Είναι γνωστό ότι τα δημόσια οικονομικά της χώρας μας είναι περιορισμένα ιδίως μετά τη δημόσια δαπάνη για την αντιμετώπιση της πανδημίας που έφτασαν τα δυο τελευταία χρόνια στα 43, περίπου, δισ. ευρώ.
Η ευρωπαϊκή αρωγή με τη μορφή ευρωπαϊκής παρέμβασης που θα μπορούσε να βοηθήσει τις υπερχρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού νότου (Ελλάδα, Ιταλία, κ.λ.π.) δεν είναι πολύ πιθανή, διότι το κόστος για τους κατοίκους των χωρών της Ευρώπης θα είναι εξίσου υψηλό λόγω του αυξημένου πληθωρισμού και οι δημόσιες δαπάνες για την περίθαλψη των εκατομμυρίων προσφύγων από την Ουκρανία θα είναι σημαντική.
Συνεπώς, χρειάζεται μια προσπάθεια από την ελληνική κυβέρνηση η οποία όμως θα πρέπει να είναι στοχευμένη και περιορισμένη. Είναι προτιμότερο να δοθούν επιδόματα στον ευάλωτο πληθυσμό προκειμένου να αντιμετωπίσει το αυξημένο κόστος της ενέργειας, που έχει προκύψει εξαιτίας της πανδημίας και τώρα του πολέμου στην Ουκρανία.
Μια μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή και στο φυτικό αέριο θα βοηθούσε περισσότερο αυτούς που δεν έχουν ανάγκη και θα στοίχιζε απροσδιόριστα ποσά στον ελληνικό προϋπολογισμό.
Τα επιδόματα που θα πρέπει να δοθούν μπορούν να προσδιοριστούν ως προς το κόστος τους για τον προϋπολογισμό και ταυτόχρονα να καλύψουν κατά ένα μέρος τουλάχιστον τις δαπάνες των ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Αντίθετα, το κόστος από τη μείωση του ΦΠΑ και του ειδικού φόρου κατανάλωσης με οριζόντιο χαρακτήρα δεν μπορεί να προσδιοριστεί, ενώ είναι προφανές ότι τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα έχουν πολύ μεγαλύτερη κατανάλωση σε αυτά τα προϊόντα (μεγάλα αυτοκίνητα, κατοικίες κ.λ.π)
Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι το δημοσιονομικό κόστος σε κάθε περίπτωση θα προκύψει εν πολλοίς από δανεικά τα οποία θα αυξήσουν το δημόσιο χρέος που ήδη βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Με δεδομένο ότι σταδιακά πρέπει να επιστρέψει και η χώρα μας στους δημοσιονομικούς κανόνες της ευρωζώνης οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες θα δυσκολέψουν αυτήν την προσπάθεια. Όσο και αν η ευρωζώνη έχει αφήσει κάπως μεγαλύτερα περιθώρια.
Επίσης, τα επιτόκια δανεισμού του κράτους αλλά και των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων προφανώς θα ανέβουν λόγω του αυξημένου πληθωρισμού όσο και αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσπαθεί να μην περιορίσει σημαντικά την ποσοτική χαλάρωση και να μην αυξήσει άμεσα τουλάχιστον τα επιτόκια των ομολόγων.
Η πιθανότητα ανόδου των επιτοκίων διεθνούς δανεισμού της χώρα μας εμφανίζεται αυξημένη καθώς τα ελληνικά ομόλογα δεν έχουν ακόμη πάρει επενδυτική βαθμίδα.
Συνολικότερα, η κυβερνητική προσπάθεια πρέπει να είναι συνετή καθώς πάντοτε υπάρχει ο κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού.
*Ο Ναπολέων Μαραβέγιας είναι Καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην υπουργός