Το επόμενο πακέτο με τα μέτρα στήριξης θα έρθει μέσα στον Νοέμβριο, θα περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο παρεμβάσεις προσωρινού χαρακτήρα και θα στοχεύει στην αντιμετώπιση του κύματος ακρίβειας το οποίο εκείνη την περίοδο θα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Αυτό είναι το «βασικό σενάριο» που φαίνεται να διαμορφώνεται. Το ότι θα υπάρξει η δημοσιονομική δυνατότητα για πρόσθετες παροχές –οι πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ένα ποσό που μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 500 εκατ. ευρώ– από πολλές πλευρές θεωρείται ως δεδομένο.
Όλοι οι πρόδρομοι δείκτες της οικονομίας δείχνουν ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης και στο τρίτο τρίμηνο με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες για ρυθμό ανάπτυξης άνω του 5,9% που είναι αυτή τη στιγμή ο επίσημος στόχος της χώρας. Από χθες στους υποστηρικτές της άποψης ότι η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει φέτος ρυθμό άνω του 6% έχει προστεθεί και ο Γιάννης Στουρνάρας, ενώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται σήμερα η έκθεση αξιολόγησης των θεσμών για να φανεί αν στο στρατόπεδο των αισιόδοξων προσχωρούν πλέον και οι δανειστές μας.
Το ότι ο κύριος όγκος του πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου που θα δημιουργηθεί θα κατευθυνθεί σε μέτρα έκτακτου χαρακτήρα, επίσης είναι… νομοτελειακό. Με τη χώρα να εκμεταλλεύεται τη ρήτρα διαφυγής της ΕΕ για να εκτελεί ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, η ενεργοποίηση μέτρων μόνιμου χαρακτήρα δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς να ζητηθούν «ισοδύναμα».
Μόνο αν τεκμηριωθεί ότι ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος έχει μόνιμα χαρακτηριστικά είναι εφικτό να θεσπιστούν μέτρα μόνιμου χαρακτήρα. Και από το σύνολο των παρεμβάσεων που έγιναν μέχρι τώρα το μόνο μέτρο χωρίς ημερομηνία λήξεως είναι η μείωση των συντελεστών φορολόγησης των επιχειρήσεων, παρέμβαση με δημοσιονομικό κόστος κάτω των 200 εκατ. ευρώ.
Το ότι η προτεραιότητα θα είναι η καταπολέμηση των συνεπειών της ακρίβειας είναι εύκολο να το συμπεράνει κανείς αν παρατηρήσει τις εξελίξεις στην οικονομία τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα. Το οικονομικό επιτελείο, ύστερα από δύο χρόνια πανδημίας πρέπει να είναι προετοιμασμένο για την επιδείνωση εξωγενών παραγόντων, και ένα «μέτωπο» που μπορεί να επιδεινωθεί είναι αναμφίβολα αυτό των διεθνών τιμών.
Ακόμη και οι φωνές που χαρακτήριζαν ως προσωρινό το κύμα του πληθωρισμού παραδέχονται τώρα ότι οι υψηλές τιμές μπορούν να μας συνοδεύουν και στις αρχές του 2022. Κάτι που σημαίνει ότι τα 20-30 εκατ. ευρώ για το επίδομα του πετρελαίου θέρμανσης, τα 150 εκατ. ευρώ για την επιδότηση της ηλεκτρικής ενέργειας και τα μερικές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για τη διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ σε μεταφορές, καφέ κλπ, μπορούν να αποδειχθούν και λίγα για την αντιμετώπιση της κατάστασης.