Από το 2009 και μετά εντάθηκε ο ρυθμός εξόδου των εταιρειών είτε λόγω εξαγορών είτε λόγω προβλημάτων στη συνέχιση της λειτουργίας τους. Η μεγάλη ύφεση των ετών 2008-2013 οδήγησε σε κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων που βρίσκονταν σε οριακό σημείο, άλλες εξαγοράστηκαν σε αποτιμήσεις που αδικούσαν κατάφωρα τους μετόχους μειοψηφίας και άλλες συγχωνεύτηκαν σε μεγαλύτερα σχήματα, μειώνοντας ωστόσο το δυνητικό μέγεθος ενδιαφέροντος. Την ίδια περίοδο τα επενδυτικά κεφάλαια έγιναν πιο δραστήρια και έδωσαν την αναγκαία χρηματοδότηση σε πολλές αξιόλογες ελληνικές επιχειρήσεις που εξέταζαν εκείνη την περίοδο την έξοδό τους σε οργανωμένες αγορές.
Οι διπλές ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών και τα γεγονότα που αφορούσαν τη μετοχή της Folli Follie έθεσαν την ελληνική Αγορά υπό επανεξέταση από τους ξένους διαχειριστές, περιορίζοντας έτσι τη ρευστότητα και τους τζίρους. Οι παράγοντες αυτοί -εν συντομία- κατέβασαν τον συνολικό αριθμό των εισηγμένων εταιρειών από 287 το 2008 σε 176 σε 12 χρόνια, τη στιγμή που όσες προσπάθειες εμπλουτισμού της αγοράς έγιναν αφορούσαν κυρίως εταιρίες της Εναλλακτικής Αγοράς και του real estate, χωρίς ωστόσο να αλλάξουν ριζικά την εικόνα των συναλλαγών.
Το Χρηματιστήριο προσπάθησε τα τελευταία χρόνια να ανοίξει το πλάνο βάζοντας τις καλές μεσαίες και μικρές εταιρείες εντός της θεσμικής εστίασης. Το πρόσημο των προσπαθειών αυτών ήταν θετικό, ωστόσο η φθορά που παρατηρείται στα ονόματα ήταν πολύ μεγαλύτερη από τις ενδιαφέρουσες περιπτώσεις που προέκυπταν στα θεματικά επενδυτικά συνέδρια. Οι δε ομολογιακές εκδόσεις είχαν μάλλον στατικό ενδιαφέρον ως προς τον τζίρο, αφού απευθύνονταν κυρίως στο καταθετικό κοινό.
Επομένως το ζητούμενο είναι και παραμένει ο εμπλουτισμός, το νέο αίμα εταιρειών, που θα φέρει καινούργιους ενδιαφερόμενους και θα ανοίξει το πεδίο των επιλογών στο Χ.Α.
Βέβαια, κοιτώντας πίσω στο παρελθόν της ελληνικής αγοράς, η ουσία του εμπλουτισμού δεν είναι να γεμίσει το ταμπλό από εταιρείες που έτυχε να έχουν δύο ή τρεις καλές χρήσεις πιάνοντας τους όρους εισαγωγής και να μετά να ξεχαστούν. Οταν κάποιες επιχειρήσεις παραμένουν μικρές ή οικογενειακές, το ενδιαφέρον των επενδυτών για το Χρηματιστήριο παραμένει μικρό.
Το Χρηματιστήριο χρειάζεται εταιρείες-σηματωρούς που έχουν ισχυρό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία, ένα μοναδικό προϊόν και έχουν επιχειρηματικό πλάνο μεγέθυνσης και όχι επιβίωσης. Οσοι κινούνται έξω από τα στενά όρια της «μαρκέτας» γνωρίζουν ότι η οικονομία της χώρας βρίθει από επιχειρήσεις που μπορούν να παίξουν αυτό τον ρόλο. Το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας στη διατροφή δεν μπορεί να εξαντλείται στην Κρι Κρι ή ο τουρισμός να αρχίζει και να τελειώνει με τις εταιρείες ενοικίασης και τις ακτοπλοϊκές. Υπάρχουν εταιρείες που βρίσκονται σε κλάδους όπως τα δομικά υλικά, τα τρόφιμα, η ενέργεια ή οι υπηρεσίες που συνδέονται με τον τουρισμό που έχουν ισχυρή δυναμική κερδών, εξαγωγές και σίγουρα θα είχαν λόγους να κοιτάξουν την είσοδό τους σε μια οργανωμένη αγορά.
