Τα πρόσφατα ακραία καιρικά φαινόμενα και η ιστορικά έντονη χιονόπτωση που έπληξε ακόμη και το κέντρο της Αθήνας, αποτελούν μία ακόμη απόδειξη των δραματικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός, λοιπόν, ότι οι προσπάθειες για τη μείωση του αντίκτυπου της κοινωνίας στην κλιματική αλλαγή και στο περιβάλλον, είναι μεγαλύτερες από ποτέ. Παράλληλα, οι επενδυτές, ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για τον αντίκτυπο της βιωσιμότητας στα επιχειρηματικά μοντέλα των εταιρειών, στις ταμειακές ροές, στη χρηματοοικονομική θέση και στις χρηματοοικονομικές τους επιδόσεις, ασκώντας πιέσεις για μείωση του ανθρακικού αποτυπώματός τους.
Οι εποπτικές αρχές παγκοσμίως, εστιάζουν στην ανάγκη γνωστοποίησης από τις εταιρείες των επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στις χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις, καθώς και στην ανάγκη για συνέπεια και αλληλεπίδραση μεταξύ αναφορών βιωσιμότητας ή άλλων μη χρηματοοικονομικών αναφορών και χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Παρόλο που δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) για θέματα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, τόσο οι κίνδυνοι, όσο και άλλα ζητήματα που προκύπτουν από εκείνη, ενδέχεται να επηρεάσουν τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Ο άμεσος αντίκτυπος μπορεί να μην είναι απαραίτητα σημαντικός ποσοτικά, ωστόσο, υπάρχουν αυξημένες προσδοκίες από τα ενδιαφερόμενα μέρη οι επιχειρήσεις να εξηγούν πώς αξιολογούν τα θέματα που σχετίζονται με το κλίμα κατά την προετοιμασία των χρηματοοικονομικών τους καταστάσεων, στον βαθμό που είναι σημαντικά από ποιοτική άποψη. Οι ενδιαφερόμενοι αναμένουν, επίσης, αξιόπιστες γνωστοποιήσεις σχετικά με τις πιο σημαντικές παραδοχές, εκτιμήσεις και κρίσεις που έγιναν αναφορικά με την κλιματική αλλαγή.
Οι επενδυτές έχουν τονίσει τη σημασία της μείωσης του περιβαλλοντικού αντίκτυπου των επιχειρήσεων, για τις επενδυτικές τους αποφάσεις. Τον Νοέμβριο του 2021, στη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή στη Γλασκώβη (COP 26), δόθηκαν περαιτέρω δεσμεύσεις σε επίπεδο κρατών, οι οποίες μεταφράζονται σε επιχειρηματικούς στόχους σε επίπεδο εταιρειών.
Η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσει τις επιχειρήσεις τις επόμενες δεκαετίες. Επομένως, ενώ είναι επιτακτική ανάγκη για τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν πιο ρητά τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα στις χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις, λαμβάνοντας υπόψη την στρατηγική που έχουν ακολουθήσει τα τελευταία έτη, η λογιστική πρακτική αναμένεται να εξελιχθεί σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Καθώς τα θέματα της κλιματικής αλλαγής συνεχίζουν να εξελίσσονται και οι επιχειρήσεις αναλαμβάνουν περαιτέρω δεσμεύσεις για την αντιμετώπισή της, είναι σημαντικό να διασφαλίσουν ότι οι χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις αντικατοπτρίζουν την πιο ενημερωμένη αξιολόγηση των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα και των επιπτώσεών τους στις καταστάσεις αυτές.
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συνοχή μεταξύ των πληροφοριών που κοινοποιούνται στα ενδιαφερόμενα μέρη εκτός των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, όπως σε δελτία τύπου, ενημερώσεις επενδυτών και γνωστοποιήσεις σε άλλα μέρη της ετήσιας έκθεσης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, το γεγονός ότι τα περισσότερα ενδιαφερόμενα μέρη που ανταποκρίθηκαν στην τρίτη διαβούλευση του Συμβουλίου Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB), αξιολόγησαν ως υψηλής προτεραιότητας την ανάγκη ενός έργου για τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα. Το έργο του IASB σε αυτόν τον τομέα αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω μετά και την πρόσφατη ίδρυση του Διεθνούς Συμβούλιου Προτύπων Βιωσιμότητας (ISSB) από το IFRS Foundation, και τη δέσμευση των δυο συμβουλίων για στενή συνεργασία.
