Η διόγκωση στοιχημάτων ότι τα επιτόκια θα πάρουν την ανιούσα δεν έχει καταφέρει να εκτροχιάσει τη χρηματιστηριακή αγορά καθώς υπερισχύει η άποψη ότι το όποιο σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής από τη Fed και άλλες κεντρικές τράπεζες δεν θα είναι της έκτασης που είδαμε στο παρελθόν.
Το νέο κύμα αβεβαιότητας λόγω των μεταλλάξεων του κορονοϊού μετρίασε ελαφρώς τις προσδοκίες για σημαντική άνοδο των επιτοκίων που προεξοφλούσαν οι αγορές για τον επόμενο χρόνο από τη Fed, την Τράπεζα της Αγγλίας και άλλες κεντρικές τράπεζες.
Όμως τα τελευταία σχόλια του επικεφαλής της Fed δείχνουν ότι σχεδιάζονται αυξήσεις επιτοκίων αρκετές φορές τα επόμενα δύο χρόνια.
Οι χρηματιστηριακές αγορές σε γενικές γραμμές έχουν αντιδράσει με αδιαφορία στην προοπτική υψηλότερων επιτοκίων, τα μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια είχαν εισροές χρήματος κάθε εβδομάδα φέτος εκτός από δύο.
Σε μια συγκυρία όπου τα ομόλογα προσφέρουν απόδοση κάτω από το 0%, λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό, δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή εκτιμούν οι επενδυτές.
Οι αρνητικές πραγματικές αποδόσεις, τα χαμηλά κόστη δανεισμού σε μεγάλης διάρκειας ομόλογα, η επιπεδοποίηση της καμπύλης αποδόσεων αλλά και η κούρσα των μετοχών, βασίζονται στην εκτίμηση ότι το τελικό επίπεδο των επιτοκίων, η το επίπεδο όπου θα κορυφωθούν τα παρεμβατικά επιτόκια των κεντρικών τραπεζών, θα είναι χαμηλότερο από ό,τι σε προηγούμενους κύκλους.
Ο προηγούμενος κύκλος ανόδου των επιτοκίων της Fed κορυφώθηκε στο 2,25%-2,5% το 2018.
Ο επερχόμενος κύκλος ανοδικών επιτοκίων μάλλον θα ολοκληρωθεί σε επίπεδο κάτω του 2,0% αν κρίνει κανείς από το πως τιμολογούν τα futures στην αγορά παραγώγων το που θα είναι τα επιτόκια σε πέντε χρόνια.
Το στοίχημα αυτό, που τα βλέπει χαμηλότερα από το 2,5% που προβλέπει η ίδια η Fed, αντικατοπτρίζει την άποψη ότι το σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής θα τελειώσει πριν τα επιτόκια φτάσουν στο 2,0% που είναι και ο στόχος της αμερικανικής τράπεζας για τον πληθωρισμό.
Έμμεσα υποδηλώνει ότι τα πραγματικά επιτόκια στις ΗΠΑ θα παραμείνουν αρνητικά.
Η εικόνα είναι παρόμοια στη ζώνη του ευρώ και στη Βρετανία, όπου το τελικό επίπεδο των επιτοκίων προβλέπεται λίγο πάνω από το 0% και σχεδόν 1,0%, αντίστοιχα.
Αυτό που εκπέμπουν οι αγορές μετοχών είναι ότι τα επιτόκια δεν θα πάνε σε υψηλά επίπεδα και οι πραγματικές αποδόσεις θα παραμείνουν χαμηλές.
Αυτό που λένε οι αγορές ομολόγων είναι ότι οι μακροπρόθεσμες αποδόσεις κρατούνται χαμηλά γιατί τα επιτόκια θα αυξηθούν για να ξαναπέσουν και πάλι.
Το κύριο ζήτημα είναι ότι δεν υπάρχει περιθώριο λάθους. Γύρω στο ένα τρις δολάρια έχει εισρεύσει στην παγκόσμια αγορά μετοχών φέτος, ποσό μεγαλύτερο από τα προηγούμενα 19 χρόνια συνολικά, και έχει οδηγήσει τις αποτιμήσεις των μετοχών σε νέα ιστορικά υψηλά.
Τα πριμ ρίσκου των εταιρικών ομολόγων βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα ενώ το συνολικό χρέος των νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κυβερνήσεων εκτοξεύτηκε κατά $36 τρις κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Σύμφωνα με το International Institute of Finance, το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε σε νέο ιστορικό υψηλό σχεδόν στα $300 τρις το δεύτερο τρίμηνο, αλλά το χρέος ως πιστό του ΑΕΠ μειώθηκε για πρώτη φορά από την αρχή της πανδημίας καθώς οι οικονομίες ανέκαμψαν.
Για τον λόγο αυτό πιστεύουν πολλοί ότι οι πραγματικές αποδόσεις στις ΗΠΑ που σήμερα βρίσκονται στο -1,0% με βάση το 10ετες κρατικό ομόλογο, θα χρειαστεί να παραμείνουν αρνητικές για χρόνια.
Σύμφωνα με τη BofA, «Αυτό που οδηγεί το μακρινό τμήμα της καμπύλης των αποδόσεων είναι η προσδοκία ότι με το που θα αρχίσουν να ανεβάζουν τα επιτόκια οι κεντρικές τράπεζες δεν θα μπορέσουν να πλησιάσουν τα επίπεδα προηγούμενων ανοδικών κύκλων».
Στους υπολογισμούς του τελικού επιπέδου των επιτοκίων παίζει σημαντικό ρόλο το λεγόμενο ουδέτερο επιτόκιο – το επιτοκιακό επίπεδο ισορροπίας όπου χαμηλό επίπεδο ανεργίας συνυπάρχει με σταθερό πληθωρισμό.
Το επιτόκιο αυτό βρίσκεται σε σταθερά πτωτική πορεία στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Οι λόγοι έχουν να κάνουν με τη γήρανση των πληθυσμών έως και τα υψηλά επίπεδα αποταμίευσης. Οι ΗΠΑ δεν αποτελούν εξαίρεση καθώς το ουδέτερο επιτόκιο, προσαρμοσμένο για τον πληθωρισμό, υποχώρησε στο 0,4% πέρυσι από 2,5% το 2007.
Ο κίνδυνος είναι αν το ουδέτερο επιτόκιο τελικά καταλήξει σε υψηλότερα επίπεδα από αυτά που προεξοφλούν οι αγορές.
«Μια βίαιη ανατιμολόγηση των μακροχρόνιων ομολόγων αποτελεί κίνδυνο», εκτιμούν οι διαχειριστές στη Vontobel Asset Management. «Για να διατηρήσουν τα τρέχοντα επίπεδα αποτιμήσεων οι μετοχές θα βαδίζουν πάνω σε τεντωμένο σχοινί».