Του Γιώργου Φιντικάκη
Η είδηση ότι η ελληνική εταιρεία γεωτρήσεων πετρελαίου Ocean Rig του εφοπλιστή Γιώργου Οικονόμου εξετάζει το ενδεχόμενο πτώχευσης, καθώς οι τιμές του αργού κινούνται σε χαμηλά απαγορευτικά επίπεδα, καθιστώντας ασύμφορες τις επενδύσεις σε βαθιά νερά, επαναφέρει στο τραπέζι το θέμα των ελληνικών πετρελαίων.
Έχουν περάσει δυόμισι χρόνια από τότε που ο Αντώνης Σαμαράς μιλούσε για ισχυρές ενδείξεις σε Δ. Ελλάδα, Ήπειρο και Ιόνιο, "ανακαλύπτοντας" έσοδα έως 150 δισ. ευρώ σε βάθος 25-30 ετών, και την Ελλάδα αποφεύγουν όχι μόνο οι κολοσσοί του χώρου, αλλά ακόμη και οι διεθνείς μικρομεσαίες εταιρείες.
Γιατί άραγε; Μήπως μόνο λόγω των χαμηλών τιμών του αργού, και του μεγάλου βάθους των αχαρτογράφητων ελληνικών θαλασσών; Όχι, είναι η απάντηση. Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά νότια, στην Κύπρο, όπου πριν από μερικές εβδομάδες οι χαμηλές τιμές και τα βαθιά νερά, δεν εμπόδισαν την αμερικανική εταιρεία ExxonMobil, τη μεγαλύτερη ενεργειακή εταιρεία διεθνώς, να δώσει το παρών της στο τρίτο γύρο παραχωρήσεων που ολοκληρώθηκε πρόσφατα, διεκδικώντας το οικόπεδο δέκα. Το αυτό ισχύει για την ιταλική Eni και τη γαλλική Total που διεκδικούν από κοινού τα οικόπεδα έξι και δέκα, καθώς και για τη νορβηγική Statoil, που διεκδικεί επίσης το οικόπεδο δέκα.
Στην Ελλάδα αντίθετα τα "κρυμμένα" πετρέλαια βρίσκονται στα αζήτητα. Τι και αν σύμφωνα με τους ειδικούς, Ελλάδα και Κύπρος βρίσκονται στην ίδια γεωλογική γειτονιά, τι κι αν έχουν παρόμοια γεωλογικά χαρακτηριστικά, άρα και παρόμοια ποσοστά επιτυχίας, το ενδιαφέρον των "μεγάλων" ουδέποτε επιβεβαιώνεται. Ακόμη μάλιστα και μικρομεσαίοι παίκτες του χώρου, όπως η καναδική Petra Petroleum και η ιρλανδική Petroceltic δεν παραμένουν και φεύγουν.
Τι φταίει άραγε για την πετρελαϊκή μας μοναξιά; Πολλά, είναι η απάντηση, και σίγουρα όχι μόνο οι χαμηλές τιμές του αργού. Είναι και παράγοντες, όπως η συνέχεια και σοβαρότητα της δημόσιας διοίκησης, που στη χώρα μας απουσιάζει, όχι όμως και στην Κύπρο, όπως επίσης και ο σχεδιασμός.
Παλινωδίες και εκλογές
Αντίθετα απ'' ότι συνέβη στην Ελλάδα, η Κύπρος προκήρυξε τον πρώτο γύρο παραχωρήσεων προ 10ετίας, και χρειάστηκε να φτάσουμε στο 2011 για να βρεθεί το κοίτασμα "Αφροδίτη". Στον αντίποδα η Ελλάδα προκήρυξε τον πρώτο διαγωνισμό για τρεις περιοχές, τον Ιανουάριο του 2012, μετά κόπων και βασάνων κατάφερε να επικυρώσει τις συμβάσεις με τις εταιρείες μόλις το 2014, και ενώ δεν είχε καν κλείσει ο πρώτος διαγωνισμός, η κυβέρνηση Σαμαρά προκήρυξε άλλους δύο με είκοσι τρία θαλάσσια μπλοκ (οικόπεδα).
Μεσολάβησε η προκήρυξη των εκλογών τον Ιανουάριο του 2015 και οι δηλώσεις του πρώην γενικού γραμματέα του υπουργείου Ενέργειας, Αποστόλη Αλεξόπουλου ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση θα ακυρώσει τους διαγωνισμούς, αλλά και θα καταργήσει τις υπογεγραμμένες και εγκεκριμένες από τη Βουλή συμβάσεις! Μετά από τις δηλώσεις εκείνες, αρκετές ξένες εταιρείες που συνεργάζονταν με ελληνικές αποχώρησαν από την ελληνική αγορά, ενώ ακόμη και η ιταλική Enel το ενδιαφέρον της οποίας είχε οδηγήσει στην προκήρυξη του διαγωνισμού για τα πετρέλαια της Δ. Ελλάδας, δεν εμφανίσθηκε.
