Γιατί δεν θα γίνουμε ποτέ Νορβηγία

Γιατί δεν θα γίνουμε ποτέ Νορβηγία

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Οι Έλληνες λατρεύουν τα μετρητά και παρά τα capital controls δεν τα έχουν ακόμη… εγκαταλείψει. Την ίδια ώρα, η εξοικείωση των Ελλήνων με το διαδίκτυο είναι περιορισμένη σε σύγκριση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, ενώ η παραοικονομία, η φοροδιαφυγή και η αδήλωτη εργασία οργιάζουν. Αυτοί είναι μόνο κάποιοι από τους παράγοντες που μας «κατατάσσουν» στο κλαμπ των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και μας βάζουν στο αντίθετο άκρο από χώρες όπως η Νορβηγία και το Λουξεμβούργο.

Αν εξετάσουμε τα διαθέσιμα στοιχεία για την κυκλοφορία καρτών και τις ηλεκτρονικές πληρωμές, θα δούμε ότι η Ελλάδα υστερεί σε πολλά πεδία, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου, όταν οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν πως η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών συμβάλλει στον περιορισμό της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής. Για του λόγου το αληθές, η χώρα μας εμφανίζει παραδοσιακά από τα υψηλότερα επίπεδα παραοικονομίας και χρήσης μετρητών.
Προσπάθειες για την ευρύτερη χρήση του πλαστικού χρήματος γίνονται, ενώ μέσα στο 2017 αναμένεται να αναγκαστούν όλες οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, από μία ταβέρνα μέχρι τους γιατρούς και τους δικηγόρους, να δέχονται κάρτες. Αναμένεται, μάλιστα, να δημιουργηθεί ειδικό μητρώο για όσους διαθέτουν μηχανήματα POS, το οποίο θα είναι διαθέσιμο στις φοροελεγκτικές υπηρεσίες.

Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές εντοπίζονται ευκολότερα και εκτιμάται ότι θα αυξηθεί η διαφάνεια στην αγορά, καθώς αποδεικνύεται ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο κατά κεφαλήν αριθμός καρτών στην οικονομία τόσο μικρότερο το ποσοστό της παραοικονομίας στο ΑΕΠ.

Οι συναλλαγές στην Ελλάδα διαχρονικά πραγματοποιούνται κυρίως με μετρητά, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για το 2015, το ποσοστό των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία αποτελεί το 52% του ΑΕΠ, έναντι μόλις 10% στην Ευρωζώνη. Βρισκόμαστε 5 φορές πάνω από τον μέσο όρο της νομισματικής ένωσης, με τις περισσότερες χώρες να εμφανίζουν μονοψήφια ποσοστά.

Σε ότι αφορά την παραοικονομία ως ποσοστό του ΑΕΠ, τα στοιχεία δείχνουν ότι στην Ελλάδα έχει σημειωθεί μικρή μείωση τα τελευταία δώδεκα χρόνια, με το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης να αποδίδεται στην κρίση. Η παραοικονομία ως ποσοστό του ΑΕΠ βρισκόταν το 2003 στο 28,3%, ενώ το 2015 διαμορφώθηκε στο 22,4%.

Η μείωση είναι αναμφίβολα θετική, όμως η χώρα μας συνεχίζει να βρίσκεται στα υψηλότερα σκαλοπάτια της Ευρώπης. Επίσης, η διαχρονική σύγκριση των στοιχείων βάζει την Ελλάδα στο ίδιο… γκρουπ «δυναμικότητας» με χώρες όπως η Λετονία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Μάλτα, η Πολωνία, η Ιταλία και η Ουγγαρία. Αισθητά χειρότερες επιδόσεις από την Ελλάδα παρουσιάζουν Βουλγαρία, Ρουμανία, Λιθουανία και Κροατία.

Η Λετονία έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη πρόοδο μειώνοντας το ποσοστό της παραοικονομίας στο 20,6% το 2015, από 30,4% το 2003.

Μπορεί μελέτες να δείχνουν ότι η παραοικονομία ως ποσοστό του ΑΕΠ τείνει μειούμενη σε ολόκληρη την Ευρώπη, ωστόσο η χώρα μας βρίσκεται ακόμη πολύ πίσω σε θέματα ηλεκτρονικών συναλλαγών. Η χρήση των υπηρεσιών internet banking ως ποσοστό του πληθυσμού διαμορφώνεται στο 46% στην Ευρωζώνη και στο 90% στη Νορβηγία που είναι η ώρα με το υψηλότερο ποσοστό. Στην Ελλάδα, η χρήση του τραπεζικών υπηρεσιών μέσω του διαδικτύου μετά βίας ανήλθε στο 14% το 2015, όταν μάλιστα το μισό έτος ίσχυαν οι κεφαλαιακοί περιορισμοί. Επιπλέον, η αύξηση του ποσοστού διείσδυσης του internet banking μεταξύ των ετών 2014-2015 διευρύνθηκε μόλις κατά μία εκατοστιαία μονάδα (2014: 13%, 2015:14%).

Η επιβολή των capital controls στο β' εξάμηνο του 2015 είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών, όμως τα μετρητά συνεχίζουν να είναι το πλέον διαδεδομένο μέσο πληρωμών.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ, τα τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία ανά άτομο είναι στην Ελλάδα 2,7 φορές περισσότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Στην Ελλάδα το 2015 τα τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία ανέρχονταν σε 8.487 ευρώ ανά άτομο, έναντι 3.094 ευρώ του μέσου όρου της Ευρωζώνης.

Όπως αναφέρει σε έκθεσή της η Alpha Bank, η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, ειδικά μετά το 2012, επέφερε τη σταδιακή αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας παρά την πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ παρατηρήθηκαν και έντονες τάσεις διακράτησης μετρητών από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά εκτός του τραπεζικού συστήματος εξαιτίας της αβεβαιότητας.

Συγκεκριμένα, μεταξύ των ετών 2012-2015 στην Ελλάδα σημειώθηκε σωρευτική αύξηση των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία ανά άτομο εκτός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κατά 14%. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης σημειώθηκε το 2015 (10% σε ετήσια βάση) συμβαδίζοντας με την πτώση των καταθέσεων από 160,3 δισ. ευρώ το 2014 σε 123,4 δισ. ευρώ το 2015.