Γιατί η ακρίβεια στα τρόφιμα ήρθε για να μείνει
Shutterstock
Shutterstock

Γιατί η ακρίβεια στα τρόφιμα ήρθε για να μείνει

Σε μία εποχή που οι τιμές στα πάντα ανεβαίνουν, πολλά βασικά αγαθά, όπως τα τρόφιμα που καταναλώνει καθημερινά μία οικογένεια, έχουν γίνει απλησίαστα.

Ο δείκτης τιμών τροφίμων στην Ευρωζώνη έχει εκτιναχθεί κατά περίπου 25% τα τελευταία δύο χρόνια, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα και μία κρίση ακρίβειας που θυμίζει τη δεκαετία του 1970. Ένας στους δύο Ευρωπαίους δηλώνει ότι αγοράζει λιγότερα τρόφιμα για να μπορέσει να βγάλει το μήνα και πάνω από 9 στους 10 αποδίδουν την αύξηση του κόστους διαβίωσης στα ακριβότερα τρόφιμα.

Και ενώ τελευταία βλέπουμε ότι ο πληθωρισμός υποχωρεί και μάλιστα σε κάποιες χώρες, όπως η Ελλάδα, ταχύτερα από τις εκτιμήσεις, οι τιμές στα τρόφιμα συνεχίζουν να αυξάνονται, συμπιέζοντας περαιτέρω το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. 

Τι ακριβώς συμβαίνει και τι πρέπει να περιμένουμε τα επόμενα χρόνια; Έχουμε ξαναπεί ότι το πρόβλημα είναι διεθνές. Ενδεικτικά, στη Γερμανία έχει διπλασιαστεί ο αριθμός των νοικοκυριών που εξυπηρετούν οι πάνω από 900 τράπεζες τροφίμων της χώρας, ενώ στη Μ. Βρετανία οι πολίτες που καταφεύγουν στις τράπεζες τροφίμων ξεπερνούν ακόμη και τα επίπεδα της πανδημίας. Ειδικά στη Μ. Βρετανία το πρόβλημα είναι τρομακτικό, καθώς οι τιμές στα τρόφιμα αυξάνονται τους τελευταίους μήνες κατά 18% και 19%, που είναι οι ταχύτεροι ρυθμοί από το μακρινό 1977 όταν ο πληθωρισμός τροφίμων διαμορφωνόταν στο 21,9%. Συνολικά στη διετία οι τιμές τροφίμων έχουν αυξηθεί σε ποσοστό άνω του 30%.

Τελευταία, λοιπόν, βλέπουμε ότι ο πληθωρισμός πέφτει. Στην Ευρωζώνη υποχώρησε στο 5,5% τον Μάιο, από 6,1% τον Απρίλιο και στην Ελλάδα βρίσκεται πλέον στο 2,8% όντας από τους χαμηλότερους δείκτες τιμών καταναλωτή στην Ευρώπη. Όμως οι τιμές στα τρόφιμα συνεχίζουν ανοδικά. 

Υπενθυμίζεται ότι οι ενεργειακές τιμές – οι οποίες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την ακρίβεια - βρέθηκαν στα υψηλά τους πριν από περίπου δέκα μήνες, ενώ το τελευταίο εξάμηνο καταρρέουν, αλλάζοντας εντελώς τα δεδομένα στο μέτωπο του πληθωρισμού. Συγκεκριμένα, η τιμή του φυσικού αερίου TTF έχει υποχωρήσει άνω του 90% από τα ιστορικά υψηλά του περασμένου Αυγούστου. Όμως και πάλι, οι τιμές των τροφίμων συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Μία αιτία είναι ότι οι τιμές του φυσικού αερίου παραμένουν περίπου 100% υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα.

Σε πρόσφατη έκθεσή της, η Capital Economics εκτίμησε ότι ενώ ο πληθωρισμός τροφίμων θα εξασθενήσει σημαντικά μέσα στον επόμενο χρόνο, εξαιτίας των μεγάλων μειώσεων στις τιμές των αγροτικών προϊόντων και των εμπορευμάτων, οι τιμές των τροφίμων δύσκολα θα ακολουθήσουν καθοδικά. Διότι η ιστορία έχει δείξει πως οι τιμές στα τρόφιμα πολύ σπάνια πέφτουν πολύ και για μεγάλο χρονικό διάστημα. 

Επομένως, θα συνεχιστεί η ακρίβεια στα τρόφιμα, ακόμη και αν δούμε κινήσεις αποκλιμάκωσης των τιμών σε ορισμένα προϊόντα, κάτι που θα εξαρτηθεί φυσικά και από άλλους παράγοντες όπως οι καιρικές συνθήκες και τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Το γεγονός, επίσης, ότι το εργατικό κόστος συνεχίζει να αυξάνεται ταχύτατα, οδηγεί σε άνοδο το κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων, διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα τις τιμές στα τρόφιμα. 

Θα μας «σώσει» από την ακρίβεια των τροφίμων μία ύφεση; Ακόμη και αν οι κεντρικές τράπεζες συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια και κάποια στιγμή δούμε την οικονομική δραστηριότητα να εξασθενεί και τη ζήτηση να μειώνεται δραστικά, δύσκολα θα δούμε τις τιμές στα τρόφιμα να επιστρέφουν εκεί που βρίσκονταν πριν από δύο χρόνια. 

Θα πρέπει να δούμε μειώσεις της τάξης του 20% συνολικά στο «καλάθι» των τροφίμων (και άρα πολύ αρνητικό πληθωρισμό), κάτι που μοιάζει αδιανόητο, εκτός και αν μεσολαβήσει κάποια πολύ μεγάλη κρίση. Μία ύφεση, λοιπόν, σαν αυτή που προσπαθούν να προκαλέσουν οι κεντρικές τράπεζες (ήπια δηλαδή), δεν θα είναι ικανή να ρίξει τιμές στα επιθυμητά επίπεδα, ίσως και καθόλου. Να ξεκαθαρίσουμε επίσης, ότι «πτώση του πληθωρισμού» σημαίνει ότι οι τιμές αυξάνονται πιο αργά και όχι ότι μειώνονται. 

Τέλος, η Capital Economics εκτιμά ότι ο πληθωρισμός τροφίμων δεν θα γίνει αρνητικός για δύο λόγους. Ο ένας είναι ότι ιστορικά σπάνια καταγράφεται αποπληθωρισμός τροφίμων στην Ευρώπη, με τον σχετικό δείκτη να έχει εμφανίσει αρνητικό πρόσημο μόλις στους 13 από τους 327 μήνες που υπάρχει η Ευρωζώνη, με χαμηλότερη τιμή το -0,4%. Ο δεύτερος είναι το εργατικό κόστος που συνεχίζει να αυξάνεται. Γι’ αυτό, ο οίκος προβλέπει ότι ο πληθωρισμός τροφίμων θα διαμορφωθεί στο 5% στο τέλος του 2023 και θα πέσει κάτω από το 2% στα μέσα του 2024, ρίχνοντας και τον γενικό δείκτη πληθωρισμού κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες.