Η αγορά βαθμολόγησε θετικά τις εξαγγελίες Μητσοτάκη. Το χρηματιστήριο «ξέσπασε» χθες με δυναμική άνοδο και τζίρο μετά από πολλούς μήνες ανομβρίας, ενώ τα ομόλογα συνέχισαν την καλή συμπεριφορά των τελευταίων μηνών.
Η αγορά διάβασε στις προχθεσινές εξαγγελίες του πρωθυπουργού την αποφασιστικότητά του να κάνει όλα όσα πρέπει, ώστε στο τέλος της ημέρας η ύφεση να καταστεί διαχειρίσιμη. Το δείχνει η άνοδος 3,95% του γενικού δείκτη και κυρίως ότι αυτή συνοδεύτηκε με αύξηση του τζίρου των συναλλαγών στα 67,2 εκατ ευρώ, έπειτα από μήνες εγκλωβισμού σε χαμηλά επίπεδα, γεγονός φυσικά που μένει να φανεί τι διάρκεια θα έχει.
Οι επενδυτές αντιλαμβάνονται ότι η κυβέρνηση φαίνεται προσανατολισμένη στην πραγματική οικονομία, στην ενίσχυση του προσωπικού εισοδήματος, άρα της κατανάλωσης που μεταφράζεται σε στήριξη των επιχειρήσεων. Ξέρει καλά ότι τα μέτρα ύψους 6,7 δισ που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός δεν μπορούν να επηρεάσουν δραματικά την τελική εικόνα. Εκτιμά ωστόσο ότι είναι σε θέση να συγκρατήσουν την ύφεση σε πιο διαχειρίσιμα επίπεδα.
Εκείνο που επίσης μετρά για την αγορά είναι οι εξαγγελίες Μητσοτάκη για την ενίσχυση της εθνικής άμυνας την οποία ο πρωθυπουργός συνέδεσε με την εγχώρια παραγωγή, κατ' επέκταση με την ανάπτυξη. Ποτέ μέχρι σήμερα αυτά τα δύο δεν είχε επιχειρηθεί να διασυνδεθούν σε ένα μεγάλο κάδρο. Η αναθεώρηση του αμυντικού δόγματος της χώρας μαζί με την οικονομική ανάπτυξη. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές του πρωθυπουργού για ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, την αποκρατικοποίηση των σχεδόν χρεοκοπημένων εταιρειών και την επόμενη ημέρα τους, ζητήματα για τα οποία η αγορά θα ήθελε να ακούσει περισσότερα.
Όσο για την ύφεση, η αγορά έχει προεξοφλήσει ότι αυτή θα κινηθεί μεταξύ 7,5%-8%. Στην παρούσα φάση δεν την απασχολεί τόσο η ύφεση, όσο τα ελληνοτουρκικά. Σε περίπτωση αποκλιμάκωσης των ελληνοτουρκικών εντάσεων, θα απαλειφθεί ένα ακόμη βαρίδι για το ελληνικό χρηματιστήριο. Από μόνο του δεν αρκεί, ωστόσο μαζί με μια επιτάχυνση μεταρρυθμίσεων, θα μπορούσε να το απελευθερώσει και να του δώσει καύσιμα για μια ανοδική διάσπαση των 676 μονάδων.
Στο μέτωπο της αγοράς ομολόγων, το κλίμα ήταν ανάλογο με αυτό στο χρηματιστήριο. Οι αποδόσεις δηλαδή κινήθηκαν πτωτικά. Του 10ετούς διαμορφώθηκε στο 1,75% και του 5ετούς στο 0,22%. Η αγορά ομολόγων ωστόσο έχει ούτως ή άλλως επιδοκιμάσει εδώ καιρό την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική. Εδώ και καιρό, η Ελλάδα κάνει rebranding της αγοράς των ομολόγων της. Οπως όταν στις αρχές του μήνα, το ελληνικό Δημόσιο προχώρησε σε επανέκδοση 10ετούς ομολόγου και όχι σε νέα έκδοση, αντλώντας 2,5 δισ ευρώ. Η ζήτηση τότε είχε ξεπεράσει τα 18 δισ. ευρώ, ενώ η απόδοση είχε διαμορφωθεί στο 1,21%, η χαμηλότερη που έχει υπάρξει ποτέ για τη χώρα σε οποιαδήποτε έκδοση ομολόγου.
Ανοίγοντας την προηγούμενη έκδοση, αντί να προχωρήσει σε καινούργια, η Ελλάδα πέτυχε στις αρχές του μηνός δύο οφέλη: Αύξησε το βάθος της αγοράς, άρα και την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Κάτι εξαιρετικά σημαντικό για μια χώρα που δεν φημίζεται για το βάθος της αγοράς ούτε των ομολόγων της, ούτε των μετοχών της. Δεδομένου ότι η επενδυτική εμπιστοσύνη και το βάθος μιας αγοράς είναι έννοιες αλληλένδετες, τότε, εφόσον το οικονομικό επιτελείο συνεχίσει να επενδύει στην παραπάνω συνταγή, αυτή μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά στην πορεία των ελληνικών ομολόγων, μέχρι την ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας, η οποία δεν αναμένεται πριν τα τέλη του 2022.