Ένα δαιδαλώδες, διάτρητο αλλά και… χαοτικό οικονομικό, διοικητικό και επιχειρηματικό status quo βρήκε η PwC στον έλεγχο που έκανε στον όμιλο Folli Follie, τονίζοντας ότι αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε και μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου πριν από 27 μήνες το Μάιο του 2018.
Η PwC εντοπίζει «τυφλές» χρηματοδοτήσεις θυγατρικών εταιρειών του ομίλου, δάνεια και αμοιβές προς την οικογένεια Κουτσολιοούτσου, αμοιβές διοικούντων υψηλότερες από αυτές που είχε εγκρίνει η γενική συνέλευση και γενικώς μια δαιδαλώδη διοικητική και οικονομική κατάσταση.
Ο ελεγκτικός οίκος επισημαίνει την αδυναμία των διοικούντων να δημιουργήσουν ένα αξιόπιστο σύστημα χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, με αποτέλεσμα ο έλεγχος να δυσχεραίνεται. Για όλους αυτούς τους λόγους, ο ελεγκτικός οίκος εξέδωσε αρνητική γνώμη για τον πολυαναμενόμενο ισολογισμό χρήσης.
Η PwC τονίζει πως έως σήμερα η εταιρεία «δεν έχει ολοκληρώσει τις απαραίτητες διαδικασίες για τον εντοπισμό αδυναμιών, ελλείψεων και παραλείψεων στο σύστημα εσωτερικού ελέγχου που έχουν οδηγήσει στην επεξεργασία και δημοσίευση εσφαλμένης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης».
Πιο συγκεκριμένα δεν ολοκληρώθηκε το έργο που είχε ανατεθεί στην εταιρεία Alvarez & Marsal για τις θυγατρικές εταιρείες του ομίλου στην Ασία, το οποίο περιελάβανε μεταξύ άλλων τη διερεύνηση των γεγονότων που είχαν οδηγήσει στη σύνταξη και δημοσίευση εσφαλμένων εταιρικών και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων για τη χρήση που έληξε την 31 Δεκεμβρίου 2017.
Ως εκ τούτου, η διοίκηση του ομίλου δεν γνωρίζει τις αιτίες που έχουν οδηγήσει στην παραποίηση ή στην απόκρυψη οικονομικών στοιχείων, ποια πρόσωπα έδιναν τις σχετικές εντολές και ποια ήταν τα εμπλεκόμενα πρόσωπα στη διάπραξη αυτών των πράξεων. Χωρίς την ολοκλήρωση της διερεύνησης αυτής, υπάρχει εγγενής αδυναμία εφαρμογής των κατάλληλων δικλίδων εσωτερικού ελέγχου που θα επέτρεπαν στη Διοίκηση να έχει επαρκή και αξιόπιστα δεδομένα ώστε να καταρτίσει τις εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις απαλλαγμένες από ουσιώδη σφάλματα, που οφείλονται είτε σε απάτη είτε σε λάθος».
Ο οίκος αναφέρεται στα δάνεια που χορήγησε η Folli Follie σε θυγατρικές της εταιρείες το 2019 και το 2020 συνολικού ποσού 12,9 εκατ. ευρώ περίπου, για τα οποία όπως σημειώνει «δεν κατέστη δυνατό να λάβουμε τα απαιτούμενα ελεγκτικά τεκμήρια. Τα δάνεια αυτά χορηγήθηκαν σε θυγατρικές από τις οποίες η Εταιρεία είχε ήδη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις που είχαν χαρακτηριστεί από τη Διοίκηση ως μη ανακτήσιμες ενώ γίνεται λόγος και για καταβολή στα μέλη του ΔΣ υπέρογκων αμοιβών και παροχών οι οποίες συνολικά υπερβαίνουν το εγκεκριμένο ποσό διάθεσης. Πρόκειται για ζήτημα που εγείρει τεράστιες ευθύνες για όσους είχαν την ευθύνη της διοίκησης μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, στις 4 Μαΐου του 2018.
