Η πολιτική κρίση στην Ιταλία περιπλέκει το πολιτικά ευαίσθητο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να στηρίξει τα ομόλογα των υπερχρεωμένων χωρών της ευρωζώνης, ακόμα και πριν το ξεκίνημα του. Στην προσπάθεια της να βάλει πλαφόν στα κόστη δανεισμού, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα αγοράζει περισσότερα ομόλογα χωρών όπου οι ομολογιακές αποδόσεις αυξάνονται ακραία και αδικαιολόγητα.
Το νέο εργαλείο της ΕΚΤ που θα χρησιμοποιεί τα έσοδα από λήξεις ομολόγων που διακρατεί ήταν η αντίδρασή της στη ξαφνική άνοδο των ομολογιακών αποδόσεων στις χώρες της νότιας Ευρώπης. Η άνοδος υπήρξε πιο αισθητή στην Ιταλία, καθώς η αγορά τιμολόγησε την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και τις επιπτώσεις των υψηλότερων επιτοκίων στο φορτίο χρέους της των 2,5 τρισ. ευρώ.
Η εκτόξευση των αποδόσεων στα ιταλικά ομόλογα και στο πριμ που πληρώνει η Ιταλία για να δανειστεί σε σχέση με τη Γερμανία επηρεάζεται και από τις ανησυχίες που προκαλεί η πτώση της κυβέρνησης του Mario Draghi. Η εξέλιξη δημιουργεί αμηχανία στην ΕΚΤ, καθώς θα πρέπει να αποφασίσει ποιο κομμάτι της διεύρυνσης των spreads είναι αδικαιολόγητο ή να αποτραβηχτεί τελείως από το να αγοράζει ιταλικά ομόλογα.
Η απόφασή της έχει νομικές συνέπειες. Μια παρέμβαση της εν μέσω κυβερνητικής κρίσης θα προσέφερε πυρομαχικά στα γεράκια του επιτελείου της που ασκούν κριτική ότι μέσω των κινήσεων της στην αγορά παραβιάζει το νόμο και αναμειγνύεται στην πολιτική.
Η κριτική αυτή και οι αγωγές που έχουν ασκηθεί κατά του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ είναι ιδιαίτερα εμφανείς στη Γερμανία. Ο επικεφαλής της Bundesbank Joachim Nagel δεν έκρυψε τις επιφυλάξεις του αυτό τον μήνα, λέγοντας ότι το να αποφασίζει η ΕΚΤ αν ένα πριμ κινδύνου στα ομόλογα είναι δικαιολογημένο ή όχι είναι «σχεδόν αδύνατο» και ότι η τιμολόγηση στις αγορές πρέπει να θεωρείται δίκαιη μέχρις ότου αποδειχτεί το αντίθετο.
Η διεύρυνση των spread είναι το αποτέλεσμα της αναθεώρησης των αγορών για τις προοπτικές της πορείας των δημοσιονομικών και τις μεταρρυθμίσεις. Πριν γίνει ακόμη γνωστή η νέα κυβέρνηση στην Ιταλία είναι δύσκολο να αποφασιστεί αν η διεύρυνση είναι αδικαιολόγητη.
Η ΕΚΤ αγοράζει ομόλογα της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Ελλάδας και της Πορτογαλίας με τα έσοδα από τις λήξεις γερμανικών, γαλλικών και ολλανδικών ομολόγων σε μια προσπάθεια να συγκρατήσει τη διεύρυνση των spreads και το κόστος δανεισμού τους.
Το νέο εργαλείο θα της δώσει τη δυνατότητα να αγοράζει ακόμη περισσότερα ομόλογα των χωρών της νότιας Ευρώπης με τύπωμα νέου χρήματος που θα αντισταθμιστεί με την απόσυρση ρευστότητας. Οι αγορές αυτές θα μπορούν να υλοποιηθούν αν ο κατακερματισμός τη νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ σε συγκεκριμένες χώρες θεωρηθεί αδικαιολόγητος.
Ήταν στις 15 Ιουνίου όταν η ΕΚΤ ανακοίνωσε το νέο της σχέδιο και το spread ανάμεσα στα 10ετη ιταλικά και γερμανικά ομόλογα βρισκόταν σε υψηλό διετίας στις 250 μονάδες βάσης. Η ανακοίνωση του νέου προγράμματος το συμπίεσε στις 186 μβ. Σήμερα το spread έχει επιστρέψει στην περιοχή των 222 μβ, καθώς οι επενδυτές ζυγίζουν το ρίσκο των εκλογών που προκηρύχθηκαν στην Ιταλία, που σύμφωνα με δημοσκοπήσεις μπορεί να δώσουν στο ακροδεξιό κόμμα τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών. Το ερώτημα που τίθεται είναι ποια μετέπειτα άνοδος των spreads θα μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη η όχι.
Σύμφωνα με τον οίκο Pictet, η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να παρέμβει στο τι συμβαίνει στην Ιταλία και μπορεί να αφήσει το spread να ανέλθει στις 300 μβ χωρίς να αναμιχθεί.
Οι προσδοκίες είναι ότι το νέο σχέδιο της ΕΚΤ θα περιέχει και όρους ώστε να αποφευχθούν νέες δικαστικές διαμάχες και να μη χρειαστεί να αποδείξει στα δικαστήρια ότι δεν χρηματοδοτεί υπερχρεωμένες κυβερνήσεις.
Οι όροι πιθανότατα θα περιλαμβάνουν τη συμμόρφωση με τις συστάσεις της Κομισιόν, όσον αφορά στην οικονομική πολιτική και να έχουν εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους τους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
Στην περίπτωση της Ιταλίας οι όροι αυτοί θα παίξουν κομβικό ρόλο για την ομαλή εφαρμογή του νέου εργαλείου της ΕΚΤ.
Υπάρχουν και οι φωνές που υποστηρίζουν ότι η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να σκληρύνει τη στάση της δεδομένου του κινδύνου ύφεσης αν η Ρωσία σταματήσει τις προμήθειες φυσικού αερίου το φθινόπωρο.
«Η Ευρώπη δεν μπορεί να αντέξει μια νέα κρίση όπως έχει η κατάσταση, που σημαίνει ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να δείξει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα για δράση και με πιο χαλαρούς όρους όσον αφορά στο νέο εργαλείο», σχολιάζει η ING.