Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Τα χρόνια με τις… παχιές αγελάδες, όταν η Τουρκία επωφελούνταν από τις «τυφλές» ροές φθηνού χρήματος προς τις αναδυόμενες αγορές, πέρασαν και σήμερα ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται αντιμέτωπος με το «καζίνο» των αγορών.
Είναι το ίδιο καζίνο που τον έκανε να μοιάζει ο αναμορφωτής της Τουρκίας και να κερδίζει στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Είναι το καζίνο που παλιότερα εξυμνούσε και σήμερα κατηγορεί. Μία κατάσταση που ο ίδιος εκμεταλλεύτηκε την περασμένη δεκαετία αλλά σήμερα δεδομένα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει, με αποτέλεσμα τουρκικές επιχειρήσεις και τράπεζες να κινδυνεύουν με χρεοκοπία.
Ακριβώς αυτός ο κίνδυνος – του ιδιωτικού χρέους - είναι που έκανε Γερμανούς αξιωματούχους να δηλώσουν χθες ότι η Γερμανία εξετάζει το ενδεχόμενο να προσφέρει στην Τουρκία έκτακτη οικονομική στήριξη. Το ύψος των χρημάτων που μπορεί να απαιτηθούν είναι δύσκολο να εκτιμηθεί καθώς δεν μιλάμε για κρατικό χρέος, ενώ στο φόντο βρίσκεται πάντα το προσφυγικό. Την ίδια ώρα, επιχειρηματικά λόμπι πιέζουν τον σουλτάνο να αλλάξει στάση πριν είναι πολύ αργά όμως εκείνος δείχνει να μην πιστεύει ότι πέρασε… η ρέντα του και πλέον δεν έχει κανέναν άσσο στο μανίκι.
Η λύση που φαίνεται να έχει στο μυαλό του ο Ερντογάν είναι να κερδίσει χρόνο και συμμάχους στο ευρύτερο εμπορικό και γεωπολιτικό παιχνίδι, να παίξει τα… ρέστα του με το προσφυγικό (αφού βλέπει ότι η Γερμανία έχει καταλάβει τις επιπτώσεις που θα είχε μία γενικευμένη κρίση στην Τουρκία) και να εξασφαλίσει ενεργειακά deals που θα μειώσουν το μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Προσπαθεί, επίσης, να κερδίσει τις εντυπώσεις γνωρίζοντας ότι στην παρούσα φάση υπάρχουν πολλοί που δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τον Ντόναλντ Τραμπ.
Σε οικονομικό επίπεδο, ωστόσο, το παιχνίδι είναι χαμένο. Μπορεί ο τουρκικός τουρισμός να έχει ωφεληθεί σημαντικά από την κατάρρευση της λίρας, καθώς τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 30% στο δωδεκάμηνο έως τον περασμένο Μάιο, όμως σχεδόν τα δύο τρίτα του ελλείμματος της Τουρκίας οφείλεται στην εισαγωγή ενέργειας. Από τη στιγμή, λοιπόν, που ο Τούρκος πρόεδρος δεν επιτρέπει στην κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια για να εξομαλυνθεί η κρίση, το μοναδικό μονοπάτι που ενδεχομένως προσφέρει μία κάποια λύση στο αδιέξοδο είναι αυτό της ενέργειας.
Βέβαια, στην περίπτωση που η κρίση και η αντιπαλότητα με τις ΗΠΑ φτάσουν στο αποκορύφωμά τους, οποιαδήποτε κέρδη του Ερντογάν στο ενεργειακό πεδίο μπορούν πολύ εύκολα όχι μόνο να αντισταθμιστούν αλλά και να υπερκαλυφθούν από αμερικανικές κυρώσεις σε τράπεζες σε κρατικές εταιρείες της Τουρκίας. Οι αγορές το γνωρίζουν αυτό και δεν… ησυχάζουν.
