περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές ενέργειας και αναταραχή στις αγορές.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ που ανέλαβε τη θέση τον Ιανουάριο πιστεύει ότι η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών πρέπει να είναι εμπροσθοβαρής για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά ο πληθωρισμός, πολιτική που η Fed των ΗΠΑ και άλλες κεντρικές τράπεζες έχουν υιοθετήσει.
Δεν αποκλείει όμως το ενδεχόμενο μείωσης του μεγέθους των επιτοκιακών αυξήσεων που έπονται καθώς η Fed έχει ήδη ανεβάσει το παρεμβατικό της επιτόκιο κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες και στοχεύει να το οδηγήσει στο 4,5%.
«Το ερώτημα του πόσο γρήγορα θα φτάσει στο επίπεδο αυτό είναι μικρότερης σημασίας από την ανάγκη να φτάσει εκεί όπου η νομισματική πολιτική θα έχει προσεγγίσει επαρκώς την ουδέτερη ζώνη ή ακόμη και ανασταλτική περιοχή ώστε να λυγίσει τις πληθωριστικές πιέσεις», εκτιμά ο Gourinchas.
Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) επίσης βλέπει ότι οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν υψηλότερα από τα συνήθη ρίσκα στη μάχη ενάντια στον πληθωρισμό. Προβλέπει ότι η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας θα είναι της τάξης του 1,5% φέτος και μόλις 0,5% τον επόμενο χρόνο.
«Ο πληθωρισμός μπορεί να αποδειχτεί επίμονος και να εκπλήξει, ωθώντας σε πιο επιθετικό σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής. Περαιτέρω διαταραχές στις παγκόσμιες αγορές λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και άλλων παραγόντων μπορεί επίσης να έχουν αρνητικές επιδράσεις στο πραγματικό ΑΕΠ και την ανάπτυξη και να προκαλέσουν ακόμη υψηλότερο πληθωρισμό», αναφέρει σε έκθεση του.