Γ. Στουρνάρας: Όρος επιβίωσης η παραμονή της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ

Γ. Στουρνάρας: Όρος επιβίωσης η παραμονή της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ

Με την ανάδειξη της σημασίας που έχει για την Ελλάδα η παραμονή της στο ευρώ, επέλεξε να ξεκινήσει την ομιλία του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Στουρνάρας, στην ετήσια τακτική συνέλευση των μετόχων της ΤτΕ.

Πιο συγκεκριμένα, χαρακτήρισε την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ ως «ασπίδα προστασίας» και «όρο επιβίωσης» για τη χώρα, τονίζοντας χαρακτηριστικά πως «σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, η οικονομική και νομισματική σταθερότητα που προσφέρει στα μέλη της η ζώνη του ευρώ είναι για την ελληνική οικονομία ασπίδα προστασίας απέναντι σε απρόβλεπτους κινδύνους. Όπως μάλιστα έδειξε η εμπειρία του περασμένου έτους με την απροσδόκητη εμφάνιση πολλών εξωγενών διαταραχών στην πολιτική και στην οικονομία, η ευρωζώνη μπόρεσε να απορροφήσει τους κραδασμούς και να αποτρέψει τη διάχυση των αρνητικών επιπτώσεών τους στις οικονομίες των χωρών-μελών».

«Για την Ελλάδα, η ενεργός συμμετοχή της στη ζώνη του ευρώ είναι επιτακτικά αναγκαία για λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς και εθνικούς. Είναι όρος επιβίωσης της χώρας σε ένα ταραγμένο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον. Λειτουργεί ως άγκυρα όχι μόνο οικονομικής, αλλά και κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο διάβα της ιστορίας καμία άλλη χώρα δεν έλαβε τόσο μεγάλη οικονομική στήριξη όσο η Ελλάδα, κάτι το οποίο δεν θα ήταν δυνατόν εκτός ευρωζώνης» σημείωσε ο κ. Στουρνάρας.

Συνεχίζοντας, τόνισε πως «η αξιόπιστη εφαρμογή του υφιστάμενου προγράμματος, το οποίο χρηματοδοτείται γενναιόδωρα από τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ και περιέχει δράσεις που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα και το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας, διαμορφώνει τις κατάλληλες συνθήκες για την επαναφορά της χώρας σε αναπτυξιακή τροχιά και την ισότιμη συμμετοχή της στις ευρωπαϊκές διαδικασίες αντιμετώπισης των κραδασμών και βελτίωσης της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης.

Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι, αν οι εταίροι, οι θεσμοί και η ελληνική κυβέρνηση επιδείξουν ευελιξία και ρεαλισμό, είναι εφικτό να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στο αμέσως προσεχές διάστημα. Η απόφαση του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς δείχνει τη βούληση της ελληνικής κυβέρνησης και των εταίρων να συνεχίσουν την προσπάθεια για συναινετική υπέρβαση των διαφορών. Αν όμως οι διαπραγματεύσεις παραταθούν χωρίς προοπτική ταχείας επίτευξης συμφωνίας, η χώρα θα εισέλθει σε ένα νέο κύκλο αβεβαιότητας, επιδείνωσης των σχέσεων με τους εταίρους-δανειστές και εγκλωβισμού της οικονομίας σε στασιμότητα».

Να ολοκληρωθεί άμεσα η αξιολόγηγη

Ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε επίσης την ανάγκη να ολοκληρωθεί άμεσα η διαδικασία της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, επισήμανε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας από το βήμα της ετήσιας γενικής συνέλευσης της κεντρικής τράπεζας, τονίζοντας ότι αν συνεχιστούν οι καθυστερήσεις θα προκύψουν σοβαρά προσκόμματα στην ανάπτυξη. 

«Οι αβεβαιότητες και οι κίνδυνοι στο εσωτερικό συνδέονται κυρίως με τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή του προγράμματος, όπως αποτυπώνονται στις δυσχέρειες της δεύτερης αξιολόγησης», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας. 

Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «αν συνεχιστούν οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση του προγράμματος, θα δημιουργηθούν σοβαρά προσκόμματα στην προσδοκώμενη ανάπτυξη: θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στο κλίμα και θα ανοίξει ένας νέος κύκλος αβεβαιότητας ως προς την ολοκλήρωση του προγράμματος.