Από τη μεριά των εποπτικών αρχών, στις ευρωπαϊκές κοινές προτεραιότητες για το 2021, η Ευρωπαϊκή Αρχή Κεφαλαιαγορών (ESMA) σημείωσε ότι είναι βασικό όλοι οι εκδότες εκθέσεων να εξετάζουν ολιστικά τα θέματα που σχετίζονται με το κλίμα στις επικοινωνίες τους στην αγορά, διασφαλίζοντας τη συνέπεια στις πληροφορίες που γνωστοποιούνται στην έκθεση διαχείρισης, στις μη χρηματοοικονομικές καταστάσεις, στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις και, κατά περίπτωση, στα ενημερωτικά δελτία. Ένα παρόμοιο μήνυμα δόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021 και από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC), η οποία δημοσίευσε ένα δείγμα επιστολής σχολίων, που υπογραμμίζει την ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι γνωστοποιήσεις για την κλιματική αλλαγή στις οικονομικές εκθέσεις.
Και ενώ πολλοί επενδυτές και λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη αναρωτιούνται γιατί το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής δεν αναφέρεται ρητά στα ΔΠΧΑ, το IASB λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις της κλιματικής αλλαγής και έχει αναφερθεί στην αλληλεπίδραση κλιματικής αλλαγής και εφαρμογής λογιστικών προτύπων. Έτσι, τον Νοέμβριο του 2020, το Συμβούλιο ετοίμασε και κυκλοφόρησε επιμορφωτικό υλικό, εξηγώντας την επίδραση των σχετικών με το περιβάλλον θεμάτων στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Το συγκεκριμένο κείμενο δεν αλλάζει, αφαιρεί ή προσθέτει στις απαιτήσεις των λογιστικών προτύπων, αλλά ο σκοπός του είναι να υποστηρίξει τις γνωστοποιήσεις που σχετίζονται με το κλίμα και να δώσει κατευθύνσεις για το πώς τα διάφορα σενάρια για την κλιματική αλλαγή, αλλά και οι αναμενόμενες δράσεις των εταιρειών, μπορούν να έχουν αντίκτυπο στην επιμέτρηση των στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Ξεκινώντας από το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 1, που απαιτεί τη γνωστοποίηση των σημαντικών κρίσεων για την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, ένας από τους κύριους τομείς κρίσης είναι και ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στις δραστηριότητες της εταιρείας, αλλά και ο αντίκτυπος που θα μπορούσε να έχει στις αναφερόμενες πληροφορίες και στοιχεία.
Η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε, επίσης, να προκαλέσει ερωτήματα σχετικά με τις εναπομείνασες αξίες των ακινήτων, εγκαταστάσεων και εξοπλισμού ή την ωφέλιμη ζωή των ενσώματων ακινητοποιήσεων σύμφωνα με το ΔΛΠ 16, όσο και των άυλων περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με το ΔΛΠ 38, αλλά και να δημιουργήσει ενδείξεις για απομείωση των μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων (ΔΛΠ 36).
Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή μπορεί να έχει επίδραση και στις συμβατικές ταμειακές ροές των χρηματοοικονομικών στοιχείων, αλλά και στον πιστωτικό κίνδυνο των αντισυμβαλλόμενων, ενώ, παράλληλα, υπάρχει και η υποχρέωση να γίνονται και οι σχετικές γνωστοποιήσεις σύμφωνα με το ΔΠΧΑ 7, συμπεριλαμβανομένων των ποιοτικών πληροφοριών για τους νέους αναδυόμενους κινδύνους και τον τρόπο με τον οποίο τους διαχειρίζεται η εταιρεία.
Κλείνοντας, αναμφισβήτητα η ανάγκη για γνωστοποιήσεις για θέματα κλιματικής αλλαγής είναι περισσότερο επίκαιρη από ποτέ, παράλληλα, όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εταιρείες συνεχίζουν να εντείνουν τις προσπάθειες τους για να ποσοτικοποιήσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να συλλέξουν τα δεδομένα που χρειάζονται για την πλήρη αξιολόγηση των απειλών ενός μεταβαλλόμενου κλίματος. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό οι υπεύθυνοι κατάρτισης χρηματοοικονομικών καταστάσεων να ανταλλάξουν έγκαιρα απόψεις με τις επιτροπές ελέγχου και τους εξωτερικούς ελεγκτές τους.
Και, επειδή η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη διενέργεια εκτιμήσεων, είναι σημαντικό οι επιχειρήσεις να διενεργήσουν τις καλύτερες δυνατές εκτιμήσεις τους σε σχέση με την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στις χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις, με βάση τις πληροφορίες που έχουν στα χέρια σας τους τη δεδομένη στιγμή.
* Στο πλαίσιο της στήλης της ΕΥ για θέματα εταιρικών αναφορών και Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς στο Liberal, η Γεωργία Καλπακλή, Senior Manager στην ΕΥ Ελλάδος και μέλος του IFRS Desk της ΕΥ στην περιοχή της Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA), εξηγεί τι αλλάζει στις οικονομικές καταστάσεις εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και πού θα πρέπει να επικεντρωθούν οι εταιρείες.