Επίσης τονίζεται πως η διοίκηση συνέταξε τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις παραλείποντας την ενοποίηση των θυγατρικών εταιρειών Links of London (International) Ltd, Links (London) Limited, Links of London Com Ltd (UK), Links of London Inc (USA), Links of London Japan Co Ltd, Links of London (Asia) Ltd, Juicy Couture Ireland Ltd, Strenaby Finance Ltd, Juicy Couture Europe Ltd, Folli Follie UK LTD και της Qivos S.A.. Επίσης δεν ενοποιήθηκε με τη μέθοδο της καθαρής θέσης η συμμετοχή της Εταιρείας στην Μαρίνα Μυτιλήνης.
Οι παραλείψεις αυτές συνιστούν ουσιώδη παρέκκλιση από τις απαιτήσεις του ΔΠΧΑ 10 «Ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις» και ΔΛΠ 28 «Επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις».
Η PwC σημειώνει πως «κατά τη διενέργεια των ελεγκτικών μας διαδικασιών, εντοπίσαμε συναλλαγές με εταιρείες οι οποίες ελέγχονταν από συνδεδεμένα μέρη, καθώς και συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη οι οποίες δεν είχαν αποτυπωθεί στις εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Ως εκ τούτου, δεν μπορέσαμε να επιβεβαιώσουμε ότι η Εταιρεία δεν συναλλασσόταν και με άλλες εταιρείες ελεγχόμενες από συνδεδεμένα μέρη».
Επίσης, κατά τη διάρκεια του 2019, ο βασικός μέτοχος της Εταιρείας (σ.σ. Δημ. Κουτσολιούτσος) απέστειλε επιστολή προς τη Διοίκηση, με την οποία γνωστοποίησε αξίωσή του από την τελευταία ύψους $43,9 εκ., ισχυριζόμενος ότι το παραπάνω ποσό είχε χορηγηθεί από τον ίδιο μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2018, προς τη θυγατρική εταιρεία FF Group Sourcing Ltd.
Παράλληλα, η ελεγκτική εταιρεία τονίζει πως «δεν μπορέσαμε να επιβεβαιώσουμε την ύπαρξη των ενσώματων παγίων στοιχείων της Εταιρείας, εκτός από τα οικόπεδα αξίας 10,4 εκατ. ευρώ και τα κτίρια με αναπόσβεστη αξία 28,5 εκ. που απεικονίζονται στην κατάσταση χρηματοοικονομικής θέσης της Εταιρείας και του Ομίλου αντίστοιχα, για τα οποία λάβαμε τα απαιτούμενα συμβολαιογραφικά έγγραφα.
Αναφορικά με τα αποθεματικά, η PwC σημειώνει πως «η διοίκηση δεν μπόρεσε να μας παράσχει επαρκή ελεγκτικά τεκμήρια προκειμένου να επαληθεύσουμε τη φύση και την ορθότητα των πλείστων κονδυλίων που περιλαμβάνονται τόσο στην εταιρική, όσο και στην ενοποιημένη κατάσταση μεταβολών ιδίων κεφαλαίων. Συγκεκριμένα, το μόνο που μπορέσαμε να επιβεβαιώσουμε ήταν η ορθότητα του αφορολόγητου αποθεματικού ύψους 262,6 εκατ. ευρώ που σχηματίστηκε από την απόσχιση κλάδου των αφορολογήτων ειδών».
Αναφορικά με τις δανειακές υποχρεώσεις, τονίζεται πως «δεν κατέστη δυνατό να επιβεβαιωθεί το ύψος των δανειακών υποχρεώσεων της Εταιρείας που εμφανίζεται στο κονδύλι «Βραχυπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις», διότι δεν ετέθησαν υπόψη μας επιβεβαιωτικές επιστολές από ορισμένες τράπεζες. Επιπλέον, τον Ιανουάριο του 2018 πραγματοποιήθηκε μερική αποπληρωμή ύψους 25,1 εκατ. ευρώ από την Εταιρεία προς τη θυγατρική της FF Luxembourg II SA, σχετικά με ενδοομιλικό δάνειο CHF 147,9 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με την Διοίκηση το ως άνω ποσό μεταφέρθηκε ως δάνειο στην θυγατρική του ομίλου FF Group Sourcing Ltd για πληρωμή φόρου εισοδήματος της χρήσης 2017, ο οποίος αποδόθηκε το 2018. Δεν κατέστη δυνατή η απόκτηση ελεγκτικών τεκμηρίων σχετικά με την τελική χρήση του ποσού αυτού.
Ολόκληρη η έκθεση: