Με τον μεγαλύτερο δείκτη στον κόσμο S&P 500 και τον τεχνολογικό Nasdaq να ολοκληρώνουν την περασμένη εβδομάδα στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι οι αγορές προεξοφλούν το τέλος της πανδημίας, ακόμη και αν αυτό έρθει κάποια στιγμή μέσα στο 2021. Την αντίληψη αυτή ενισχύουν τα θετικά νέα από το μέτωπο της ανάπτυξης εμβολίου αλλά και η εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ότι η εξάπλωση του κορονοϊού επιβραδύνεται παγκοσμίως.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι δεν θα υπάρξει ένα νέο και ενδεχομένως σφοδρότερο κύμα πανδημίας τους ερχόμενους μήνες και ότι δεν θα αναγκαστούν εκ νέου πολλές χώρες να επιβάλλουν περιορισμούς ή και τοπικά lockdown. Η συγκεκριμένη αβεβαιότητα είναι ιδιαίτερα σημαντική αφού θα καθορίσει το πόσο βαθιά θα είναι η ύφεση και κατ’ επέκταση τον τελικό «λογαριασμό» της κρίσης, δίνοντας σαφές προβάδισμα στις χώρες που θα έχουν σημειώσει καλύτερες επιδόσεις.
Κανείς επίσης δεν γνωρίζει πότε ακριβώς θα είναι έτοιμο ένα αποτελεσματικό εμβόλιο και ποια θα είναι η πραγματική επίπτωση που θα έχει στην πορεία του ιού και κυρίως στην οικονομική δραστηριότητα. Γιατί, λοιπόν, πανηγυρίζουν οι αγορές; Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των χρηματιστηρίων είναι ότι λειτουργούν ως προεξοφλητικοί μηχανισμοί καθώς οι επενδυτές παίρνουν από νωρίς θέση βάσει των προσδοκιών τους για τις εξελίξεις των επόμενων μηνών, θέλοντας να… προλάβουν τα γεγονότα. Είναι όμως παράλογο να ποντάρουν με τόσο μαζικό τρόπο οι επενδυτές στο τέλος της πανδημίας καθώς έως τότε το πιθανότερο είναι να υπάρξουν περίοδοι αυξημένης μεταβλητότητας ή κάποια διόρθωση στα μεγαλύτερα χρηματιστήρια.
Αυτό που συμβαίνει ότι έχει περιοριστεί σημαντικά ο φόβος. Τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν οι αγορές κατέρρεαν για περίπου 15 ημέρες με αποκορύφωμα το κραχ της 16ης Μαρτίου, ολόκληρος ο κόσμος δεν ήξερε τι να περιμένει καθώς βρέθηκε αντιμέτωπος με μία πρωτοφανή κατάσταση. Σήμερα, με τα lockdown να αποτελούν παρελθόν και την κούρσα για το εμβόλιο να συνεχίζεται, ο κόσμος έχει κατά κάποιο τρόπο μάθει να ζει με τον κορονοϊό και οι αγορές το ίδιο. Έτσι οι επενδυτές αξιολογούν την κατάσταση έχοντας πια – ή πιστεύοντας ότι έχουν - βελτιωμένη ορατότητα.
Γι’ αυτό το λόγο ο δείκτης VIX που μετράει το φόβο έχει υποχωρήσει προς το επίπεδο των 20 μονάδων στο οποίο η τελευταία φορά που βρέθηκε ήταν την 21η Φεβρουαρίου, δύο ημέρες μετά τα ιστορικά υψηλά της Wall Street και ενώ είχε ξεκινήσει η κατρακύλα. Όταν ο δείκτης βρίσκεται κάτω από τις 20 μονάδες θεωρείται ότι οι αγορές βρίσκονται εκτός «crisis mode». Είναι χαρακτηριστικό ότι στο αποκορύφωμα της χρηματιστηριακής κρίσης εξαιτίας της πανδημίας, στις 18 Μαρτίου, ο δείκτης σκαρφάλωσε στις 85,47 μονάδες που είναι το υψηλότερο επίπεδο από το 2008. Μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers χρειάστηκαν σχεδόν 15 μήνες για να πέσει ο δείκτης VIX κάτω από τις 20 μονάδες για να μείνει εκτός «crisis mode» για περίπου μία 10ετία, με λίγες εξαιρέσεις όπως λ.χ. το 2011 ή το 2015.
Οι αγορές, βέβαια, έχουν και συμμάχους τις κεντρικές τράπεζες οι οποίες συνεχίζουν να υπόσχονται φθηνό χρήμα… για πάντα. Αναλυτές εκτιμούν ότι η ιστορική στροφή της Fed – στην οποία το Liberal.gr είχε αναφερθεί τον περασμένο Απρίλιο – δεν αποκλείεται να προκαλέσει κύματα μεταβλητότητας μέχρι να αποσαφηνιστεί το πώς ακριβώς θα εφαρμοστεί η νέα πολιτική της, όμως δεν παύει να υπόσχεται άπλετη ρευστότητα. Στο συμπόσιο του Τζάκσον Χόουλ, ο Τζερόμ Πάουελ έστειλε μήνυμα αλλαγής κατεύθυνσης με τη Fed να εστιάζει πλέον περισσότερο στην ενίσχυση της αγοράς εργασίας ανεξάρτητα με το αν θα «παραβιαστεί» ο κανόνας του 2% στον πληθωρισμό.
Αυτομάτως, οι αγορές αναμένουν δύο πράγματα από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ τα οποία μειώνουν τις όποιες φοβίες. Το πρώτο είναι νέα μέτρα για την στήριξη της οικονομίας ακόμη και μέσα στο Σεπτέμβριο και το δεύτερο είναι να διατηρηθεί αυτή η εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική για χρόνια, μέχρι να φανεί ότι η αγορά εργασίας έχει ανακάμψει πλήρως.