Όχι, δεν ήταν η χθεσινή ημέρα αφιερωμένη στον έρωτα των επενδυτών με τις μετοχές. Όχι, δε γιόρτασε τελικά ο Άγιος Βαλεντίνος. Ούτε εμφανίστηκε ξαφνικά ένας Μαύρος Κύκνος. Απλά έγινε ορατός ο Ελέφαντας μέσα στο δωμάτιο. Οι παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές που το τελευταίο χρονικό διάστημα σκαρφάλωναν με αγωνία, αλλά και επιμονή το τείχος της αβεβαιότητας, έχασαν τη μάχη. Τα δυσοίωνα μαντάτα, που για καιρό απασχολούσαν την επενδυτική κοινότητα, βρήκαν την αφορμή για να μετατραπούν σε ένα συγκροτημένο πτωτικό κύμα, που στο πέρασμα του παρέσυρε κάθε αμφιβολία και ένσταση.
Τι γνωρίζαμε μέχρι τώρα;
Γνωρίζαμε ότι ανατράπηκαν οι εκτιμήσεις των κεντρικών τραπεζών και των κυβερνήσεων για τη μορφή, το ύψος, αλλά και την αναμενόμενη χρονική διάρκεια του πληθωρισμού. Οι εκτιμήσεις ανατράπηκαν επί το δυσμενέστερο.
Γνωρίζαμε ότι ο αρχικός σχεδιασμός για μια αργή, χαλαρή και σταδιακή αύξηση των επιτοκίων, άρχισε να μεταβάλλεται στους κύκλους των κεντρικών τραπεζών, λαμβάνοντας μια επείγουσα μορφή. Το ίδιο και ο χειρισμός της νομισματικής χαλάρωσης.
Γνωρίζαμε ότι η επάνοδος της εφοδιαστικής αλυσίδας στην κανονικότητα, θα αργούσε.
Γνωρίζαμε ότι η ανισορροπία ανάμεσα στην υπερβάλλουσα ζήτηση και στην χαμηλή προσφορά πρώτων υλών και εμπορευμάτων, δεν θα ήταν παροδική. Η επάνοδος στη ανάπτυξη, δεν ακολουθήθηκε από την αντίστοιχη προσφορά και παραγωγή.
Γνωρίζαμε ότι η ενεργειακή κρίση ήρθε για να μείνει, όχι μόνο λόγω των εκβιαστικών πρακτικών του Κρεμλίνου και των τακτικών κινήσεων των χωρών του Περσικού Κόλπου, αλλά και λόγω της λανθασμένης και βιαστικής ευρωπαϊκής μετάβασης στην πράσινη ενέργεια.
Γνωρίζαμε ότι τα προγράμματα στήριξης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών σε παγκόσμια κλίμακα, ξεπέρασαν κατά πολύ τις δημοσιονομικές αντοχές, ακόμα και των πιο ισχυρών κρατικών προϋπολογισμών.
Γνωρίζαμε ότι η φραστική -μέχρι πρότινος- αντιπαράθεση, Ρωσίας - Δύσης, σχετικά με την Ουκρανία, εγκυμονούσε κινδύνους για τη πορεία των κεφαλαιαγορών, καθώς στο τραπέζι των πιθανολογούμενων κυρώσεων είχαν βρεθεί τόσο οι εμπορικές κυρώσεις, όσο και ο αποκλεισμός της Ρωσίας από το διεθνές τραπεζικό σύστημα.
Ωστόσο, παρόλο που η παγκόσμια επενδυτική κοινότητα γνώριζε αυτήν τη δυστοπική πραγματικότητα, αδιαφορούσε επιδεικτικά. Οι λόγοι ήταν πολλοί.
Ένας λόγος ήταν, το κλασσικό μοτίβο που ακολουθούσαν οι χρηματιστηριακές αγορές αυτά τα 15 τελευταία χρόνια, που είχε τρία βήματα, όπως το ταγκό. Το πρώτο βήμα ήταν μια μικρή οπισθοχώρηση, αμέσως μετά την εμφάνιση ενός δυσάρεστου νέου. Το δεύτερο βήμα ήταν η απορρόφηση και απονεύρωση της είδησης. Και το τρίτο ήταν αυτό της ανοδικής αντίδρασης και της καταγραφής νέων υψηλών τιμών.
Ένας δεύτερος λόγος ήταν, η υπερβάλλουσα ρευστότητα του συστήματος, καθώς και η δίψα των επενδυτών για αποδόσεις, μαζί με την διάθεση τους για ανάληψη ρίσκου.
