Με «βελούδινο» τρόπο αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αποσύρει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, με τον Mario Draghi να ανακοινώνει την επέκταση της ποσοτικής χαλάρωσης (QE) έως και τον Σεπτέμβριο του 2018 και παράλληλα τη μείωση των μηνιαίων αγορών στα 30 δισ. ευρώ. Ο Ιταλός επικεφαλής της ΕΚΤ ήταν πολύ προσεκτικός στις τοποθετήσεις του κατά τη συνέντευξη τύπου μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της κεντρικής τράπεζας.
Δεν ξέχασε, ωστόσο, να αναφέρει ότι τίποτα δεν τελείωσε και ότι η ΕΚΤ είναι έτοιμη να δράσει στην περίπτωση που η ευρωπαϊκή οικονομία χρειαστεί ώθηση. Ο Draghi φρόντισε, μάλιστα, να αλλάξει τη ρητορική του στο θέμα της επανεπένδυσης των ομολόγων που λήγουν, ενώ τόνισε ότι οι τράπεζες θα μπορούν να δανείζονται όσα χρήματα χρειάζονται μέσω των πράξεων αναχρηματοδότησης.
Πλέον, το ερώτημα που αρχίζει να απασχολεί τους επενδυτές είναι ο χρονικός ορίζοντας αύξησης των επιτοκίων. Η ανακοίνωση του Draghi έστειλε το ευρώ κάτω από τα 1,18 δολάρια, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία των αναλυτών αναμένει την πρώτη αύξηση των επιτοκίων μέσα στο 2019, ενώ οι πιο απαισιόδοξοι την τοποθετούν προς το 2020.
Όσο για την Ελλάδα, το QE αποτελούσε χαμένη υπόθεση από τη στιγμή που υπήρξαν τεράστιες καθυστερήσεις στις αξιολογήσεις του ελληνικού προγράμματος, με αποτέλεσμα να μην εξασφαλιστεί εγκαίρως η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ακόμη και αν η Ελλάδα κατάφερνε να ενταχθεί τους επόμενους μήνες στο QE, κάτι που θεωρείται εξαιρετικά απίθανο, ο αντίκτυπος θα ήταν από περιορισμένος έως μηδενικός.
Επίσης, η απόσυρση του QE σημαίνει ότι αρχίζει και μετρά αντίστροφα ο χρόνος για την αύξηση των επιτοκίων, σε μία περίοδο που όπως ελπίζουν όλοι, η Ελλάδα θα προσπαθεί να δανειστεί από τις αγορές με βιώσιμα επιτόκια, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο δύσκολη μία τέτοια προοπτική. Τέλος, το «tapering» μπορεί να σημαίνει ότι τα πράγματα πηγαίνουν καλύτερα στην Ευρωζώνη, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την «συμπεριφορά» των επενδυτών απέναντι σε assets υψηλότερου κινδύνου όπως τα ελληνικά.
«Η σημερινή μας απόφαση συνάδει με τον κανόνα που έχουμε ακολουθήσει. Μειώνουμε ή αυξάνουμε τις αγορές ομολόγων ανάλογα με την αισιοδοξία μας για το αν μπορούμε να ωθήσουμε τον πληθωρισμό στα επίπεδα που θέλουμε. Αυτό εξηγεί και την διαφορά στην αντιμετώπισή μας», τόνισε ο Draghi.
Το tapering, λοιπόν, είναι γεγονός. Από την πρωτοχρονιά του 2018 η ΕΚΤ αρχίζει να περιορίζει την τεράστια ρευστότητα που διοχέτευσε στις αγορές μέσω του QE. Την ίδια ώρα, ο Ιταλός τόνισε ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να επανεπενδύει τα έσοδα από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά το τέλος του QE και για όσο κριθεί απαραίτητο.
Αναλυτές χαρακτηρίζουν την απόφαση της ΕΚΤ ως μία «επιφυλακτική, βελούδινη αναπροσαρμογή». Στην ουσία, ο «Super Mario» ήθελε από τη μία πλευρά να προχωρήσει σε μία αλλαγή που να δείχνει ότι η ΕΚΤ παρακολουθεί την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας και κινείται αναλόγως. Στον αντίποδα, ο επικεφαλής της ΕΚΤ δεν θέλει σε καμία περίπτωση να πιαστεί απροετοίμαστος στο ενδεχόμενο που η ανάκαμψη φρενάρει.
Και αυτό δείχνει ότι αφενός θέλει να αποφύγει το σοκ που θα προκαλούσε στις αγορές ένα απότομο κλείσιμο της στρόφιγγας της ρευστότητας και αφετέρου ότι η εμπιστοσύνη για την ανάκαμψη σε βρίσκεται ακόμη σε ικανοποιητικά επίπεδα. Όσο για το πως λήφθηκε η απόφαση για το tapering, ο Draghi είπε ότι δεν υπήρξε ομοφωνία αλλά μεγάλη πλειοψηφία.
Σύμφωνα με την Capital Economics, από τη στιγμή που η ΕΚΤ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να συνεχιστούν οι αγορές ομολόγων και μετά τον Σεπτέμβριο του 2018, τα επιτόκια της ΕΚΤ αναμένεται να διατηρηθούν αμετάβλητα τουλάχιστον μέχρι τον Μάρτιο του 2019.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές του οίκου, με την οικονομική ανάκαμψη της Ευρωζώνης να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και τις ανησυχίες ότι η ΕΚΤ πλησιάζει στο όριο των αγορών για κάθε χώρα, η σημερινή απόφαση να «ψαλιδίσει» το QE ήταν λίγο έως πολύ αναμενόμενη. Όμως με τον πληθωρισμό να παραμένει κάτω από το 2% ακόμη και με βάση τις προβλέψεις της ΕΚΤ, τα επιτόκια δεν μπορούν να αυξηθούν.
Κ. Μαριόλης