Για έναν βασικό μέτοχο που έχει μια επιχείρηση που καλύπτει όλα τα προαπαιτούμενα εισαγωγής ο κύριος λόγος που θα τον έπειθε να κινηθεί υπέρ μιας τέτοιας απόφασης δεν είναι το να κερδίσει κάποια δημοσιότητα και μια θέση σε μια πλατφόρμα συναλλαγών που κάνει με το ζόρι 70 εκατ. ευρώ τζίρο την ημέρα, αλλά το να καταφέρει να κεφαλαιοποιήσει τα καλά μεγέθη της εταιρείας του.
Τι σημαίνει αυτό; Να μπορέσει, π.χ., να έχει μια σχετική αποτίμηση κοντά σε αυτή που έχουν άλλες παρόμοιες εταιρείες στο εξωτερικό. Δεν λέμε να έχει την ίδια -αφού κάθε αγορά έχει τις επιμέρους ιδιομορφίες της-, αλλά σίγουρα δεν μπορεί να διαπραγματεύεται με έκπτωση 40% και 50% έναντι των ομοειδών εταιρειών του κλάδου. Οσοι συμμετέχουν τακτικά σε παρουσιάσεις εταιρειών ή σε γενικές συνελεύσεις έχουν ακούσει παρόμοια σχόλια ή παρατηρήσεις που δείχνουν τη δυσαρέσκεια που υπάρχει έναντι του φαινομένου των σχεδόν μόνιμων εκπτώσεων της ελληνικής αγοράς. Ευκαιρία; Σίγουρα, ναι. Αλλά χρειάζεται κάποια στιγμή να ανακαλυφθεί, για να μπορέσει να κλείσει η ψαλίδα και οι διαφορές να γυρίσουν υπέρ των επενδυτών του Χ.Α.
Οι προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη
Στο σχέδιο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας που εκπονήθηκε από την Επιτροπή Πισσαρίδη και δόθηκε στη δημοσιότητα τον Ιούλιο υπήρχαν προτάσεις που δυνητικά θα μπορούσαν να ξεκινήσουν κάποιο αρχικό ενδιαφέρον:
-Κατάργηση του φόρου 1% επί των αντληθέντων κεφαλαίων.
-Επιδότηση του κόστους προετοιμασίας φακέλου για την εισαγωγή στο Χ.Α.
-Φορολογικά κίνητρα θα μπορούσαν εναλλακτικά να δοθούν σε νοικοκυριά τα οποία επενδύουν σε ελληνικές εταιρείες που εισάγονται στο Χ.Α. Τέτοιας μορφής κίνητρα υπάρχουν σε χώρες όπως το Ην. Βασίλειο, η Γαλλία και η Ιταλία, και θα μπορούσαν να δίνονται μόνο για μακροπρόθεσμες επενδύσεις.
-Αναβάθμιση του Χ.Α. με τη μετατροπή του ασφαλιστικού συστήματος από καθαρά διανεμητικό σε μίγμα διανεμητικού και κεφαλαιοποιητικού.
Τα παραπάνω κίνητρα θα έδιναν μια ώθηση στις ελληνικές εταιρείες να μεγαλώσουν και να πληρούν τα κριτήρια διαφάνειας που απαιτούνται για την εισαγωγή στο Χ.Α. Μια ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση προς τις εταιρείες που εισάγονται στο Χ.Α. δικαιολογείται από την ύπαρξη αντικινήτρων που κρατούν τις εταιρείες μικρές. Δικαιολογείται επίσης από τις οικονομίες κλίμακας που υπάρχουν στις αγορές κεφαλαίου: μια πιο μεγάλη αγορά με περισσότερες εισηγμένες επιχειρήσεις προσελκύει περισσότερους επενδυτές, προς όφελος όλων των επιχειρήσεων.