Ένας τρίτος λόγος ήταν, αυτός της μεταβολής της σύνθεσης της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας, από το 2020 και μετά. Μέσα στο 2020, δεκάδες εκατομμύρια νέων «παικτών», μπήκαν στα χρηματιστήρια, με προτίμηση στις μητροπολιτικές αγορές της Νέας Υόρκης. Αυτή η γενιά, όχι μόνο αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει τα χρηματιστήρια σαν ένα είδος παιχνιδομηχανής, ή ψηφιακού τζόγου ή και επανάστασης απέναντι στο «επενδυτικό σύστημα», αλλά δεν διαθέτει τα απαραίτητα εφόδια και τις εμπειρίες για ένα ασφαλές και ισορροπημένο χρηματιστηριακό ταξίδι. Αυτή η γενιά δεν έχει γνωρίσει τον πληθωρισμό, δεν έχει αντιμετωπίσει περιβάλλον υψηλών επιτοκίων και δεν έχει βιώσει κραχ.
Ένας ακόμα λόγος είναι ο λεγόμενος FOMO, (Fear Of Missing Out), δηλαδή ο φόβος να βρεθούμε έξω από κάτι που συμβαίνει. Και αυτό το «κάτι» ήταν το πάρτι των αγορών. Ουδείς επιθυμούσε να βρεθεί έξω από αυτό το πάρτι, που όσο περνούσε ο καιρός, μίκραινε το μέγεθος της εξόδου κινδύνου. Και το FOMO, είχε εισχωρήσει και στη συλλογιστική ακόμα και των θεσμικών επενδυτών.
Επομένως η κρίση στην Ουκρανία, δεν είναι ο Μαύρος Κύκνος που εμφανίζεται ξαφνικά και αλλάζει όλα τα δεδομένα και ανατρέπει την κυρίαρχη τάση. Η κρίση στην Ουκρανία, στάθηκε η ευκαιρία να αναδυθούν στην επιφάνεια, όλα όσα γνώριζε η επενδυτική κοινότητα, οι αναλυτές, οι χρηματιστηριακές εταιρείες , οι κεντρικές τράπεζες και οι κυβερνήσεις. Δεν είναι λοιπόν ένας Μαύρος Κύκνος, αλλά ένας Λευκός Ελέφαντας που όλοι αρνιόντουσαν να τον αντικρύσουν εδώ και μήνες.
Ωστόσο, η κρίση της Ουκρανίας σαν αφορμή, επηρεάζει σε μεγαλύτερο βαθμό τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, τα χρηματιστήρια εμπορευμάτων και πρώτων υλών και λιγότερο τις χρηματιστηριακές αγορές της Νέας Υόρκης. Το ενδεχόμενο σύρραξης, έστω και στα πλαίσια ενός υβριδικού πολέμου ολίγων ωρών ή και ημερών, σε ευρωπαϊκό έδαφος, θορυβεί από μόνον του την επενδυτική κοινότητα. Το αυξημένο ενεργειακό κόστος, ήδη θα επιβαρύνει τους ισολογισμούς των εταιρειών. Η παράταση των κρατικών προγραμμάτων στήριξης επιβαρύνει τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Το ενδεχόμενο εμπορικό εμπάργκο, θα πλήξει την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Και αυτό αποτυπώνεται στις τιμές των μετοχών.
Σαν αποτέλεσμα ο DAX έχει υποχωρήσει κατά 7,5% από την αρχή του έτους.
O δείκτης FTSE100 στο Λονδίνο έχει υποχωρήσει κατά 2% από τα υψηλά του 2022.
O CAC40 των Παρισίων, έχει υποχωρήσει κατά 7,5% από τα υψηλά του 2022.
O Χρυσός έχει καταγράψει άνοδο της τάξης του 4,5% από τα χαμηλά του 2022.
To Παλλάδιο καταγράφει άνοδο της τάξης του 29% από τα χαμηλά του 2022.
Το Crude Oil καταγράφει άνοδο της τάξης του 24,8% από την αρχή του 2022.
Οι τιμές του Αλουμινίου έχουν αυξηθεί κατά 16% από τη αρχή του χρόνου.
Από την άλλη πλευρά, οι αγορές της Νέας Υόρκης έχουν υποχωρήσει από τα υψηλά τους, περισσότερο λόγω των κλυδωνισμών των ψηφιακών κολοσσών και της αναμενόμενης δραστικότερης κίνησης της Fed στο μέτωπο των επιτοκίων, παρά από τις εξελίξεις στην Ουκρανική κρίση.
O δείκτης Fear & Greed Index του CNN, που καταγράφει τα συναισθήματα της απληστίας και του φόβου των επενδυτών, βρίσκεται στην περιοχή του Φόβου (Fear). Η βαθμολογία των 31 μονάδων είναι η χαμηλότερη από τη αρχή του 2022.
Ο S&P 500, έχει υποχωρήσει κατά 8,5%, από τα υψηλά του 2022.
Ο Nasdaq, έχει υποχωρήσει κατά 13%, από τα υψηλά του 2022.
Τέλος, ο κλασσικός δείκτης μεταβλητότητας VIX του CBOE, που «ανιχνεύει» τις πτώσεις των αγορών κινούμενος στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτές, παρουσιάζει άνοδο της τάξης τους 76%, από τα χαμηλά του 2022.