Οι αγορές ομολόγων της Νότιας Ευρώπης μπορεί να αντέδρασαν σαν να μη συμβαίνει τίποτα στην αβεβαιότητα που προκάλεσε η πόλεμος στην Ουκρανία αλλά και το τέλος ενός δυνατού προγράμματος τόνωσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τώρα πλέον έχει έρθει η ώρα της επιστροφής στην πραγματικότητα.
Τα ομόλογα της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας και της Πορτογαλίας, που συνήθως λύγιζαν στην όποια ένδειξη ότι η ΕΚΤ θα απέσυρε το πρόγραμμα αγοράς χρεογράφων, κράτησαν το έδαφός τους τον Μάρτιο, παρά το γεγονός ότι τα γερμανικά, που είναι ομόλογα αναφοράς στην ευρωζώνη, βίωσαν το χειρότερο ξεπούλημα από το 2008.
Η εξήγηση για την ανθεκτικότητά τους είναι οι προσδοκίες ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα οδηγούσε σε περαιτέρω ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι θα πυροδοτούσε ένα νέο κύκλο κοινών εκδόσεων ομολόγων της ΕΕ. Κοινές εκδόσεις χρέους θα επέτρεπαν στις υπερχρεωμένες χώρες όπως την Ιταλία, να χρηματοδοτήσουν την ενεργειακή τους μετάβαση και απεξάρτηση από τη Ρωσία, αλλά και να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες χωρίς την επιδείνωση των δημοσιονομικών τους.
Όμως, χωρίς σημάδια ότι τέτοιες κοινές εκδόσεις χρέους είναι προ των πυλών, τα χαμηλότερης διαβάθμισης κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης βρίσκονται πλέον εκτεθειμένα σε ρίσκα όπως την αβεβαιότητα του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία και την πιθανότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να τερματίσει τις υπολειπόμενες αγορές ομολόγων νωρίτερα από ό,τι προβλέπονταν.
Η απόδοση του ιταλικού 10ετους ομολόγου έχει ανέβει 45 μονάδες βάσης αυτό το μήνα στο 2,48%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη μηνιαία άνοδο από το 2018. Οι αποδόσεις στα αντίστοιχα ομόλογα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας ανέβηκαν 32 και 48 μονάδες βάσης τον Απρίλιο. Το αποτέλεσμα των κινήσεων αυτών είναι ότι τα spread, οι διαφορές απόδοσης που παρακολουθούνται στενά ως δείκτες ρίσκου, είναι και πάλι υπό πίεση.
Το spread των ιταλικών με τα γερμανικά 10ετη ομόλογα, που δείχνει πόσο πριμ ζητούν οι επενδυτές για να διακρατήσουν ιταλικό χρέος, βρίσκεται πλέον στο 1,63% και πολλοί εκτιμούν ότι θα διευρυνθεί περαιτέρω προς τα επίπεδα που είδαμε στην αναστάτωση στις αρχές του 2020.
Σύμφωνα με την BofA, το spread αυτό είναι πιθανό να διευρυνθεί στο 1,9% με 2,0% μέχρι το τέλος της φετινής χρονιάς, καθώς η αγορά είχε γίνει κάπως υπεραισιόδοξη όσον αφορά στη δημοσιονομική στήριξη από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι αναλυτές επιτοκίων στη UBS βλέπουν το spread στο εύρος του 1,50% με 1,75%, ενώ στη Societe Generale έχουν ως στόχο το 1,85% το δεύτερο τρίμηνο.
Tα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας υπήρξαν τα κυρίως ωφελημένα από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ που βοήθησε στη συγκράτηση του κόστους δανεισμού και διατήρησε τα spread σε στενά επίπεδα. Οι αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ έχουν προγραμματιστεί να τελειώσουν το τρίτο τρίμηνο, αλλά με τον πληθωρισμό σε υψηλό-ρεκόρ στο 7,5% αυξάνεται η πίεση για νωρίτερη παύση.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Pictet Asset Management, τα τρέχοντα επίπεδα των spread απεικονίζουν έναν εφησυχασμό όσον αφορά την πολιτική της ΕΚΤ.
«Ενα Γερμανο-ιταλικό spread γύρω στο 1,60% προεξοφλεί αισιοδοξία για την πολιτική δημοσιονομικής στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και νομισματική πολιτική από πλευράς ΕΚΤ πιο υποστηρικτικά συγκριτικά με αυτό που τιμολογούν οι αγορές», επισημαίνει η Pictet.
O δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία στις 24 Απριλίου δημιουργεί νευρικότητα στις αγορές ομολόγων δεδομένου ότι η ηγέτης της ακροδεξιάς Marine Le Pen έχει πιθανότητες να νικήσει τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.
Η Le Pen έχει παύσει να υποστηρίζει την έξοδο από το ευρώ, ωστόσο, η ατζέντα της περιλαμβάνει πολιτικές προστατευτισμού και εθνικισμού που αν κερδίσει θα εμποδίσουν την περαιτέρω ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.