Η ελληνική οικονομία στα «μαύρα»

Η ελληνική οικονομία στα «μαύρα»

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Αν όντως η οικονομία είναι ψυχολογία, τότε τα πράγματα είναι πραγματικά δύσκολα και το φως στο τούνελ δεν φαίνεται ακόμη. Τα διαδοχικά απογοητευτικά στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες περιγράφουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική οικονομία και κοινωνία, καθώς και τις δυσοίωνες προοπτικές για ανάκαμψη μέσα στο 2017.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει σε μελέτη της η Eurobank, με τον ρυθμό που ανακάμπτει ο δείκτης οικονομικού κλίματος από τον Φεβρουάριο του 2015 έως σήμερα, θα χρειαστούν 41 μήνες για να επιστρέψουμε στο επίπεδο του Ιουνίου 2014, όταν καταγράφηκε υψηλό 75 μηνών! Παράλληλα, οι Έλληνες έγιναν ο πιο δυστυχισμένος και απαισιόδοξος λαός της Ευρώπης και πιστεύουν ότι θα συνεχίσουν το 2017 να τρώνε από τα έτοιμα (όσα έχουν απομείνει) κόντρα στις προβλέψεις για… οικονομική εκτόξευση.

Στην αρχή ήταν τα στοιχεία του ΙΟΒΕ που έδειξαν ότι το οικονομικό κλίμα επιδεινώνεται, η καταναλωτική εμπιστοσύνη καταρρέει και η Ελλάδα διατηρεί την πρωτιά στην Ε.Ε. σε όρους απαισιοδοξίας των νοικοκυριών. Ακολούθησε η μελέτη του ΣΕΒ που εστιάζει στο γεγονός ότι τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν υποστεί μία από τις μεγαλύτερες, σε καιρό ειρήνης, απομειώσεις του βιοτικού τους επιπέδου, του εισοδήματος και της περιουσίας τους.

Στο ίδιο μήκος κύματος και η έρευνα του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας της Κολωνίας (IW), σύμφωνα με την οποία το ποσοστό της φτώχειας στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 40% την περίοδο 2008-2015, ενώ το πρακτορείο Bloomberg κατατάσσει την Ελλάδα στην τέταρτη θέση του παγκόσμιου δείκτη οικονομικής δυστυχίας! Σημειώνεται ότι ο δείκτης του Bloomberg καταρτίζεται με βάση το άθροισμα του πληθωρισμού και της ανεργίας, ενώ ο δείκτης φτώχειας του IW είναι πολυδιάστατος, περιλαμβάνοντας παράγοντες όπως η υποαπασχόληση, οι περιορισμοί στην υγειονομική περίθαλψη και οι στερήσεις υλικών αγαθών.

Οι χώρες με χειρότερο δείκτη δυστυχίας από την Ελλάδα είναι η Αργεντινή, η Νότια Αφρική και στην πρώτη θέση η Βενεζουέλα. Οι προβλέψεις, μάλιστα, αναφέρουν ότι το 2017 θα είναι ακόμη χειρότερο, κάτι που δεν μοιάζει παράλογο αφού η οικονομία είναι κλίμα, διάθεση και αισιοδοξία.  Όταν 19 στους 20 πολίτες αυτής της χώρας έχουν βγάλει από το μυαλό τους την έννοια της αποταμίευσης και μάλιστα δεν αναμένουν καμία αλλαγή για τους επόμενους δώδεκα μήνες, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΟΒΕ, όταν οι καταθέσεις μειώνονται και τα λεφτά στα σεντούκια τελειώνουν, τι είναι αυτό που θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα;

Ένα επενδυτικό σοκ, εκτιμούν οικονομικοί αναλυτές. Όμως το επενδυτικό σοκ προϋποθέτει φιλικές προς τις επενδύσεις πολιτικές, διαρθρωτικές αλλαγές, σταθερό φορολογικό καθεστώς και πάνω απ' όλα διάθεση από την κυβέρνηση για την προσέλκυσή τους. Τι υπάρχει από αυτά; Τίποτα απολύτως. Άρα, ακόμη και αν κλείσει… σήμερα η αξιολόγηση, η οικονομία θα συνεχίσει να σέρνεται υπό το βάρος των συνεχώς αυξανόμενων φόρων, αν δεν υπάρξει αλλαγή στρατηγικής.

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα επιδεινώθηκε τον Φεβρουάριο του 2017,  στις 92,9 μονάδες από 95,1 μονάδες τον Ιανουάριο. Η μηνιαία πτώση ήταν η υψηλότερη που έχει καταγραφεί τους τελευταίους 12 μήνες, ενώ σύμφωνα με την Eurobank, το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με τη στασιμότητα που σημειώθηκε τον Ιανουάριο 2017, αποτελεί μια ανησυχητική ένδειξη για την πορεία του ΑΕΠ στο α'' τρίμηνο του έτους.

Επίσης, από τον Οκτώβριο 2015 μέχρι τον Φεβρουάριο 2017, ο δείκτης οικονομικού κλίματος ακολούθησε ένα μονοπάτι ήπιας ανάκαμψης με διακυμάνσεις. Πιο συγκεκριμένα, η μέση μηνιαία μεταβολή διαμορφώθηκε στις 0,3 μονάδες. Όπως προαναφέρθηκε, με το συγκεκριμένο ρυθμό μεταβολής απαιτούνται προσεγγιστικά 41 μήνες ή 3,4 χρόνια για να επιστρέψει ο δείκτης οικονομικού κλίματος στο υψηλό 75 μηνών του Ιουνίου 2014.

Η σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη είναι πραγματικά απογοητευτική. Το 94% των νοικοκυριών θεωρεί λίγο έως καθόλου πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, στοιχείο που δείχνει ότι οι Έλληνες θα συνεχίσουν να ροκανίζουν τις ήδη μειωμένες αποταμιεύσεις τους. Οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -0,7 και -4,8 μονάδες αντίστοιχα.

Η Ελλάδα διατηρεί την πρωτιά της στην ΕΕ σε όρους απαισιοδοξίας των νοικοκυριών. Ακολουθούν η Βουλγαρία (-22,5 από -23,4 μον.), η Λετονία (-16,5 από -17,1 μον.), η Ιταλία (νέα είσοδος στην πεντάδα, με -14,6 από -12,9 μον.) και η Κροατία και Ρουμανία, στις οποίες ο δείκτης διαμορφώθηκε στο ίδιο επίπεδο (-13,7 από -17,1 μον. και -13,8 από -13 μον. αντίστοιχα).

Σε ότι αφορά τον δείκτη φτώχειας του IW, η Ελλάδα εμφάνισε αύξηση της φτώχειας κατά 40% μεταξύ 2008-2015, η Ιρλανδία αύξηση 28%, η Κύπρος 28,2%, η Ισπανία 18% και η Ιταλία 11%.