Τους λόγους που η κυβέρνηση έκανε πίσω το 2015 και δεν προχώρησε σε συνολική ρήξη με τους δανειστές εξήγησε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γιάννης Δραγασάκης.
Κάνοντας λόγο για χάος που δεν θα μπορούσε να ελεγχθεί με δημοκρατικά μέσα, ο κ. Δραγασάκης παραδέχτηκε πως η κυβέρνηση απέρριψε τη ρήξη καθώς αυτό «θα οδηγούσε σε μια πρόωρη απονομιμοποίηση της κυβέρνησης και του Αριστερού εγχειρήματος για ίσως πολλά χρόνια».
Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στις επιλογές της κυβέρνησης το καλοκαίρι του 2015 είπε ότι «ο λόγος που απορρίψαμε το ενδεχόμενο συνολικής ρήξης ή μάλλον την παράταση της συνθήκης ρήξης στην οποία βρισκόμαστε δεν ήταν στενά οικονομικός, αλλά ήταν ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια κατάσταση τόσο χαοτική που να μην μπορεί να ελεγχθεί με δημοκρατικά μέσα. Αυτό θα οδηγούσε σε μια πρόωρη απονομιμοποίηση της κυβέρνησης και του Αριστερού εγχειρήματος για ίσως πολλά χρόνια. Αν μια συνολική ρήξη δεν είναι εφικτή πάντα υπάρχει η δυνατότητα για ελεγχόμενες ρήξεις. Δηλαδή ρήξεις που είναι προβλέψιμες οι συνέπειές της. Άρα μπορώ να προβλέψω τι θα γίνει και να μην παγιδευτώ σε αδιέξοδα. Και τέτοιες ρήξεις κάναμε πολλές».
«Πλέον, ανακτούμε βαθμούς ελευθερίας για να λύνουμε προβλήματα υπέρ του λαού. Σε αυτήν την προσπάθεια χρειαζόμαστε την κοινωνία συμμέτοχο. Από τώρα πρέπει να προετοιμαστούμε για την επόμενη 4ετία για να προχωρήσουμε στους βαθείς μετασχηματισμούς για την Ελλάδα του 2030» πρόσθεσε ο κ. Δραγασάκης, ο οποίος παρευρέθη μαζί με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο στην εκδήλωση με θέμα «Αριστερά, Κυβέρνηση και Ρεαλιστικές Ουτοπίες» που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, στον Πολυχώρο του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
«Μέχρι τώρα η κυβέρνηση ήταν κυβέρνηση ειδικού σκοπού για να βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια και ταυτόχρονα έκανε σημαντικά πράγματα ως προϋποθέσεις για μια κοινωνία του μέλλοντος. Όμως η γονιμοποίηση των θεσμικών δυνατοτήτων είναι κάτι που πρέπει να γίνει την επόμενη τετραετία. Από εδώ και μπρος πρέπει να δούμε πως θα δημιουργήσουμε κοινωνικούς όρους ώστε η κοινωνία να μας πιέζει για περισσότερους χώρους ελευθερίας και από την άλλη να αξιοποιούνται αυτοί οι χώροι και οι θεσμικές δυνατότητες που δημιουργούν», κατέληξε.