Την αξιολόγηση ΒΒ- για το ελληνικό αξιόχρεο επιβεβαίωσε η Fitch, διατηρώντας αμετάβλητο το outlook σε σταθερό, επισημαίνοντας παράλληλα αδυναμίες όπως το μεγάλο ύψος χρέους της γενικής κυβέρνησης και του εξωτερικού χρέους, τα «κόκκινα» δάνεια αλλά και το ενδεχόμενο οι πρόσφατες αυξήσεις του κατώτατου μισθού να επηρεάσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
«Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού των εργαζομένων κάτω των 25 ετών. Η κυβέρνηση έχει επίσης κάνει αλλαγές στη νομοθεσία για την αγορά εργασίας. Παρόλο που είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί ο πλήρης αντίκτυπος, τα μέτρα αυτά ενδέχεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις διαπραγματεύσεις για τις μισθούς και στην εξωτερική ανταγωνιστικότητα με την πάροδο του χρόνου. Η επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας του κόστους θα μπορούσε να υπονομεύσει τη δυναμική του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και να οδηγήσει σε εξασθένιση της καθαρής θέσης του εξωτερικού χρέους. Μεσοπρόθεσμα, η συμπεριφορά των κοινωνικών εταίρων στη διαπραγμάτευση των νέων συλλογικών συλλογικών συμβάσεων θα αποτελέσει βασικό παράγοντα παρακολούθησης», αναφέρει χαρακτηριστικά η Fitch.
Στην αξιολόγησή της η Fitch σημειώνει πως χωρίς πιο ουσιαστικές πρωτοβουλίες από αυτές που υφίστανται σήμερα θα είναι δύσκολο να επιταχυνθεί η μείωση των κόκκινων δανείων με ρυθμό που να στηρίζει πλήρως την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα.
«Το αξιόχρεο ''BB-'' στηρίζεται από το υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας, το οποίο υπερβαίνει κατά πολύ τους μέσους όρους των χωρών (με αξιόχρεο) ''BB-'' και ''BBB''. Αν και η οικονομική κρίση της Ελλάδας αποκάλυψε αδυναμίες στην αποτελεσματικότητα του δημοσίου και άσκησε μεγάλες πιέσεις στην πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, η διακυβέρνηση εξακολουθεί να είναι σημαντικά ισχυρότερη από ότι στις περισσότερες χώρες με αξιόχρεο κάτω από την επενδυτική διαβάθμιση. Το προφίλ του χρέους της γενικής κυβέρνησης είναι εξαιρετικά ευνοϊκό και η δημοσιονομική επίδοση τα τρία τελευταία χρόνια ήταν ισχυρότερη σε σχέση με τις χώρες με αντίστοιχο αξιόχρεο. Τα δυνατά αυτά σημεία σταθμίζονται έναντι του υψηλού αποθέματος χρέους της γενικής κυβέρνησης και καθαρού εξωτερικού χρέους, των προοπτικών αδύναμης ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα και των πολύ υψηλών επιπέδων μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τραπεζικό τομέα», σημειώνει σε άλλο σημείο της έκθεσής της.
«Οι μακροπρόθεσμοι υπολογισμοί μας για την βιωσιμότητα του χρέους στηρίζονται σε εκτιμήσεις για το μέσο πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού ύψους 2% του ΑΠΕ την περίοδο 2018-40, πραγματική ανάπτυξη που κατά μέσο όρο φτάνει το 1,4% την ίδια περίοδο και αποπληθωριστή ΑΕΠ που συγκλίνει προς το 2%. Υπό αυτές τις παραδοχές το δημόσιο χρέος μειώνεται σταθερά στο 124% του ΑΕΠ το 2030 και το 111,4% του ΑΕΠ ως το 2040, από 181,1% το 2018», καταλήγεις στα συμπεράσματά της η Fitch.