Ακολούθησε η μεγάλη περυσινή βουτιά των τιμών του αργού, με αποτέλεσμα όταν τον Ιούλιο του 2015 έληξε ο διαγωνισμός για τα 20 θαλάσσια οικόπεδα σε Ιόνιο και Κρήτη, να υπάρξουν προσφορές μόνο για τρία. Από τα 20 δηλαδή έμειναν στα αζήτητα τα 17, ενώ καμία μεγάλη ξένη εταιρεία δεν έδωσε το παρών της.
Δίχως αξιόπιστη ΕΔΕΥ
Δεν είναι όμως μόνο οι παραφωνίες των υπουργών, αλλά και η ασυνέχεια στη δημόσια διοίκηση. Τέσσερα χρόνια μετά τη θεσμοθέτησή της, η Ελλάδα δεν έχει ακόμη καταφέρει να αποκτήσει μια αξιόπιστη και ισχυρή κρατική εταιρεία υδρογονανθράκων, αντίθετα απ' ότι συμβαίνει στην Κύπρο, τα στελέχη της οποίας προέρχονται από τη διεθνή αγορά.
Την πολιτική του προκατόχου του Π. Λαφαζάνη στο θέμα αυτό ακολούθησε χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις και ο διάδοχός του Π. Σκουρλέτης. Το Μάιο παραιτήθηκε από πρόεδρος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), όπως ονομάζεται η ελληνική κρατική εταιρεία, η έως τότε πρόεδρός της Σοφία Σταματάκη, ο άνθρωπος που από το 2013 είχε αναλάβει το σχεδιασμό και την οργάνωση της επαναφοράς της Ελλάδας στην αγορά των υδρογονανθράκων. Την παραίτησή της έφερε η έλλειψη εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό της από τον πολιτικό της προϊστάμενο Π. Σκουρλέτη. Ήταν κοινό μυστικό στην αγορά ότι η συγκατοίκησή της στο υπουργείο τόσο με τον τέως πολιτικό της προϊστάμενό Π. Λαφαζάνη όσο και με το νυν Π. Σκουρλέτη υπήρξε προβληματική. Στην απόφασή της φαίνεται ότι λειτούργησε καταλυτικά το γεγονός ότι δεν συμμετείχε στις επιτροπές για την αξιολόγηση των προσφορών στις περιοχές Δυτικής Ελλάδας, Πελοποννήσου και Αρτας, σαφή ένδειξη έλλειψης εμπιστοσύνης από τον κ. Σκουρλέτη.
Τον Ιούλιο, πέρασε στη Βουλή νόμος, μέσω του οποίου το υπουργείο φιλοδοξεί να ενισχύσει το ρόλο και τις αρμοδιότητες της ΕΔΕΥ, δίνοντάς της ως έσοδα τα bonus υπογραφής νέων συμβάσεων αλλά και τις αποζημιώσεις ανά στρέμμα για τις παραχωρήσεις οικοπέδων εκμετάλλευσης, καθώς και δυνατότητα να αυξηθεί το προσωπικό της με νέες αποσπάσεις από το Δημόσιο. Στο μεταξύ, χρέη προσωρινού προέδρου εκτελεί ο κ. Λουκάς Γεωργαλάς.
Έχει και άλλες όμως διαφορές το ελληνικό με το κυπριακό μοντέλο. Το θέμα των υδρογονανθράκων αντιμετωπίζεται με ομοθυμία από το κυπριακό πολιτικό προσωπικό. Χώρια των αλλαγών προσώπων στη δημόσια διοίκηση, στην Ελλάδα περισσεύει η πολιτική αντιπαράθεση, οι αντιπαραθέσεις (δικαστικές και μη) ανάμεσα στις εταιρείες είναι συνεχείς, και ουδείς εμπιστεύεται ότι η διαδικασία είναι αμερόληπτη.
Κάπως έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ακόμη και με χαμηλές τιμές, ο τρίτος γύρος παραχωρήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας προσέλκυσε μεγάλα ονόματα, ενώ εδώ ψάχνουμε ακόμη να βρούμε ποιοι θα στελεχώσουν την κρατική εταιρεία υδρογοναθράκων.