Είναι γεγονός ότι τις τελευταίες δύο εβδομάδες παρατηρείται μία σχετική νηνεμία στην αγορά συναλλάγματος, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η τουρκική λίρα γλίτωσε από τον γκρεμό. Ίσα ίσα που συνεχίζει να «χαροπαλεύει» με την ισοτιμία με το δολάριο να παραμένει στις 6,2 λίρες ανά δολάριο, πολύ πάνω από το «φράγμα της κρίσης» των 5 λιρών και πολύ κοντά στο ιστορικό χαμηλό των 7,2362 λιρών. Απλώς ανακόπηκε η ταχύτητα της πτώσης…
Όσο και αν ο Ερντογάν θέλει να κατηγορεί τον Τραμπ για οικονομικό πόλεμο, η αλήθεια είναι ότι ακόμη και να μην είχαμε την κόντρα των δύο λαϊκιστών ηγετών, η τουρκική οικονομία έμοιαζε με χάρτινο πύργο που μένει στη θέση του γιατί δεν… φυσάει.
Στον απόηχο της παγκόσμιας κρίσης του 2008, οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη προχώρησαν σε μία άνευ προηγουμένου σειρά συντονισμένων κινήσεων. Τύπωσαν χρήμα και πλημμύρισαν τις αγορές με ρευστότητα της τάξης των 15 τρισ. δολαρίων. Ο σουλτάνος επέλεξε να μπει στο «καζίνο» των αγορών και να αξιοποιήσει τη… ρέντα του. Επιδόθηκε σε ένα κρεσέντο κατασκευαστικών projects τα οποία χρηματοδοτήθηκαν με πολύ χαμηλά επιτόκια και μεταμόρφωσε ολόκληρες πόλεις. Έτσι, η Τουρκία βρέθηκε το 2017 να ξεπερνάει την Κίνα σε ανάπτυξη (7,4% έναντι 6,9%) και να θεωρείται από τις πιο «καυτές» αναδυόμενες αγορές στον κόσμο.
Είναι αυτή η έκρηξη που σήμερα πνίγει την τουρκική οικονομία, αφού το μεγαλύτερο ποσοστό των χρημάτων που αντλήθηκαν για να «ταΐσουν» την τεράστια ανάπτυξη ήταν σε δολάρια. Έτσι, στο τέλος του 2016 σχεδόν το 90% των δανείων που είχαν πάρει οι τουρκικές εταιρείες real estate ήταν σε ξένα νομίσματα. Γίνεται κατανοητό ότι σήμερα ο κλάδος βρίσκεται σε ημιθανή κατάσταση καθώς όλα αυτά τα δάνεια είναι αδύνατον να αναχρηματοδοτηθούν, λόγω της πτώσης της λίρας σε ποσοστό έως και άνω του 100% σε ένα χρόνο.
Αναλυτές εκτιμούν ότι αφού ο Ερντογάν απαγορεύει στην κεντρική τράπεζα της Τουρκίας να αυξήσει κατά τουλάχιστον 10 ποσοστιαίες μονάδες τα επιτόκια, όπως εκτιμά ότι πρέπει να γίνει για να σταθεροποιηθεί η κατάσταση η ιαπωνική τράπεζα Mitsubishi UFJ, θα πρέπει να δαπανήσει τεράστια κεφάλαια για να διασώσει επιχειρήσεις και τράπεζες μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο. Ο κίνδυνος μαζικών καταρρεύσεων είναι υπαρκτός και ο αντίκτυπος για την οικονομία θα είναι σαν τσουνάμι αφού, σύμφωνα με το IIF, το χρέος σε ξένο νόμισμα των τουρκικών επιχειρήσεων και τραπεζών διαμορφώνεται στο 70% του ΑΕΠ.
Το κρατικό χρέος της Τουρκίας είναι χαμηλό, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κι έτσι ο σουλτάνος θα μπορούσε θεωρητικά να αυξήσει το χρέος για να πληρώσει τις διασώσεις και να μοιράσει χρήμα, με στόχο να ξεφύγει η τουρκική οικονομία από την ύφεση, την οποία θεωρούν δεδομένη για το 2019 οίκοι όπως η S&P και η BofAML. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά.
Εκτός από τις εγγυήσεις που έχει δώσει το δημόσιο για μεγάλα κατασκευαστικά project, οι οποίες ξεπερνούν τα 19 δισ. δολάρια σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, η κρίση έχει ήδη περάσει στην καθημερινότητα των πολιτών. Ο απόλυτος κυρίαρχος στην Τουρκία, Ερντογάν, δεν αποκλείεται εκτός από τις εξωτερικές πιέσεις να κληθεί να αντιμετωπίσει και σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό. Και κάπου εκεί θα ξεκινήσει η πραγματική κρίση για τον ίδιο…
Φωτογραφία: APImages