Μόνο οι μισές εισηγμένες πληρούν τα κριτήρια
Σήμερα στο Ελληνικό Χρηματιστήριο ο αριθμός των εισηγμένων εταιρειών είναι 176. Από αυτές, οι 19 είναι σε αναστολή διαπραγμάτευσης, ορισμένες μάλιστα εξ αυτών βρίσκονται σε πολυετή αναστολή. Στην Εναλλακτική Αγορά είναι εισηγμένες 9 εταιρείες, εκ των οποίων η μία βρίσκεται σε αναστολή. Στην κατηγορία της διακοπτόμενης διαπραγμάτευσης (επιτήρηση) ο αριθμός των εταιρειών είναι 26. Ο λόγος για την ένταξη μια εταιρείας σε καθεστώς επιτήρησης συνδέεται με τη χρηματοοικονομική εικόνα των τελευταίων ισολογισμών, τα αρνητικά ίδια κεφάλαια κ.λπ. Στην Κύρια Αγορά επομένως έχουν εισηγμένες τις μετοχές τους 122 εταιρείες. Από αυτές, όμως, μόνο 61 πληρούν τα ποσοτικά κριτήρια εισαγωγής στην Κύρια Αγορά του Χρηματιστηρίου.
Εχουν, δηλαδή, ίδια κεφάλαια άνω των 3 εκατ. ευρώ, θετικά λειτουργικά κέρδη για δύο συνεχόμενες χρονιές ή το άθροισμα των λειτουργικών κερδών τους είναι πάνω από 3 εκατ. ευρώ και ελάχιστη απαιτούμενη διασπορά 25%. Σε μια διασταλτική ερμηνεία της κατανομής της διασποράς στο επενδυτικό κοινό θα μπορούσαν να προστεθούν άλλες 18 εταιρείες που έχουν ελεύθερη διασπορά μεταξύ 15% και 24,9%. Στο τελικό αποτέλεσμα θεωρήσαμε ότι όλες οι τράπεζες πληρούν τα κριτήρια, όπως και όσες εταιρείες έχουν προχωρήσει σε δευτερογενείς εισαγωγές (Coca Cola, Titan, Viohalco και Cenergy).
Το παραπάνω στοιχείο δείχνει ότι παρά τη μαζική αποχώρηση των εταιρειών από την Αγορά τα τελευταία χρόνια λόγω και της οικονομικής κρίσης και της ολοκλήρωσης του βιώσιμου του κύκλου λειτουργίας τους, η ποιότητα των ισολογισμών της πλειονότητας των εισηγμένων εταιρειών δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητική. Εξίσου ανησυχητικό είναι το φαινόμενο μεγάλων ελληνικών εταιρειών να εγκαταλείπουν το Χ.Α. για να εισαχθούν σε ξένα χρηματιστήρια και να αντλήσουν κεφάλαια με χαμηλότερο κόστος, αυξάνοντας το κόστος κεφαλαίου για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις.
Η αναζωογόνηση του Χρηματιστηρίου πρέπει να αποτελέσει στόχο και προτεραιότητα των φορέων που ευαγγελίζονται ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελεί επενδυτικό προορισμό. Βασικός ρόλος του Χρηματιστηρίου πέραν του παρόχου της Αγοράς είναι η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε κεφάλαια με χαμηλό κόστος. Αλλιώς, σε λίγο, η κατάσταση θα θυμίζει ένα παλιό ανέκδοτο που κατέληγε κάπως έτσι: «Προϊόν δεν έχουμε, αλλά από οργάνωση πάντως σκίζουμε».
On the Spot:
Αγορά: Τα αποτελέσματα των εταιρειών επιστρέφουν από αυτή την εβδομάδα στην ατζέντα της εβδομάδας. Την Πέμπτη 27 Αυγούστου τα Ελληνικά Πετρέλαια και η Alpha Bank έχουν προγραμματισμένες ανακοινώσεις μεγεθών για το α’ εξάμηνο. Για την Alpha Bank έχουμε ήδη πάρει μια πρόγευση από τη Γενική Συνέλευση, κατά την οποία ανακοινώθηκαν ότι τα δάνεια που βρίσκονται σε αναστολή τόκων ανέρχονται σε 4,8 δισ. ευρώ το α’ εξάμηνο, ενώ η συναλλαγή του Galaxy πλέον περιορίζεται σε 10,6 δισ. ευρώ. Η τράπεζα επαναδιατύπωσε την εκτίμησή της για κόστος απομειώσεων της τάξης των 180-190 μονάδων βάσης επί των συνολικών δανείων για το σύνολο της χρονιάς. Τα Ελληνικά Πετρέλαια εκτιμάται ότι θα εμφανίσουν ένα πολύ αδύναμο τρίμηνο, αποτέλεσμα της μειωμένης ζήτησης σε καύσιμα κίνησης, απόρροια της πανδημίας και των απαγορεύσεων στην κίνηση τον Απρίλιο και τον Μάιο. Τα μικρά κέρδη από την αποτίμηση των αποθεμάτων που ενδεχομένως καταγράφηκαν στο τέλος του Ιουνίου δεν αλλάζουν την εικόνα, η οποία παραμένει εξαιρετικά πιεσμένη για τις εταιρείες διύλισης παγκοσμίως.
