Αμερικανοί, Γάλλοι, Βέλγοι, Γερμανοί μαζί με μια σειρά σημαντικών ελληνικών επιχειρήσεων, είναι μεταξύ των διεκδικητών του 67% του Οργανισμού Λιμένα Αλεξανδρούπολης (ΟΛΑ).
Ο διαγωνισμός που διενεργήθηκε την περασμένη Παρασκευή, έφερε τουλάχιστον τέσσερις μεγάλες ξένες επιχειρήσεις και άλλες τόσες ελληνικές στην διεκδίκηση του λιμένα που θεωρείται το πιο σημαντικό μεταξύ εκείνων της Βορείου Ελλάδος που έχουν βγει προς αξιοποίηση από το ΤΑΙΠΕΔ.
Η ποιότητα των ενδιαφερομένων για το 67% του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης είναι αναμφιβόλως υψηλή. Η γαλλική Bollore, η βελγική Euroports, o όμιλος Κοπελούζου, ο όμιλος ΓΕΚ Τέρνα, η αμερικανική Quintana Infrastructure και ο ΟΛΘ που πλέον ελέγχεται από την γαλλογερμανικών συμφερόντων South Europe Gateway Thessaloniki (SEGT) Ltd., είναι πρώτης τάξης παίκτες. Εύκολα μπορούν να διαχειριστούν μια επένδυση όπως είναι αυτή του λιμένα της Αλεξανδρούπολης.
Υπενθυμίζεται ότι τις προσφορές για το 67% των μετοχών του ΟΛΑ, υπέβαλαν τέσσερα σχήματα:
1. Quintana Infrastructure & Development
2. Κοινοπραξία Cameron SA (ομιλος Κοπελούζου) - Goldair Cargo AΕ - Bollore Africa Logistics
3. Κοινοπραξία International Port Investments Alexandroupolis (IPIA), η οποία απαρτίζεται από τις εταιρείες Black Summit Financial Group – Euroports - EFA Group και ΓΕΚ Τέρνα
4. ΟΛΘ Α.Ε.
Παρακάτω ακολουθεί μια σύντομα περιγραφή για τους ενδιαφερόμενους που είναι λιγότερο γνωστοί στη χώρα μας.
Quintana Infrastructure & Development LLC: Πρόκειται για εταιρεία συμμετοχών που δημιουργήθηκε και ελέγχεται από τον αμερικανό επιχειρηματία William K. Robertson. Στόχος της είναι οι επενδύσεις ή/και λειτουργία επιχειρήσεων στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, διαχείρισης ύδατος, λιμένων κ.ά. Η εταιρεία συστάθηκε το 2011, ενώ η αρχή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της οικογένειας Robertson εντοπίζεται στην Quintana Petroleum, μια από τις πρώτες πετρελαϊκές εταιρείες του Τέξας στο Χιούστον, που δημιουργήθηκε τo 1930. Η εταιρεία έχει επενδύσει κυρίως στο εσωτερικό των ΗΠΑ και δεν αποκλείεται αυτή να αποτελεί την πρώτη προσπάθεια επένδυσης στο εξωτερικό. Η εταιρεία κρατά ιδιαίτερα χαμηλό προφίλ.
Bollore Africa Logistics: Είναι θυγατρική εταιρεία του ομίλου Bollore Logistics, που με την σειρά της ελέγχεται από τον όμιλο Bollore. O τελευταίος είναι ένας πολυσχιδής όμιλος με μακραίωνη ιστορία που ξεκινά το 1828 και σήμερα έχει δραστηριότητες σε τρεις διακριτούς τομείς:
1. Των μεταφορών και logistics (Bollore Logistics, Bollore Africa Logistics, Bollore Energy, Bollore Railways),
2. Των επικοινωνιών και των media (Vivendi, Havas, Canal+, Editis) και τέλος
3. Στον τομέα της ενέργειας, αυτοματισμών, πληροφορικής και κινητής τηλεφωνίας (Bretagne, Systems, Blue Systems).
Επίσης μέσω μιας εταιρείας συμμετοχών όμιλος Bollore έχει επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στην Ιταλία και σε μεγάλες επιχειρήσεις της γείτoνος χώρα (Mediobanca, Telecom Italia, Mediaset κ.ά.), όπως επίσης στην πρωτογενή παραγωγή. Μόνον τα αμπέλια του ομίλου ξεπερνάνε τα 350 εκτάρια, περίπου 3.500 στρέμματα.
Ο όμιλος Bollore απασχολεί 84.000 υπαλλήλους σε 129 χώρες του πλανήτη και το 2019 είχε έσοδα 24,8 δις. ευρώ, λειτουργικά κέρδη (EBITDA) ύψους 3,07 δις. ευρώ και καθαρά κέρδη 1,41 δις. ευρώ. Η μεγαλύτερη εταιρεία του ομίλου είναι η εταιρεία Vivendi με έσοδα πάνω από 15 δις. ευρώ ετησίως. Οι δραστηριότητες μεταφορών και logistics είναι η δεύτερη μεγαλύτερη δραστηριότητα του ομίλου με έσοδα που ξεπερνούν τα 5 δις. ευρώ.
Ο όμιλος ελέγχεται κατά 64,5% από τον Vincent Bollore (Βίνσεντ Μπολόρ), έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους στη Γη, η προσωπική περιουσία του οποίου ξεπερνά τα 5 δισ. ευρώ. Με βάση τη λίστα του περιοδικού Forbes, το 2018 ο Βίνσεντ Μπολόρ ήταν ο 207ος πιο πλούσιος άνθρωπος στον πλανήτη. Η μετοχή του ομίλου Bollore διαπραγματεύεται στο Euronext Paris και η κεφαλαιοποίησή του ανέρχεται σε κάτι λιγότερο από 10 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι η τιμή της μετοχής υποχώρησε δραστικά στο πρώτο κύμα της πανδημίας, αλλά έκτοτε ανακάμπτει σταδιακά.
