Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η εταιρεία που δημιουργήθηκε τον Απρίλιο του 1976 στο γκαράζ του πατρικού του Στηβ Τζομπς, στην πόλη Los Altos, της επαρχίας Santa Clara που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της Silicon Valley, στον κόλπο του San Francisco στην Καλιφόρνια, είναι επίσημα η πρώτη επιχείρηση στη σύγχρονη ιστορία που ξεπερνάει σε αξία τα 1 τρισ. δολάρια.
Η Apple ιδρύθηκε από τους Στηβ Τζομπς, Στηβ Βόζνιακ και Ρόναλντ Γουέιν, με σκοπό την κατασκευή υπολογιστών και 42 χρόνια μετά έχει καταφέρει να αναπτυχθεί σε ένα παγκόσμιο γίγαντα που κυριαρχεί στην αγορά κινητών τηλεφώνων, όντας παράλληλα η μεγαλύτερη εταιρεία στον κλάδο της πληροφορικής.
Η μετοχή της Apple έφτασε στα 207,05 δολάρια την Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018, έχοντας καταγράψει τεράστια άνοδο τα τελευταία χρόνια. Οι αριθμοί που δείχνουν το μέγεθός της προκαλούν ίλιγγο. Απασχολεί 123.000 εργαζόμενους, διαθέτει 499 καταστήματα λιανικής σε 22 χώρες. Διαθέτει ταμειακά διαθέσιμα ύψους 285 δισ. δολαρίων και χρέος ύψους 122 δισ. δολαρίων.
Όμως, το στοιχείο που κάνει τη διαφορά και έχει φέρει την Apple στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας είναι ότι κατάφερε να ξεπεράσει σε κεφαλαιοποίηση τα 1 τρισ. δολάρια. Και ενώ αρκετά δημοσιεύματα προσπαθούν να συγκρίνουν την χρηματιστηριακή αξία της Apple με ΑΕΠ χωρών, αξία ομάδων ποδοσφαίρου και οτιδήποτε άλλο μπορεί να μετρηθεί σε οικονομικούς όρους, έκθεση της Credit Suisse αναφέρει ότι τα 1 τρισ. δολάρια αντιστοιχούν στη συνολική περιουσία των Ελλήνων.
Σύμφωνα με έκθεση του Ινστιτούτου Ερευνών της ελβετικής τράπεζας που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 2017, η συνολική περιουσία των Ελλήνων διαμορφώθηκε το 2017 σε 1 τρισ. δολάρια. Μάλιστα, στην έκθεση αναφέρεται ότι η περιουσία ανά ενήλικα αυξήθηκε από τα 72.839 δολάρια το 2000, σε 111.684 δολάρια το 2017.
Η Credit Suisse τοποθετεί τον πληθυσμό της Ελλάδας στα 11,172 εκατομμύρια το 2017 με αποτέλεσμα η συνολική περιουσία των Ελλήνων να αξίζει 1,0007 τρισ. δολάρια, που αντιστοιχεί στο 0,4% του παγκόσμιου πλούτου. Οι ενήλικοι Έλληνες διαθέτουν κατά μέσο όρο χρηματοοικονομικό πλούτο ύψους 30.524 δολαρίων και μη χρηματοοικονομικό πλούτο ύψους 96.449 δολαρίων.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από την έρευνα της ελβετικής τράπεζας έχει να κάνει με το χρέος των Ελλήνων, το οποίο έχει εκτιναχθεί το 2017 στα 15.289 δολάρια ανά ενήλικο, όταν το 2000 βρισκόταν στα 2.919 δολάρια ανά ενήλικο.
Σύμφωνα πάντα με την Credit Suisse, η συνολική περιουσία των ελληνικών νοικοκυριών ενισχύθηκε κατά 60 δισ. δολάρια το 2017, εμφανίζοντας έναν από τους μικρότερους ρυθμούς αύξησης (6,3%). Πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν η Πολωνία με τον συνολικό πλούτο των νοικοκυριών να αυξάνεται κατά 18% και τον πλούτο ανά ενήλικο να ενισχύεται κατά 17,9%.
Όσο για τους έχοντες της Ελλάδας επιβεβαιώνεται ο «κανόνας» του 1%. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, μόλις το 1% των Ελλήνων ενηλίκων (από τους 9,02 εκατομμύρια συνολικά, διαθέτει περιουσία που ξεπερνά τα 1 εκατ. δολάρια.
Το ποσοστό των Ελλήνων που διαθέτουν περιουσία χαμηλότερη των 10 χιλ. δολαρίων διαμορφώνεται σε 20,7% και το ποσοστό εκείνων που η αξία της περιουσίας τους ξεπερνά τα 100 χιλ. δολάρια ανέρχεται σε 25,4%. Το ποσοστό που κυριαρχεί είναι των Ελλήνων που η περιουσία τους διαμορφώνεται μεταξύ 10-100 χιλ. δολαρίων καθώς είναι πάνω από τους μισούς (52,9%).
Η περιουσία των Ελλήνων κατά μέσο όρο μπορεί να συγκριθεί με χώρες όπως η Μάλτα, ωστόσο η σύγκριση με τον πυρήνα της Ευρωζώνης, τον ευρωπαϊκό Βορρά ή την Ιταλία είναι απογοητευτική. Ενδεικτικά, η μέση αξία της περιουσίας των Γερμανών διαμορφώνεται σε 203 χιλ. δολάρια, των Ιταλών σε 223 χιλ. δολάρια και των Νορβηγών σε 320 χιλ. δολάρια, ενώ Ελβετοί και Ισλανδοί ξεχωρίζουν παγκοσμίως με 537 χιλ. δολάρια και 587 χιλ. δολάρια αντίστοιχα.