Διύλιση: Η μειωμένη ζήτηση είναι το κυρίαρχο στοιχείο για τις εταιρείες του κλάδου, που εξηγεί την αδυναμία στην κερδοφορία. Ωστόσο η εικόνα επιδεινώνεται και από άλλους παράγοντες: Η σχέση των αργών πετρελαίων μεταξύ Βόρειας Θάλασσας και ρωσικών μιγμάτων αργού πετρελαίου έχει αντιστραφεί εδώ και δύο μήνες, με αποτέλεσμα το γεωγραφικό αποτέλεσμα του φθηνότερου πετρελαίου να έχει εξανεμιστεί για όσες εταιρείες επιχειρούν στη ΝΑ Μεσόγειο. Μέχρι στιγμής τα στοιχεία που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα από μεγάλα ευρωπαϊκά διυλιστήρια δείχνουν μείωση της τάξης του 20%-25% της παραγωγής κατά το β’ τρίμηνο.
Τράπεζα της Ελλάδος: Η Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το Καταστατικό της, αγοράζει χρυσά νομίσματα και πλακίδια χρυσού που πωλούν οι ιδιώτες. Από τα διαθέσιμα στοιχεία που υπάρχουν στον ιστοχώρο της ΤτΕ το α’ εξάμηνο η τράπεζα αγόρασε 49.534 χρυσές λίρες και πούλησε 3.235. Από το 20016 η ΤτΕ είναι σταθερά αγοραστής, αφού έχει τη δυνατότητα να απορροφά την προσφορά και να ικανοποιεί τη ζήτηση λόγω των πολύ υψηλών spread των τιμών αγοράς και πώλησης (σχεδόν 50 ευρώ για τις λίρες Αγγλίας). Είναι χαρακτηριστικό ότι ελάχιστες φορές στο κοντινό παρελθόν η τράπεζα έχει εμφανιστεί ως καθαρός πωλητής: Το γ’ τρίμηνο του 2015 (3.536 τμχ), το δ’ τρίμηνο του 2011 (39.975 τμχ) και το α’ εξάμηνο του 2012 (24.414 τμχ) εμφανίστηκε ισχυρή ζήτηση για το κίτρινο μέταλλο, για τους προφανείς λόγους των αβεβαιοτήτων που δημιουργούσε ένα πιθανό Grexit.
Σε ό,τι αφορά τον ισολογισμό της τράπεζας η αύξηση της τιμής του μετάλλου έχει οδηγήσει σε αύξηση 1,1 δισ. ευρώ της αξίας του αποθέματος (150,3 τόνοι ή 4.832.900 ουγγιές) που έχει στην κατοχή της η τράπεζα. Από τους 150,3 τόνους, οι 30,65 συνιστούν απαιτήσεις και έχουν μεταφερθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο καλύπτοντας το μερίδιο του συναλλαγματικού μίγματος συμμετοχής της χώρας μας στον οργανισμό, όπως έχουν κάνει και τα υπόλοιπα 188 κράτη-μέλη. Το 29% των αποθεμάτων βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο θησαυροφυλάκιο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών, το 20% έχει μεταφερθεί στην Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας και το άλλο 4% στην Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας. Τέλος, ένα μέρος του αποθέματος είναι χρυσός μη διεθνών προδιαγραφών και τα χρυσά νομίσματα (197,9 χιλιάδες ουγγιές).
Στο επόμενο φύλλο: Ο κλάδος της πληροφορικής φιλοδοξεί να ξαναμπεί στο κάδρο των εταιρειών αιχμής. Τι λένε οι εισηγμένοι του χώρου που πρωταγωνιστούν στους κυριότερους τομείς του κλάδου.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του σαββατοκύριακου 22-23 Αυγούστου.