Του Γιώργου Φιντικάκη
Ακούγοντας χθες τον αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα Geoffrey Pyatt να κατηγορεί την Μόσχα ότι χειραγωγεί τις χώρες με όπλο την ενέργεια, θα έλεγε κανείς ότι νικητής στις αμερικανικές εκλογές ανακηρύχθηκε τελικά η Hillary, και όχι ο Trump. Δηλαδή ένας συνεχιστής της πολιτικής Obama, παρά ο άνθρωπος που ουκ ολίγες φορές έχει προαναγγείλει κινήσεις ολικής προσέγγισης της Ουάσινγκτον με την Μόσχα.
Εκτός και αν δηλώσεις σαν του Pyatt, πρέπει να αξιολογηθούν με δεδομένη την περιδίνηση στην οποία βρίσκεται η αμερικανική εξωτερική πολιτική, κατάσταση που δεν συμβαίνει μόνο σε μικρές και αδύναμες χώρες σαν την Ελλάδα, αλλά ενίοτε και στις υπερδυνάμεις.
"Είναι βασικό να μην είσαι όμηρος σε ένα πάροχο, η Gazprom αποτελεί απειλή για την ενεργειακή ανεξαρτησία της ΕΕ, ο πρόεδρος Trump το ξέρει", είπε μεταξύ άλλων ο Pyatt, που σημειωτέον είναι διπλωματης καρριέρας, και όχι πολιτικά διορισμένος σαν τον Μάικλ Σωτήρχος, που σίγουρα τον θυμούνται οι παλαιότεροι.
Σε πρώτη ανάγνωση τα λόγια του αμερικανού διπλωμάτη από το βήμα του ενεργειακού συνεδρίου Athens Energy Forum 2017, μεταφράζονται στην θέση ότι δεν θα αλλάξουν και πολλά ως προς την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην Ρωσία. Ή για να το διατυπώσουμε διαφορετικά, άλλο η ρητορική Trump και άλλο η ουσία της εξωτερικής πολιτικής του νέου προέδρου των ΗΠΑ.
Σε δεύτερη όμως ανάνωση, που μάλλον είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα, το νέο επίσημο δόγμα των ΗΠΑ ως προς τη Ρωσία δεν έχει ακόμη διατυπωθεί. Δεν έχει ακόμη δημοσιοποιήσει η νέα διακυβέρνηση στην Ουάσινγκτον την πολιτική της στα γεωοπολικτικά και στην ενέργεια. Ούτε γνωρίζουν οι ανά τον κόσμο αμερικανικές πρεσβείες, αρμόδιες να εφαρμόσουν το αμερικανικό δόγμα ποια είναι η γραμμή που θα ακολουθήσουν οι ΗΠΑ απέναντι στην Ρωσία. Ούτε επίσης έχει αναλυθεί, και συζητηθεί το νέο στάτους ή έχουν ακόμη τοποθετηθεί στα κρίσιμα πόστα οι άνθρωποι της νέας διακυβέρνησης που αποφασίζουν για τις δουλειές, αφού ακόμη φεύγουν οι παλιοί.
Υπό αυτή την έννοια, ένα ήσσονος σημασίας γεγονός, όπως οι δηλώσεις ενός αμερικανού πρέσβη από το βήμα ενός συνεδρίου σε μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα, μπορεί να δείχνει αυτήν ακριβώς την πρωτοφανή για την ιστορία των ΗΠΑ πολιτική αβεβαιότητα.
"Απουσία νέας επίσημης γραμμής, ισχύει η προηγούμενη"
Επικρατεί με άλλα λόγια ακόμη ένα πολιτικό κενό, όσο κακές εντυπώσεις κι αν αυτό προκαλεί. Νέο ακόμη δόγμα δεν υπάρχει, γιατί πολύ απλά είτε δεν έχει οριστικοποιηθεί, είτε δεν έχει κοινοποιηθεί σε αυτούς που πρέπει να κοινοποιηθεί. "Και επομένως η μόνη επίσημη γραμμή είναι η προηγούμενη", σύμφωνα με συνομιλητή μας που γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα. Τόσο απλά. Υπό αυτή την ερμηνεία, δεν θα έπρεπε να ξενίσει, όσα σχόλια και αν αυτό προκαλούσε, αν ύστερα από μερικούς μήνες, ακούγαμε τον Pyatt (ή τον διαδοχό του), να απαλείφει, αναφερόμενος στον ενεργειακό ρόλο της Ρωσίας εκφράσεις όπως για παράδειγμα "χειραγωγήση" και "ομηρία".
Το κενό αυτό ή για να το πούμε πιο κομψά η αβεβαιότητα ως προς προς τα που θα γείρουν οι ΗΠΑ φαίνεται ακόμη πιο έντονα στα ενεργειακά. Τομέα με σαφή μέχρι πρότινος γραμμή, η οποία όμως με την έλευση Trump φάνηκε να ανατρέπεται ή τουλάχιστον να εξελίσσεται σε κάτι καινούργιο.
