Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για την Ελλάδα δεν είναι αν θα βγει από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018, αλλά αν θα καταφέρει να ανακτήσει και να διατηρήσει επί μακρόν την πρόσβαση στις αγορές, κάτι που για να συμβεί θα χρειαστεί μια σημαντική και αξιόπιστη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Σε έκθεσή της για την προσπάθεια της Ελλάδας να βγει από τα μνημόνια, η HSBC εκτιμά ότι είναι εφικτή η έξοδος τον Αύγουστο του 2018, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν είναι βέβαιο αν αυτή η έξοδος θα είναι «καθαρή».
Σύμφωνα με τον οίκο, έως τον Αύγουστο του 2018, η Ελλάδα θα πρέπει να διαθέτει επαρκές κεφαλαιακό απόθεμα για να χρηματοδοτεί τις ανάγκες της για τον επόμενο ένα χρόνο περίπου. Συνεπώς, μία "καθαρή" έξοδος ίσως είναι εφικτή, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Όμως ένα προληπτικό πρόγραμμα, ή τουλάχιστον μία "ενισχυμένη" μεταμνημονιακή εποπτεία, θα χρειαστεί για να διασφαλιστεί ότι τα ελληνικά ομόλογα θα συνεχίσουν να είναι επιλέξιμα για τις πράξεις αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, το γνωστό waiver.
Κάτι τέτοιο θα αυξήσει παράλληλα τις πιθανότητες ένταξης των ελληνικών τίτλων στο QE, προσθέτει η HSBC. Σύμφωνα με τον αναλυτή της τράπεζας, Fabio Balboni, πολλά εξαρτώνται από τη στάση που θα κρατήσει η Ευρωζώνη ως προς την ελάφρυνση, αφού η Ένωση κατέχει το 80% του ελληνικού χρέους.
Ακόμη, τονίζει πως «με βάση λογικές εκτιμήσεις ως προς την ανάπτυξη και με τα πρωτογενή πλεονάσματα που συμφωνήθηκαν στο Eurogroup, το ελληνικό χρέος δεν θα σταθεροποιηθεί, καθώς τα φτηνά δάνεια της Ευρωζώνης θα αντικαθίστανται από πιο ακριβά ομόλογα.
«Μακροπρόθεσμα, αυτό που έχει σημασία είναι το κατά πόσο η Ελλάδα μπορεί να ανακτήσει διατηρήσιμη πρόσβαση στις αγορές. Συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι το υψηλό χρέος της Ελλάδας (περίπου 180% του ΑΕΠ) καθιστά τη χώρα ευάλωτη ακόμη και στη μικρότερη αύξηση των αποδόσεων. Το να βγει στις αγορές στα σημερινά επιτόκια, αντί για τα πολύ φθηνά δάνεια της Ευρωζώνης, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του χρέους. Στην πάροδο του χρόνου, οι επενδυτές ενδέχεται να ανησυχήσουν ξανά για μία νέα αναδιάρθρωση χρέους. Κατά την άποψή μας, μία βιώσιμη στρατηγική εξόδου προϋποθέτει ότι η Ευρωζώνη θα προβεί σε σημαντική και αξιόπιστη ελάφρυνση χρέους, συμπεριλαμβανομένης της αυτόματης παράτασης των ωριμάνσεων και μεγαλύτερων περιόδων χάριτος», αναφέρει χαρακτηριστικά η HSBC.
Σε ότι αφορά την ύπαρξη κάποιου είδους προγράμματος μετά τον Αύγουστο η HSBC υπενθυμίζει τις δηλώσεις του Γιάννη Στουρνάρα, σύμφωνα με τις οποίες η ύπαρξη μιας προληπτικής γραμμής στήριξης θα βοηθούσε την Ελλάδα να ανακτήσει την πρόσβαση στις αγορές και να ωφεληθεί από το waiver. «Το πιστωτικό waiver επιτρέπει σήμερα στις τράπεζες να χρησιμοποιούν τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα στις πράξεις αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, παρά το γεγονός ότι οι ελληνικοί τίτλοι δεν έχουν αξιολόγηση επενδυτικού βαθμού, γεγονός που περιορίζει την εξάρτηση από τον ELA».
Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, η ένταξη στο QE συνεχίζει να έχει κάποια σημασία για την Ελλάδα. Σε αυτό το πλαίσιο, η ύπαρξη μιας προληπτικής γραμμής στήριξης θεωρείται ελκυστική. Αν δεν υπάρχει μνημόνιο, ακόμη και στην περίπτωση που έχει συμφωνηθεί μία σημαντική ελάφρυνση του χρέους, θα είναι πολύ δύσκολο να συμπεριλάβει η ΕΚΤ τους ελληνικούς τίτλους στο QE.
Όσο για το ενδεχόμενο να τελειώσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης στο δ'' τρίμηνο του 2018, η HSBC εκτιμά ότι η ένταξη στο QE παραμένει σημαντική για την Ελλάδα. «Μέχρι σήμερα, η Τράπεζα της Ελλάδας έχει αγοράσει άλλα ομόλογα, όπως "υπερεθνικά", λόγω της μη επιλεξιμότητας των ελληνικών ομολόγων. Όμως, καθώς τα ομόλογα αυτά θα πλησιάζουν σε ωρίμανση, κατά τη διάρκεια της φάσης επανεπένδυσης των τίτλων η οποία σύμφωνα με τον Draghi θα διαρκέσει και μετά τη λήξη του QE, θα έχει τη δυνατότητα να τα ανταλλάξει με ελληνικά ομόλογα, αν έχουν γίνει επιλέξιμα.