Διπλό, τριπλό ή τετραπλό, το χτύπημα που δέχεται η παγκόσμια οικονομία είναι τόσο ισχυρό που οδηγεί στη μεγαλύτερη χρηματιστηριακή πτώση του αιώνα και διαμορφώνει νέα δεδομένα στο επενδυτικό σύμπαν. Ποιος θα περίμενε ότι η Wall Street που αγνοούσε κάθε κίνδυνο – όπως τον εμπορικό πόλεμο, την απειλή πυρηνικής σύγκρουσης ή τις απρόβλεπτες κινήσεις του Τραμπ - θα έμοιαζε με φτερό στον άνεμο λόγω ενός ιού; Ο Μπιλ Γκέιτς πάντως είχε προειδοποιήσει από το 2015 ότι η επόμενη μεγάλη κρίση θα έρθει από πανδημία και η ανθρωπότητα δεν θα είναι έτοιμη να την αντιμετωπίσει.
Πλέον, καμία επένδυση δεν θεωρείται «ασφαλής» και μόνο όσοι ποντάρουν στην πτώση… κοιμούνται σχετικά ήσυχα. Dow Jones και S&P 500 βρίσκονται για τα καλά σε bear market αφού υποχωρούν σε ποσοστό 27% και 26% αντίστοιχα από τις 20/2, ενώ ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 κατέγραψε χθες τη μεγαλύτερη πτώση της ιστορίας του (-11%). Στο ίδιο διάστημα, απώλειες άνω του 33% καταγράφει ο DAX στη Φρανκφούρτη και ο CAC στο Παρίσι, πτώση 37% σημειώνει ο IBEX στη Μαδρίτη, ενώ το χρηματιστήριο του Μιλάνου χάνει 41,3%.
Το διάγγελμα του Ντόναλντ Τραμπ αντί να καθησυχάσει εν μέρει τις αγορές έκανε χειρότερα τα πράγματα παρά το γεγονός ότι η Fed είχε ανακοινώσει παρέμβαση-ρεκόρ ύψους 1 τρις. δολαρίων. Τι περιμένουν οι αγορές για να ηρεμήσουν; Η λύση είναι υγειονομικής φύσης και όχι οικονομικής, γι’ αυτό η αβεβαιότητα βρίσκεται σε πρωτοφανή επίπεδα. Το βασικό είναι ο περιορισμός της επιδημίας, επομένως αυτό που θα δώσει λύση είναι το εμβόλιο, όμως μάλλον θα περάσουν αρκετοί μήνες ακόμη μέχρι να έχουμε κάτι. Σε οικονομικό επίπεδο, λοιπόν, οι αναλυτές αναμένουν ένα δημοσιονομικό πακέτο από τον Τραμπ που θα ξεπερνά τα 100 δισ. δολάρια.
Μία από τα ίδια και στην Ευρώπη. Η Λαγκάρντ χρησιμοποίησε τα βασικά της εργαλεία –ενίσχυση του QE και η εφαρμογή νέου γύρου TLTROs - όπως όφειλε να κάνει και απηύθυνε έκκληση στις κυβερνήσεις να ανοίξουν τα ταμεία και να αποδείξουν ότι καταλαβαίνουν τη σοβαρότητα της κατάστασης. Η χθεσινή καταιγίδα ρευστοποιήσεων δείχνει ότι οι ηγέτες του κόσμου σε αυτές τις δύσκολες στιγμές δεν πείθουν. Υπενθυμίζεται ότι μέχρι στιγμής η ΕΕ έχει υποσχεθεί μόλις 25 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Η αντίδραση των αγορών στις εξαγγελίες της Κριστίν Λαγκάρντ είναι ενδεικτική του κλίματος που επικρατεί στην επενδυτική κοινότητα. Μειώσεις επιτοκίων και φθηνά δάνεια όταν η πανδημία απειλεί με παγκόσμια και ολοκληρωτική καραντίνα τον πλανήτη, δεν αρκούν. Ούτε η πρωτοφανής ένεση ρευστότητας της Fed μπόρεσε να καθησυχάσει τις αγορές. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η Λαγκάρντ τόνισε την ανάγκη «συντονισμένης, ισχυρής και άμεσης δράσης».
Όπως επισημαίνουν αναλυτές, τα 120 δισ. ευρώ που ρίχνει στην αγορά η ΕΚΤ και τα φθηνά δάνεια για μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν νόημα αν θέλεις να ξεμπλοκάρεις την ανάπτυξη ή να επιταχύνεις την ανάκαμψη. Όταν όμως είναι ορατός ο κίνδυνος απόλυτης παύσης της οικονομικής δραστηριότητας λόγω της πανδημίας, τότε χρειάζονται μέτρα που δεν έχουν εφαρμοστεί ποτέ ξανά – και πάλι για να περιοριστούν οι οικονομικές επιπτώσεις του κορονοϊού, όχι για να αποσοβηθεί πλήρως ο κίνδυνος.
Ενδεχομένως η Λαγκάρντ να μην μπορεί ακόμη να πει το δικό της «whatever it takes» με τρόπο αποτελεσματικό. Διότι αυτή τη φορά η νομισματική πολιτική χρειάζεται τη συνδρομή της δημοσιονομικής πολιτικής. Και αυτή τη στιγμή ακραία μέτρα δεν έχουν την έγκριση των χωρών του πυρήνα. Το τι θα γίνει αν η Γερμανία γίνει… Ιταλία σε επίπεδο κρουσμάτων και θανάτων είναι κάτι διαφορετικό.
Όπως σημειώνει η Capital Economics, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης θα βρεθούν υπό ασφυκτική πίεση για να συμφωνήσουν σε ένα γιγαντιαίο δημοσιονομικό πακέτο που θα ικανοποιεί τη συντεταγμένη αντίδραση στην οποία αναφέρθηκε η Λαγκάρντ. «Υποπτευόμαστε ότι η αντίδραση αυτή δεν θα είναι άμεση και η ΕΚΤ θα χρειαστεί να μειώσει το επιτόκιο καταθέσεων στο -0,7% έως τον Ιούνιο», προσθέτει ο οίκος.