Ακριβώς αυτός ήταν ο λόγος, που δίχως να έχει αλλάξει κάτι στη στάση των Βρυξελλών ως προς την απεξάρτηση της Ευρώπης από τη ρωσική ισχύ, εντούτοις κάποιοι στη κυβέρνηση θεώρησαν (και θεωρούν) ότι η εκλογή Trump στην προεδρία των ΗΠΑ ανοίγει στην Αθήνα χαραμάδες για ενεργειακές-και όχι μόνο-προσεγγίσεις με τη Μόσχα.
Στηρίζουν τη συλλογιστική τους τόσο στις πρώτες δηλώσεις Trump για την ανάγκη ανάπτυξης "δίαυλων επικοινωνίας με τη Μόσχα" (που μένει φυσικά να γίνουν πράξη), όσο και στην ανάληψη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ από τον Rex Tillerson, τον μέχρι πρότινος CEO της Exxon Mobil, η οποία και διατηρεί μεγάλες δουλειές με τη Rosneft στη Ρωσία.
Ακόμη όμως και αν η νέα εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ κινηθεί πιο ευέλικτα απέναντι στη Μόσχα (π.χ. ως προς τις κυρώσεις), αυτό δεν σημαίνει ότι θα αλλάξει και η στάση των Βρυξελλών απέναντι στον Putin. Η κοινοτική ντιρεκτίβα ήταν και είναι σαφής, η τροφοδοσία με ρωσικό αέριο πρέπει να μειωθεί.
Και εδώ ακριβώς έρχονται οι χθεσινές δηλώσεις Pyatt να μπερδέψουν ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Ο αμερικανός διπλωμάτης τάχθηκε ευθέως κατά των ρωσικών συμφερόντων αγωγών, τόσο αυτού που προωθούν με την διακριτική υποστήριξη της κυβέρνησης οι ΔΕΠΑ και Edison (παραλλαγή του Turkish Stream με χρήση του παλαιού σχεδίου του ελληνο-ιταλικού ITGI), όσο και του North Stream 2, σημειώνοντας ότι αμφότεροι ενισχύουν το μονοπωλιακό ρόλο της Gazprom.
Δεν έκρυψε βέβαια ο πρέσβης την ένθερμη στήριξη των ΗΠΑ στα ενεργειακά έργα των αγωγών ΤΑP, IGB και του σχεδίου για δημιουργία σταθμού υγροποιημένου αερίου (LNG) στην Αλεξανδρούπολη, καλώντας μάλιστα εμμέσως πλην σαφώς την κυβέρνηση να τα προστατέψει από αγωγούς όπως η αναβίωση του Turkish Stream, που υπό μια έννοια θα μπορούσε να θεωρηθεί ανταγωνιστικός του TAP.
Στοιχεία συνέχειας ή μετεξέλιξης παρά ανατροπής
Οπως και να έχει, το νέο αμερικανικό δόγμα στα ενεργειακά ακόμη αγνοείται. Εκτός και αν αληθεύει η ερμηνεία, πως μια προσεκτικότερη ματιά στα όσα έχει πει ο Donald Τραμπ για θέματα εξωτερικής πολιτικής δείχνει ότι πίσω από την καταπάτηση κάθε διπλωματικής πολιτικής ορθότητας, υπάρχουν στοιχεία περισσότερο συνέχειας ή μετεξέλιξης παρά ανατροπής.
Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, πίσω από τον εκκεντρικό τρόπο των δημοσίων τοποθετήσεών του, ο Trump, επιδιώκει μια συνολική προσέγγιση με τη Ρωσία, προκειμένου να διαπραγματευθεί από θέση ισχύος με την Κίνα. Εχει άλλωστε κάνει σαφές πόσο μεγάλη απειλή θεωρεί την Κίνα για την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ.
Υπό αυτή την έννοια, μια προσέγγιση ΗΠΑ-Ρωσίας θα μπορούσε να απονευρώσει τον ανταγωνισμό των δύο στα Βαλκάνια και την Ν.Α. Ευρώπη, ανοίγοντας πράγματι ενεργειακές χαραμάδες στην Αθήνα. Το σημαντικότερο όμως, όπως λένε κάποιοι ενεργειακοί αναλυτές, είναι ότι μια συμφωνία Trump-Putin για κοινή πολιτική στη Μέση Ανατολή, θα μπορούσε να δημιουργήσει νέα δεδομένα για τα κυπριακά κοιτάσματα φυσικού αερίου. Και αυτό καθώς θα μείωνε τα περιθώρια ελιγμών της Τουρκίας, που χρησιμοποιεί συστηματικά την διάσταση απόψεων Ουάσινκτον-Μόσχας για την επόμενη ημέρα στη Συρία, άρα και για τον ρόλο της στην περιοχή.
Ολα αυτά βέβαια για την ώρα δεν είναι παρά σενάρια ή και αποκυήματα της φαντασίας διαφόρων σεναριογράφων. Το μόνο βέβαιο και ταυτόχρονα εντυπωσιακό για τα δεδομένα μιας υπερδύναμης, είναι το απόλυτο κενό ως προς το ποια ακριβώς η νέα επίσημη γραμμή γύρω από τα γεωοπολιτικά στην περιοχή μας.
Οσο μάλιστα ο Trump δεν ξεκαθαρίζει τι θέλει, τόσο κάποιοι στην κυβέρνηση θα κρατούν ζωντανά τα δικά τους ρωσικά σχέδια, και ας φωνάζει όσο θέλει ο πρέσβης Geoffrey Pyatt.