Η ελληνική οικονομία αναμένεται να υποστεί σημαντικό πλήγμα από την κατάρρευση του τουρισμού που προκαλεί η πανδημία, με τα ακραία σενάρια να κάνουν λόγο ακόμα και για ύφεση της τάξης του 13%, όταν ο διοικητής της ΤτΕ τοποθέτησε χθες την ύφεση στο βασικό σενάριο στο 6%. Όπως και να το δει κανείς είναι ένα μεγάλο πισωγύρισμα την ώρα που η οικονομία προσπαθούσε να ανακάμψει.
Όμως αντί η νευρικότητα στις αγορές ομολόγων να οδηγεί σε ράλι την απόδοση των ελληνικών τίτλων υπό το φόβο νέας εκτίναξης του χρέους, τον τελευταίο μήνα παρατηρείται μία σημαντική αποκλιμάκωση. Η κίνηση αυτή έχει οδηγήσει σταθερά και σχεδόν… αθόρυβα το κόστος δανεισμού της Ελλάδας χαμηλότερα από της Ιταλίας.
Από τις 22 Απριλίου έως σήμερα, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς έχει περιοριστεί κατά περίπου 34% για να φτάσει χθες έως το 1,64%. Συνολικά, από τις 18 Μαρτίου που καταγράφηκε το υψηλότερο επίπεδο της κρίσης (3,795%) η απόδοση του ελληνικού 10ετούς έχει σημειώσει «βουτιά» της τάξης του 57%. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη αναμφίβολα έχει διαδραματίσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία φροντίζει να στηρίζει με το QE Πανδημίας τα ελληνικά ομόλογα.
Την ίδια ώρα, η απόδοση του ιταλικού 10ετούς έχει υποχωρήσει κατά 24% από τις 22 Απριλίου και κατά 40,5% από το υψηλό της 18ης Μαρτίου, για να διαμορφωθεί σήμερα στο 1,58%. Κατά τη διάρκεια των χθεσινών συναλλαγών το κόστος δανεισμού της Ελλάδας έπεσε κατά διαστήματα κάτω από αυτό της Ιταλίας, ενώ οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων είναι χαμηλότερες σε όλη την καμπύλη, από την 5ετία έως την 25ετία. Ειδικότερα, η απόδοση του ελληνικού 5ετούς έφτασε χθες στο 1% και του αντίστοιχου ιταλικού στο 1,157%, το ελληνικό 15ετές βρέθηκε στο 1,711% όταν το αντίστοιχο ιταλικό είναι στο 2% και το 20ετές είναι στο 1,82% για την Ελλάδα και 2,186% για την Ιταλία.
Πρόκειται για μία αξιοσημείωτη εξέλιξη καθώς τα ιταλικά ομόλογα είναι επιλέξιμα και για το «κανονικό» QE αλλά και για το έκτακτο QE που τρέχει παράλληλα λόγω του κορονοϊού. Αυτό συνεπάγεται ότι έχουν… τις πλάτες της ΕΚΤ σε όλο τους το μεγαλείο.
Η μεγάλη εικόνα αυτή τη στιγμή στις αγορές είναι ότι η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι διαθέτει υψηλότερο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ από την Ιταλία, βρίσκεται σε καλύτερη θέση διότι πριν από την πανδημία είχε εισέλθει σε τροχιά ισχυρής ανάκαμψης, ενώ η Ιταλία προσπαθούσε να ξεκολλήσει από τη χρόνια οικονομική στασιμότητα.
Αναλυτές σημειώνουν ότι από τη στιγμή που παρεμβαίνει η ΕΚΤ με τόσο δραστικό τρόπο, οι αγορές βλέπουν τις προοπτικές των δύο οικονομιών χωρίς το πέπλο αβεβαιότητας του covid-19 για να τις συγκρίνουν. Κρίνουν, λοιπόν, ότι η Ελλάδα έχει καλύτερες προοπτικές από τη στιγμή που η Ιταλία δεν αποκλείεται να αντιμετωπίσει και πολιτικές αναταράξεις, ενώ και σε οικονομικό επίπεδο έχει αποδείξει ότι δεν τα καταφέρνει.
Υπενθυμίζεται ότι η Ιταλία διατηρεί αξιολόγηση στην κατηγορία «investment grade» παρά τις προειδοποιήσεις των οίκων και την υποβάθμιση του outlook από Fitch και DBRS.
Συμπεριφέρεται η Ελλάδα σαν να έχει αναβαθμιστεί σε investment grade ή η Ιταλία σαν να έχει υποβαθμιστεί σε junk; Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Από τη μία πλευρά, η Ελλάδα έχει λάβει εκτάκτως το investment grade status από την ΕΚΤ για τη συμμετοχή της στο QE Πανδημίας και παράλληλα εμφανίζει πολύ υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από τις χώρες της κατηγορίας junk. Από την άλλη, η Ιταλία αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο «πονοκέφαλο» για την Ευρώπη.
Ποιος είναι όμως ο λόγος που η αδύναμη Ελλάδα προσελκύει το ενδιαφέρον των επενδυτών; Όπως αναφέρει η Κάθριν Μιλμπρόνερ της Moody’ s, σε πρόσφατο σημείωμα, «τα δημόσια οικονομικά έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και η κυβέρνηση που εξελέγη τον περασμένο Ιούλιο σημείωσε ελπιδοφόρο ξεκίνημα με το εστιασμένο στις επενδύσεις πρόγραμμά της».
Για να έχει συνέχεια η ελληνική προσπάθεια και να δούμε το ελληνικό αξιόχρεο να εισέρχεται εκ νέου σε τροχιά αναβαθμίσεων προς την επενδυτική βαθμίδα, θα πρέπει, σύμφωνα με τη Moody’ s, οι ελληνικές κυβερνήσεις να διατηρήσουν συνετή δημοσιονομική στάση για πολλά χρόνια έτσι ώστε να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. Θα πρέπει, επίσης, να διατηρηθούν οι μεταρρυθμίσεις, όπως η ενίσχυση της λειτουργίας των θεσμών.
Τέλος, η ερμηνεία των λόγων που σύμφωνα με τη Moody’ s θα καθορίσουν τις επόμενες αξιολογήσεις φέρνει την Ελλάδα – με τα σημερινά δεδομένα – πιο κοντά στην αναβάθμιση παρά στην υποβάθμιση, ενώ το τοπίο στην Ιταλία παραμένει θολό, ανεξάρτητα με τις εξελίξεις στο μέτωπο του κορονοϊού.