Την περασμένη εβδομάδα δημοσιεύθηκαν τα μεγέθη του πληθωρισμού για τον Οκτώβριο στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην Ευρωζώνη συνολικά. Τα νούμερα ήταν εκπληκτικά – με την ακριβή έννοια του όρου: προκάλεσαν έκπληξη.
Η Ελλάδα τον Οκτώβριο του 2022 είχε (year-on-year) πληθωρισμό 9,07%. Η Γερμανία είχε πληθωρισμό 10,35% και η Ολλανδία 14,26%. Τα νούμερα αυτά, για κάποιον που γνωρίζει οικονομικά και οικονομική ιστορία είναι εξωπραγματικά, σουρεαλιστικά, απίστευτα.
Η Ολλανδία και η Γερμανία είναι δύο από τις πιο ανοικτές και ανταγωνιστικές οικονομίες του κόσμου και ο πληθωρισμός στις δύο χώρες τα τελευταία 60 χρόνια ήταν από τους χαμηλότερους στον κόσμο. Ακόμη και στα χρόνια του στασιμοπληθωρισμού της δεκαετίας του ’70, Ολλανδία και Γερμανία κατάφεραν να τιθασεύσουν τις πληθωριστικές πιέσεις καλύτερα από σχεδόν κάθε άλλη χώρα.
Ειδικά στη Γερμανία η διατήρηση της αύξησης των τιμών σε μηδενικά επίπεδα δεν είναι οικονομική πολιτική αλλά εθνική ψύχωση: γι’ αυτό το μάρκο ήταν πάντα σκληρό νόμισμα και δεν έχανε την αξία του όταν ο κόσμος γύρω του διαλυόταν, όπως, π.χ. το 1979 ή το 1985.
Ήταν, λοιπόν, ο Οκτώβριος μια παροδική αναλαμπή ή ήταν προάγγελος ενός καλύτερου μέλλοντος για την Ελληνική οικονομία;
Στον ακόλουθο πίνακα καταγράφονται οι σταθμισμένες αυξήσεις των 12 κατηγοριών του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (Harmonized Index of Consumer Prices) που χρησιμοποιεί η Eurostat για να μετρήσει το επίπεδο τιμών στις χώρες της ΕΕ. Το άθροισμα των 12 τιμών κάθε στήλης είναι ο πληθωρισμός σε κάθε μια από τις τρεις χώρες τον Οκτώβριο 2022.
Η τρίτη στήλη είναι η διαφορά μεταξύ των τιμών των συστατικών του δείκτη Ελλάδος και Ολλανδίας. Η έκτη στήλη είναι η διαφορά μεταξύ των τιμών των συστατικών του δείκτη Ελλάδος και Γερμανίας.
Οι κόκκινοι αριθμοί δηλώνουν αρνητική διαφορά: ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν χαμηλότερος από ό,τι στην Ολλανδία (τρίτη στήλη) ή στη Γερμανία (έκτη στήλη).
Τι συνέβη, λοιπόν, τον Οκτώβριο;
Και στις δύο περιπτώσεις, το σημαντικότερο μέρος της διαφοράς στον πληθωρισμό μεταξύ Ελλάδος και Ολλανδίας/Γερμανίας οφείλεται στη Στέγαση-Ενέργεια-Θέρμανση. Αυτό, προφανώς, είναι αποτέλεσμα του γενναιόδωρου προγράμματος επιδοτήσεων των λογαριασμών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου που εφάρμοσε η Ελληνική κυβέρνηση για να απαλύνει τις συνέπειες των δυσθεώρητων αυξήσεων των τιμών ενέργειας στο πορτοφόλι των νοικοκυριών.
Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα εάν δεν συνυπολογισθεί η αύξηση των τιμών της Ενέργειας ήταν τον Οκτώβριο 7,36%, στην Ολλανδία 5,83% και στη Γερμανία 5,91%.
Χωρίς το πρόγραμμα επιδοτήσεων, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θα ήταν μεγαλύτερος από της Ολλανδίας, ο οποίος ήταν 14,26%.
Όμως, ευτυχώς, αυτή δεν είναι όλη η εικόνα. Όπως φαίνεται από τον πίνακα, η Ελλάδα είχε καλύτερες επιδόσεις από την Ολλανδία σε άλλες πέντε (από τις 12) κατηγορίες του δείκτη τιμών, ενώ είχε καλύτερες επιδόσεις από τη Γερμανία σε άλλες 4 κατηγορίες, επιπλέον της Ενέργειας.
Αυτό σημαίνει ότι η Ελληνική οικονομία πορεύεται αυτή τη στιγμή με θεμελιώδεις κινητήριες δυνάμεις και επίπεδο ανταγωνισμού που είναι συγκρίσιμα με τις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρωζώνης. Προσοχή: αυτό δε σημαίνει ότι η Ελλάδα έγινε Ολλανδία ή Γερμανία. Το να λειτουργεί η οικονομία μας όπως των δύο αυτών κραταιών οικονομιών των εταίρων μας είναι, φυσικά, το ζητούμενο και άξιος στόχος για τα επόμενα χρόνια.
Όμως, σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία μάλλον δεν είναι πια η προβληματική και ανταγωνιστικά ελλιπής οικονομία του 1990-2015. Γιατί, εάν ήταν, δε θα υπήρχαν κόκκινα νούμερα στον πίνακα: σε όλες τις κατηγορίες, ο ελλιπής ανταγωνισμός θα είχε σαν αποτέλεσμα μεγαλύτερο πληθωρισμό από αυτόν των Ολλανδίας και Γερμανίας.
Και αυτό είναι λόγος ικανοποίησης και, γιατί όχι, συγχαρητηρίων.
* Ο Περικλής Φ. Κωνσταντινίδης είναι ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής εταιρίας Syracuse Main, Inc.