Λίγες μέρες πριν το τέλος του 2020, κάτι άρχισε επιτέλους να κινείται στην Intel (INTC NASDAQ), την γνωστότερη και μεγαλύτερη ολοκληρωμένη εταιρεία σχεδιασμού και κατασκευής μικροεπεξεργαστών, μετά από μία πολύ κακή χρηματιστηριακή χρονιά, μέσα στην οποία η μετοχή της σημείωσε πτώση κατά 17% την στιγμή που οι περισσότερες άλλες εταιρείες του κλάδου, όπως η AMD, η Nvidia και η Taiwan Semiconductor είδαν τις δικές τους μετοχές να ανεβαίνουν εντυπωσιακά.
Προφανώς, οι κακές χρηματιστηριακές επιδόσεις οφείλονται σε ουσιαστικούς λόγους. Όπως είχαμε δει παλαιότερα (Το αίνιγμα της Intel. Ξεκουράζεται ή παρακμάζει; ), το βασικό πρόβλημα της Intel είναι η εντύπωση που έχει δημιουργηθεί στην βιομηχανία μικροεπεξεργαστών και στην χρηματιστηριακή αγορά, πως η εταιρεία έχει μείνει πίσω στις τεχνολογικές εξελίξεις, και στον τομέα του σχεδιασμού και στον τομέα της κατασκευής των μικροεπεξεργαστών.
Αυτό αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στο στρατηγικό λάθος που έγινε πριν σχεδόν 15 χρόνια όταν η τότε διοίκηση αποφάσισε να μην ασχοληθεί ενεργά με την κατασκευή επεξεργαστών για κινητά τηλέφωνα. Φαίνεται πως αυτή η απόφαση κράτησε την εταιρεία μακριά από τις εξελίξεις και ευθύνεται και για την καθυστέρηση στην είσοδο της Intel και σε άλλους αναπτυσσόμενους τομείς, όπως της Τεχνητής Νοημοσύνης, της Μηχανικής Μάθησης και των διασυνδεδεμένων συσκευών.
Ταυτόχρονα παρατηρούνται μεγάλες καθυστερήσεις στην μετάβαση προς το επόμενο στάδιο της τεχνολογίας κατασκευής των επεξεργαστών, πράγμα που έχει πλήξει σοβαρά την εικόνα της εταιρείας, που για δεκαετίες φημιζόταν για την τεχνολογική υπεροχή της απέναντι σε όλους τους άλλους κατασκευαστές. Αν πιστέψουμε τις φήμες που κυκλοφορούν, αυτή η κατάσταση έχει ρίξει πολύ το ηθικό των στελεχών της εταιρείας, οδηγώντας σε αποχωρήσεις ικανών στελεχών και δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερους φόβους στην χρηματιστηριακή αγορά.
Το γεγονός που έφερε τα χαμόγελα στους μετόχους, μέσα στην γκρίνια για την κακή πορεία της μετοχής, είναι η είδηση πως η γνωστή επενδυτική εταιρεία Third Point με επικεφαλής τον, γνωστό για τις ακτιβιστικές του διαθέσεις και επιδόσεις, Dan Loeb, έχει αγοράσει περίπου το 0,5% των μετοχών της εταιρείας ξοδεύοντας περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια.
Ο Loeb έχει στο ενεργητικό του επιτυχημένες παρεμβάσεις σε πολύ μεγάλες εταιρείες, όπως η Sony και η Yahoo και πολύ πρόσφατα η Disney, πετυχαίνοντας μεγάλες αποδόσεις για την εταιρεία του και βέβαια τους υπόλοιπους μετόχους των εταιρειών, έστειλε γράμμα στον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της Intel, Omar Ishrak μέσα στην τελευταία εβδομάδα του 2020.
Στην επιστολή του εστιάζει στα προβλήματα στα οποία αναφερθήκαμε παραπάνω, επισημαίνοντας την αδυναμία της να πρωτοπορήσει τεχνολογικά, στην απειλή από την AMD (Η AMD θέλει να «σκοτώσει» την Intel ) και την Nvidia, την έξοδο ικανών στελεχών, το πεσμένο ηθικό των εργαζομένων αλλά και την απώλεια μεγάλων πελατών, όπως η Apple και η Microsoft, που πρόσφατα αποφάσισαν να σχεδιάσουν τους δικούς τους επεξεργαστές και να τους κατασκευάσουν σε εργοστάσια της Άπω Ανατολής.
Προτείνει στην διοίκηση να προσλάβει κάποιον σύμβουλο για να εξετάσει το αν η Intel θα πρέπει να προχωρήσει σε κάποιου τύπου διαχωρισμό των δραστηριοτήτων σχεδιασμού και παραγωγής μικροεπεξεργαστών. Στο ίδιο γράμμα ο Loeb αναφέρει πως αν η Intel δεν ξεπεράσει γρήγορα τα προβλήματά της, όλο και περισσότερες αμερικανικές εταιρείες θα αναθέτουν την κατασκευή των επεξεργαστών τους σε εργοστάσια της Άπω Ανατολής. Αυτό, σύμφωνα με τον Loeb, μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους εθνικής ασφαλείας για τις Η.Π.Α., δεδομένου του πόσο απαραίτητοι είναι πλέον οι μικροεπεξεργαστές για όλους τους τομείς της οικονομίας και της βιομηχανίας.
Προσθέτοντας εδώ μία δική μας υπόθεση, φανταζόμαστε πως ο Loeb υπονοεί πως στην περίπτωση περαιτέρω όξυνσης των σχέσεων Η.Π.Α. – Κίνας δεν θα είναι καθόλου έξυπνο από αμερικανικής πλευράς το να εξαρτάται σχεδόν πλήρως από εργοστάσια της Ταϊβάν για την κατασκευή των επεξεργαστών, ειδικά όταν ήδη γνωρίζουμε πως η παγκόσμια βιομηχανία μικροεπεξεργαστών δουλεύει σε πλήρη δυναμικότητα και σύντομα αναμένονται και ελλείψεις (O κόσμος μας ξεμένει από... «τσιπάκια»- Μεγάλες ελλείψεις σε μικροεπεξεργαστές για αυτοκίνητα, τηλέφωνα, ηλεκτρονικά προϊόντα ).
Δεν είναι καθόλου εύκολο να προβλέψουμε την αντίδραση της διοίκησης. Οι πρώτες αντιδράσεις ήταν κόσμιες και αρκούντως αόριστες, όπως γίνεται τις περισσότερες φορές σε τέτοιες περιπτώσεις. Το μεγάλο ζήτημα είναι το εξής: Αν η Intel αποφασίσει να διαχωρίσει τις σχεδιαστικές από τις παραγωγικές δραστηριότητες, δεν έχει και πολλές επιλογές στην διάθεσή της. Είναι σχεδόν απίθανο να ενδιαφερθεί αμερικανική εταιρεία, αφού όλες προτιμούν την ανάθεσή της παραγωγής στους Ασιάτες συνεργάτες τους.
Από την άλλη μεριά, αν εμφανιστούν ενδιαφερόμενοι από οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου, άποψή μας είναι πως οι αμερικανικές αρχές πολύ δύσκολα θα επιτρέψουν μία τέτοια εξέλιξη, για τους λόγους εθνικής ασφαλείας στους οποίους αναφέρεται και ο Loeb. Ίσως η μόνη εκδοχή που έχει νόημα, παρότι δεν συμβαδίζει και πολύ με τις αρχές της ελεύθερης αγοράς, είναι η πώληση μεριδίου στα εργοστάσια της Intel με αγοραστή κάποιων από τους κολοσσούς τύπου Apple, Microsoft, Google, Facebook, Amazon και σιωπηρή (ή ίσως και φανερή) προτροπή της Αμερικανικής κυβέρνησης.
Ανεξάρτητα πάντως από τις υποθέσεις μας (λογικές ή όχι και τόσο λογικές), το βέβαιο είναι πως η διοίκηση της Intel θα πρέπει σύντομα να λάβει σημαντικές αποφάσεις, υπό την πίεση του Loeb και πιθανώς άλλων ιδιωτών ή θεσμικών επενδυτών. Το πιθανότερο είναι πως δεν υπάρχει πια χρόνος για την εταιρεία να πείσει την αγορά πως τα τεχνολογικά της προβλήματα είναι προσωρινά και το μοντέλο του ολοκληρωμένου σχεδιαστή/παραγωγού μικροεπεξεργαστών εξακολουθεί να είναι το σωστό.
Το αν οι αποφάσεις που θα ληφθούν θα είναι οι ενδεδειγμένες για την μακροπρόθεσμη υγεία της Intel δεν το ξέρουμε, καθώς η βιασύνη και η πίεση δεν είναι πάντα καλοί σύμβουλοι. Είναι όμως πολύ πιθανόν να είναι συμφέρουσες για τους μετόχους της εταιρείας, τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.