Του Γιώργου Φιντικάκη
Τι σχέση θα έχει η ΔΕΗ του μέλλοντος με τη σημερινή; Καμία απολύτως είναι η απάντηση. Θα είναι μικρότερη σε μέγεθος, με λιγότερους πελάτες, μειωμένο τζίρο σε σχέση με το σημερινό, λιγότερο προσωπικό, αλλά ενδεχομένως και πιο υγιής αν καταφέρει να ελέγξει τα φέσια της, δραστηριοποιηθεί σε άλλους τομείς της αγοράς, και αποκτήσει εξωστρέφεια.
Μια «αχνή» ακόμη εικόνα της ΔΕΗ του μέλλοντος μας δίνουν τα ετήσια αποτελέσματα για το 2017, τα οποία - άγνωστο για ποιο λόγο- η εταιρεία ανακοίνωσε αργά το βράδυ της Παρασκευής.
Σε αυτά παίρνει κανείς μια πρώτη ιδέα για το προφίλ που θα έχει η επιχείρηση τα επόμενα χρόνια. Πέρυσι, παρά το «μέρισμα Τσίπρα», ύψους 360 εκατ. ευρώ, που της δόθηκε για Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) παρελθόντων ετών, η ΔΕΗ είδε την κερδοφορία της να μειώνεται για μια σειρά από λόγους, με κυριότερο την απώλεια μεριδίου αγοράς ύψους 5,1%.
Έκλεισε δηλαδή την περυσινή χρονιά με μερίδιο 86,7% από 91,8% το 2016, το οποίο μεταφράζεται σε απώλεια τζίρου, ύψους 216 εκατ. ευρώ. Τι σημαίνει αυτό στη πράξη; Ότι για κάθε ποσοστιαία μονάδα μεριδίου αγοράς που έχασε η ΔΕΗ το 2017, είδε τον τζίρο της να μειώνεται κατά 38,5 εκατ. ευρώ.
Και εδώ ακριβώς ερχόμαστε στην ουσία του προβλήματος. Το καλοκαίρι του 2015, η κυβέρνηση συμφώνησε με τους δανειστές ότι πρέπει να συρρικνωθεί το μερίδιο της ΔΕΗ στην αγορά λιανικής, και να πέσει στο 49% έως τα τέλη του 2019. Σαν εργαλείο υιοθετήθηκε τότε το καταναγκαστικό μέτρο των υποχρεωτικών δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας προς τρίτους (ΝΟΜΕ), σε προκαθορισμένες τιμές, και χαμηλότερες, απ' ό,τι θα πωλούσε η επιχείρηση τις ίδιες ποσότητες στη χονδρική.
Σύμφωνα λοιπόν με εκείνη τη μνημονιακή υποχρέωση, η ΔΕΗ θα πρέπει εντός δύο ετών από σήμερα να απολέσει επιπλέον μερίδιο 37%-38%. Επομένως, αν για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα μεριδίου που χάνει, η επιχείρηση «γράφει» απώλεια τζίρου ύψους 38,5 εκατ. ευρώ, τότε για το 37% του μεριδίου της θα έχει σωρευτικές απώλειες από πωλήσεις στη διετία, της τάξης του 1,4-1,5 δισ. ευρώ! Εάν επομένως φέτος οι πωλήσεις ήταν 4,85 δισ. ευρώ, το 2019 θα πρέπει να είναι 3,35 δισ. ευρώ, και να μάθει η εταιρεία να ζει με αυτά τα ποσά, που είναι κατά 1,5 δισ. ευρώ λιγότερα από τα σημερινά.
Σε αυτά, θα πρέπει κανείς να προσθέσει και τα περίπου 900 εκατ ευρώ κύκλου εργασιών, που έχει ήδη απωλέσει η επιχείρηση από το 2014 έως σήμερα.
Σωρευτικά δηλαδή η ΔΕΗ του 2020, θα έχει χάσει ένα τζίρο της τάξης των 2,5 δισ. ευρώ σε σύγκριση με αυτόν που είχε πριν από έξι χρόνια, δηλαδή το 2014. Αντί να βάλει στα ταμεία της 2 δισ. ευρώ, όσα υπολογιζόταν ότι θα εισέπραττε από το σχέδιο πώλησης της «μικρής ΔΕΗ» του 2014, τελικά θα χάσει άλλα τόσα και παραπάνω έως τα τέλη του 2019, δίχως να πάρει ούτε σεντ ως αντάλλαγμα, αφού μέσω των δημοπρασιών πουλά το ρεύμα κάτω από τη τιμή που θα το διέθετε στη χονδρική.
Όπως όμως και να έχει, η ΔΕΗ των επόμενων ετών θα είναι μια διαφορετική από τη σημερινή επιχείρηση και κυρίως θα πρέπει να μάθει να ζει με πολύ μικρότερο τζίρο, και άρα με λιγότερες δαπάνες και λιγότερο προσωπικό.
Ταυτόχρονα, σημαντικές απώλειες θα έχει η επιχείρηση και από την πώληση του 40% των λιγνιτικών της μονάδων. Είναι προφανές επομένως, ότι θα πρέπει να προχωρήσει σε γενναίες προσαρμογές αλλά και να κινηθεί γρήγορα προκειμένου να μπορέσει να βρει από άλλες δραστηριότητες πιθανές πηγές αύξησης των πωλήσεών της. Αυτό άλλωστε είναι και το κυριότερο στοίχημα του στρατηγικού σχεδιασμού που εκπονείται αυτήν την περίοδο.
Φωτογραφία Intime News