Η Bollore Africa Logistics, όπως υποδηλώνει και το όνομά της, είναι η εταιρεία του ομίλου Bollore που δραστηριοποιείται στις μεταφορές και logistics και εστιάζεται γεωγραφικά στην Αφρική. Θεωρείται η μεγαλύτερη εταιρεία του τομέα στην συγκεκριμένη ήπειρο, παρουσιάζοντας ετήσια έσοδα το 2019 ύψους 2,45 δις. ευρώ. Απασχολεί 23.000 υπαλλήλους σε 49 χώρες του πλανήτη.
Black Summit Financial Group: H εταιρεία έχει έδρα στο Nicholasbille του Κεντάκι στις ΗΠΑ. Η εταιρεία έχει δημιουργηθεί από τον ελληνικής καταγωγής John E. Charalambakis, καθηγητής οικονομικών του Πανεπιστημίου του Κεντάκι. Η Black Summit Financial Group, συνιστά μια εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων η οποία το 2013 η εταιρεία είχε υπό τη διαχείρισή της κεφάλια ύψους 40 εκατ. δολ. ΗΠΑ.
Euroports: Είναι από τους μεγαλύτερους διαχειριστές λιμανιών. Διαχειρίζεται 26 εμπορευματικούς σταθμούς στον πλανήτη, με εστίαση στο Βέλγιο, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία και την Κίνα. Μέσω της θυγατρικής εταιρείας Manuport Logistics η εταιρεία διαχειρίζεται 60 εκατ. τόνους εμπορευμάτων ετησίως. Μέτοχοι της είναι η Monaco Resources Group και δύο βελγικές επενδυτικές εταιρείες, εκ των οποίων η μία ελέγχεται από το Βελγικό δημόσιο. Στην εταιρεία εργάζονται πάνω από 3.000 άνθρωποι.
Όλα δείχνουν ότι θα υπάρξει μια γαλλο-αμερικανική σύγκρουση με βασικούς ανταγωνιστές την Bollore και τη Quintana Infrastructure για τον έλεγχο του λιμένα. Ωστόσο δεν υπολείπονται σε δυναμικότητα ο ΟΛΘ, με την συμμετοχή Γερμανών και Γάλλων της SEGT, αλλά και η IPIA με την συμμέτοχή της Euroports και της ΓΕΚ Τερνα.
Το γεωπολιτικό στίγμα
Η αμερικανική πλευρά ωστόσο έχει διατρανώσει πολλές φορές το ενδιαφέρον της για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, το οποίο θεωρεί πύλη ανεφοδιασμού πολλών μονάδων του ΝΑΤΟ στην Βαλκανική, αλλά και για την Ουκρανία. Ειδικότερα, οι ΗΠΑ θέλουν την πρωτεύουσα του νομού Έβρου μια σημαντική βάση για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις. Εξάλλου στην τελευταία αμυντική συμφωνία Ελλάδας-ΗΠΑ (MDCA), προβλέπεται η χρήση μέρους των υποδομών του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης.
Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης έχει μεγάλη σημασία και για τον ενεργειακό τομέα, αφού στα ανοικτά του θα δημιουργηθεί ο πρώτος πλωτός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου της χώρας. Το έργο που έχει δρομολογήσει η Gastrade θα αναβαθμίσει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, αλλά και των Βαλκανίων. Πλέον η περιοχή αποκτά μια επιπλέον πηγή παροχής φυσικού αερίου, που δεν ελέγχεται από την Ρωσία ή την Τουρκία. Μάλιστα σύμφωνα με όσα ανακοινωθεί, ο σταθμός Floating Storage Regasification Unit (FSRU) που θα δημιουργήσει η Gastrade στα ανοικτά της Αλεξανδρούπολης, θα έχει δυναμικότητα συγκρίσιμη με εκείνη του TAP, παρόλο που το κόστος ανάπτυξης θα είναι υποπολλαπλάσιο εκείνου του ΤΑP.
Τέλος στόχος είναι το βορειοελλαδίτικο λιμάνι να παρέχει δυνατότητα εξυπηρέτησης συνδυασμένων μεταφορών, δηλαδή θαλάσσιων, οδικών, σιδηροδρομικών και εναέριων, ενώ μπορεί να συνδεθεί άμεσα με την Εγνατία. Παράλληλα αναμένεται η δημιουργία εμπορευματικού κέντρου (logistics).
Οι τελευταίες εξελίξεις αναμφίβολα ικανοποίησαν την κυβέρνηση. Το δείχνει η σημαντική αποδοχή που τυγχάνει το νέο σχέδιό παραχώρησης του συνόλου του λιμένα, μοντέλο διαφορετικό από εκείνο επί ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο αφορούσε υποπαραχωρήσεις των περιφερειακών λιμένων.
«Είμαστε πάρα πολύ ικανοποιημένοι από το γεγονός ότι είχαμε τέσσερις καθώς φαίνεται πολύ αξιόπιστες προσφορές. Και, βέβαια, προσβλέπουμε τώρα στην ολοκλήρωση των επόμενων βημάτων του διαγωνισμού», ήταν η προχθεσινή δήλωση Μητσοτάκη, μιλώντας για μια επένδυση που θα καταστήσει την Αλεξανδρούπολη οικονομικό αλλά και γεωπολιτικό κέντρο.