Η πρόσφατη έρευνα της ΕΥ, Global Banking Outlook 2017, φανερώνει πως, ενώ μόνο το 11% των τραπεζικών στελεχών αναμένει σημαντική βελτίωση των οικονομικών του αποτελεσμάτων κατά τους επόμενους 12 μήνες, η πλειοψηφία των τραπεζών (60%) επενδύει σε νέες πελατοκεντρικές τεχνολογίες.
Όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση της εταιρείας, η διαχείριση των κινδύνων φήμης και η συμμόρφωση με το ρυθμιστικό πλαίσιο και τα πρότυπα αναφοράς, αποτελούν τις δύο βασικές προτεραιότητες των τραπεζών, αναδεικνύοντας τη συνεχιζόμενη ανάγκη για εξισορρόπηση της διαχείρισης απειλών και της υποστήριξης της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.
Η έρευνα μεταξύ σχεδόν 300 τραπεζικών στελεχών από την Ευρώπη, την Αμερική, την Αφρική και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδος, εντοπίζει δύο αναπτυξιακές προτεραιότητες για τον κλάδο: την προσέλκυση και διατήρηση του ανθρώπινου δυναμικού και τις επενδύσεις σε πελατοκεντρικές τεχνολογίες.
Η έκθεση ενθαρρύνει τις τράπεζες να προχωρήσουν σε λιγότερες δράσεις, να εξορθολογήσουν τα λειτουργικά τους μοντέλα, καθώς και να συνεργαστούν με επιχειρήσεις Fintech, blockchain και άλλους φορείς που μετασχηματίζουν δραστικά την αγορά, για να εξασφαλίσουν καλύτερες υπηρεσίες, και να επιδιώξουν να μειώσουν τα κόστη τους διαχειριζόμενοι, παράλληλα, απειλές που αντιμετωπίζουν, για να προστατεύσουν τον οργανισμό τους.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι τράπεζες θα πρέπει να επικεντρωθούν στη βελτίωση πέντε συγκεκριμένων τομέων της εσωτερικής τους λειτουργίας:
1. Αναμόρφωση: Ο τραπεζικός κλάδος θα συγκεντρωθεί γύρω από τέσσερα βασικά επιχειρηματικά μοντέλα: τοπικά καταστήματα, παγκόσμια καταστήματα, περιφερειακούς πρωταθλητές και διεθνείς υπερ-τράπεζες. Οι τράπεζες θα πρέπει να επιλέξουν πώς θα τοποθετηθούν και, στη συνέχεια, να αναδιαρθρώσουν τις λειτουργίες τους ανάλογα.
2. Έλεγχος: Οι τράπεζες πρέπει να ενισχύσουν την προσέγγιση των τριών γραμμών άμυνας ως προς τη διαχείριση κινδύνου, βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητά τους, εστιάζοντας το ενδιαφέρον τους στη διαχείριση των πωλήσεων και δημιουργώντας απλούστερες αλυσίδες αξίας.
3. Προστασία: Οι τράπεζες οφείλουν να ελαχιστοποιήσουν τις εσωτερικές και εξωτερικές απειλές, αποδεικνύοντας ότι διαθέτουν έτοιμα συστήματα για την πρόληψη του ξεπλύματος χρήματος και του οικονομικού εγκλήματος. Παράλληλα, θα πρέπει να προετοιμαστούν για τις κυβερνο-επιθέσεις, αλλά και για μελλοντικές διακοπές λειτουργίας.
4. Βελτιστοποίηση: Ο δείκτης λειτουργικών δαπανών προς το ενεργητικό των τραπεζών έχει διαφοροποιηθεί ελάχιστα τα τελευταία πέντε χρόνια. Για να σημειώσουν κάποια πρόοδο, οι τράπεζες πρέπει να στραφούν προς μια μακρόπνοη προσέγγιση, να υιοθετήσουν νέες τεχνολογίες και να επιτύχουν την «αποτελεσματικότητα της επόμενης γενιάς» όσον αφορά στη διαχείριση δαπανών.
5. Ανάπτυξη: Καθώς οι πελάτες εμφανίζονται πιο πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν χρηματοπιστωτικά προϊόντα που προσφέρονται από μη παραδοσιακούς παίκτες, οι τράπεζες θα χρειαστεί να επενδύσουν στο ανθρώπινο δυναμικό και την τεχνολογία, για να υποστηρίξουν την καινοτομία και να υπερασπιστούν το μερίδιο αγοράς τους, εξασφαλίζοντας την ανταγωνιστικότητά τους.
Ο κ. Γιώργος Παπαδημητρίου, εταίρος της ΕΥ Ελλάδος και επικεφαλής στο τμήμα Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, τονίζει: «Στην αυγή μιας νέας εποχής, οι τράπεζες θα πρέπει να προσαρμοστούν, βελτιώνοντας τα λειτουργικά τους μοντέλα, θωρακίζοντας τις τρεις γραμμές άμυνάς τους, αλλά και επενδύοντας στο ανθρώπινο δυναμικό και τις νέες τεχνολογίες, προκειμένου να διατηρήσουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα. Η οικοδόμηση ενός καλύτερου οικοσυστήματος, και όχι μιας μεγαλύτερης τράπεζας, αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας. Οι ελληνικές τράπεζες, παρά τις δυσκολίες τις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν μέσα στην οικονομική κρίση, θα πρέπει να σκεφτούν το μέλλον και να εστιάσουν στις δύο βασικές αναπτυξιακές προτεραιότητες που εντοπίζει η έρευνα, το ανθρώπινο δυναμικό και τις νέες, πελατοκεντρικές τεχνολογίες, προκειμένου να προασπίσουν την ανταγωνιστικότητά τους».