Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής να έχουν τροχοδρομηθεί παρά τις καθυστερήσεις που σημειώνονται, την πρόσφατη εξαγορά των δραστηριοτήτων της AXA στη χώρα μας από την Generali που δημιούργησαν έναν ακόμη ισχυρό πόλο, το ρόλο της οδηγίας Solvency II αλλά και τα χαμηλά επιτόκια, η ασφαλιστική αγορά ετοιμάζεται για έναν ακόμη κύκλο σημαντικών ανακατατάξεων τόσο σε θεσμικό όσο και επιχειρηματικό επίπεδο.
Το ενδιαφέρον στις επόμενες εβδομάδες είναι σαφές ότι θα μονοπωλήσει η διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ της Εθνικής Τράπεζας και του CVC Capital Partners για την Εθνική ασφαλιστική. Η έκβαση της συγκεκριμένης συμφωνίας είναι ικανή να διαμορφώσει νέες ισορροπίες στον κλάδο, και να ανάψει το πράσινο φως για νέες εξαγορές, ενώ το τελικό τίμημα της θα αποτελέσει μέτρο σύγκρισης για επόμενες συμφωνίες. Η καθυστέρηση που καταγράφεται στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων έχει προκαλέσει προβληματισμό καθώς η αποεπένδυση της Εθνικής έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί στα τέλη της περασμένης χρονιάς, ωστόσο οι συζητήσεις συνεχίζονται.
Αν τελικά το deal οριστικοποιηθεί, το CVC θα επιδιώξει να μεγιστοποιήσει την επένδυση στην Εθνική Ασφαλιστική, μέσω συνεργασιών με τον κλάδο της ιδιωτικής υγείας, όπου πλέον μετά από καίριες εξαγορές κατέχει ηγετική θέση.
Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των ανακατατάξεων στον κλάδο έφερε και το deal εξαγοράς της ΑΧΑ από την Generali, που ανακατεύει την τράπουλα σε επίπεδο μεριδίων αλλά και οικονομικών επιδόσεων.
Με την εξαγορά, η Generali βρίσκεται πλέον στη δεύτερη θέση στον κλάδο των γενικών ασφαλίσεων και στην τρίτη θέση στις καλύψεις υγείας. Η συνεργασία της με το τραπεζικό δίκτυο της Alpha Bank που έχει ορίζοντα 20ετίας εκτιμάται ότι θα φέρει έσοδα έως και 1 δισ. ευρώ, ενώ η παρούσα αξία της εκτιμήθηκε πάνω από τα 300 εκατ. ευρώ για την τράπεζα.
Η σημερινή εικόνα του κλάδου, που μετρά πάνω από 60 εταιρείες, αναμένεται ότι θα μεταβληθεί δραστικά το επόμενο διάστημα.
Οι αλλαγές που επέφερε η πανδημία, η ανάγκη ανάγκη χρηματοδότησης για την επίσπευση των διαδικασιών ψηφιακού μετασχηματισμού, σε συνδυασμό με τις χαμηλές αποδόσεις στις επενδύσεις των ασφαλιστικών εταιρειών λόγω των χαμηλών επιτοκίων, αποτελούν καταλύτες που αναμένεται να ωθήσουν τις μικρότερες ασφαλιστικές εταιρείες να ενταχθούν σε μεγαλύτερα σχήματα. Τάση η οποία υπαγορεύεται και από την οδηγία Solvency II και δεν έχει μετουσιωθεί σε πράξη, αν και παράγοντες της αγοράς την αναμένουν.
Στη διαδικασία αναδιαμόρφωσης του χάρτη των ασφαλιστικών εταιρειών θεωρητικά θα εμπλακούν όλες οι υγιείς εταιρείες και όσες έχουν ισχυρούς μητρικούς ομίλους, με στόχο να αλλάξουν το επιχειρηματικό τους status.
Για παράδειγμα, η Eurolife έχει και το μέγεθος και την τεχνογνωσία για να κάνει εξαγορές και έχει δηλώσει πρόθυμη να εμπλακεί σε αντίστοιχες διεργασίες.
Παράλληλα, αφορμή για συνεργασίες είναι πιθανόν να αποτελέσουν οι εξελίξεις στο μέτωπο του bancassurance, που αναμένεται να αλλάξει καθώς οι τράπεζες αντιμετωπίζουν την πρόκληση μέσα από μικρότερο αριθμό φυσικών καταστημάτων να διατηρήσουν αν όχι να αυξήσουν τα κεκτημένα τους στην παραγωγή ασφαλίστρων.
Επιπρόσθετα το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο και η αλλαγή που φέρνει στην επικουρική ασφάλιση, ενδέχεται να δώσει νέο ρόλο στις ασφαλιστικές, οι οποίες επενδύουν στην στήριξη της πολιτείας για την υιοθέτηση φοροαπαλλαγών στα ασφαλιστικά συμβόλαια ζωής και υγείας και την ενίσχυση της αποταμίευσης μέσω έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδημα.
Πρακτικές οι οποίες έχουν εφαρμοστεί και στηρίξει τον ασφαλιστικό κλάδο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και με δεδομένο ότι αν ολοκληρωθεί και η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής , οι μεγάλοι παίκτες θα είναι πλέον στην πλειονότητά τους διεθνείς όμιλοι.