Υπογράμμισε ακόμα ότι «η αβεβαιότητα θα οξυνθεί αν τελικώς δεν καταστεί δυνατή η συμμετοχή των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ», εξηγώντας ότι «τα παραπάνω θα υποσκάψουν την εμπιστοσύνη και θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, η οποία, όπως αναφέρθηκε, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη».

Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ακόμα ότι «κίνδυνοι ανακύπτουν και από τις καθυστερήσεις και την αναβλητικότητα στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που έχουν αποφασιστεί ή από τις στρεβλώσεις στη λειτουργία του ανταγωνισμού που ενδέχεται να πλήξουν κρίσιμους τομείς της οικονομίας», κάνοντας αναφορά ως ενδεικτική περίπτωση στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Προϋποθέσεις ανάκαμψης και κίνδυνοι

Ως προϋποθέσεις για την ανάκαμψη, ο διοικητής της ΤτΕ πρσδιόρισε: α) την άμεση θετική κατάληξη της δεύτερης αξιολόγησης, β) την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και γ) την αντιμετώπιση του προβλήματος των "κόκκινων" δανείων.

Περιγράφοντας τους κινδύνους για την ανάκαμψη της οικονομίας, τους απαρίθμησε ως εξής:

(α) Οι διαδοχικές κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις και η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού στην ΕΕ. Μία ενδεχόμενη ενίσχυση των αντιευρωπαϊκών δυνάμεων θα επηρεάσει τις αποφάσεις των ηγετών πολλών χωρών της ΕΕ, με κίνδυνο την αποδυνάμωση των συλλογικών θεσμικών οργάνων της.

(β) Οι αβεβαιότητες που συνδέονται με την αλλαγή της εξωτερικής και της οικονομικής πολιτικής των ΗΠΑ υπό τη νέα προεδρία και δημιουργούν ασάφεια ως προς το νέο ρόλο των ΗΠΑ στον πλανήτη.

(γ) Οι διαφαινόμενες τάσεις ανόδου του εμπορικού προστατευτισμού με παράλληλη υστέρηση των ιδιωτικών παραγωγικών επενδύσεων και πτώση του διεθνούς εμπορίου.

(δ) Ενδεχόμενη αρνητική εξέλιξη των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών και αποτυχία στη διαχείρισή τους θα μπορούσε να ενδυναμώσει περαιτέρω την ανησυχία της κοινής γνώμης σε θέματα ασφάλειας και μετανάστευσης και να αυξήσει τον κίνδυνο της κοινωνικής εσωστρέφειας.

(ε) Η επιδείνωση των συνθηκών ασφάλειας διεθνώς, με σημαντικές οικονομικές απώλειες μέσω της μείωσης του εμπορίου, των μεταφορών και του τουρισμού.

(στ) Η γεωπολιτική αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου.

(ζ) Τέλος, η διαδικασία διαμόρφωσης της νέας ευρωπαϊκής οικονομικής αρχιτεκτονικής καθώς θα εξελίσσονται οι διαπραγματεύσεις ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου που θα οριστικοποιήσουν τις μεταξύ τους σχέσεις στη μετά το Βrexit εποχή.

Μεταξύ άλλων, ο κ. Στουρνάρας ζήτησε την αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής, και κυρίως την άρση της υπέρμετρης φορολογικής επιβάρυνσης επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων. Ζήτησε επίσης την ενθάρρυνση των ξένων αμέσων επενδύσεων, την έμφαση στην καινοτομία και την εκπαίδευση, καθώς και τη μείωση της ανισοκατανομής εισοδήματος και καταπολέμηση της φτώχειας.

Ενώ απαρίθμησε και τα εμπόδια που σήμερα ανακόπτουν τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος σταθερότητας, όπως:

- η υπερφορολόγηση μιας φορολογικής βάσης με μειούμενη φοροδοτική ικανότητα,

- το ασταθές και ασαφές φορολογικό και γενικότερο νομικό πλαίσιο προστασίας των επενδυτών,

- οι γραφειοκρατικές και διοικητικές εμπλοκές, οι οποίες καθυστερούν την πραγματοποίηση επενδύσεων που έχουν ήδη εγκριθεί,

- οι μεγάλες καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης,

- η χαμηλή δανειοδοτική ικανότητα του τραπεζικού συστήματος και τα υψηλά επιτόκια δανεισμού,

- οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και στις τραπεζικές συναλλαγές και, τέλος,

- οι στρεβλώσεις στις αγορές και ιδιαίτερα στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από ατελέσφορες ρυθμιστικές παρεμβάσεις.

(φωτογραφία: SOOC)