Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε μία δήλωση που δείχνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει αποφασίσει να φτάσει μέχρι τέλους και σε αυτή τη διαδρομή θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο, χωρίς να τον ενδιαφέρουν οι δραματικές συνέπειες που έχουν οι επιλογές του για χώρα, προχώρησε χθες ο πρωθυπουργός. Μία δήλωση που τρομάζει την πραγματική οικονομία καθώς τράπεζες και επιχειρήσεις γνωρίζουν πως απειλούνται με πολυετή ασφυξία λόγω έλλειψης ρευστότητας.
Με λίγα λόγια, ο Αλ. Τσίπρας μας είπε ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται τις αγορές για 2,5 χρόνια, και άρα οι όποιες αναταραχές λάβουν χώρα δεν μας αγγίζουν, αφού έχουμε ένα κεφαλαιακό «μαξιλάρι» 30 δισ. ευρώ. Μπορούμε, επίσης, να εφαρμόζουμε όποιο μέτρο θέλουμε χωρίς να φοβόμαστε ότι θα προκαλέσουμε εκτίναξη των επιτοκίων δανεισμού.
Δηλαδή, ο Έλληνας πρωθυπουργός θα στηριχθεί στο μαξιλάρι για να υποσχεθεί και να δώσει ό,τι μπορεί ενόψει εκλογών. Διότι οι αναταραχές δεν συμβαίνουν μόνο εξαιτίας εξωγενών παραγόντων αλλά θα μπορούσαν να προκληθούν και από το κρεσέντο της κυβερνητικής παροχολογίας ή το ξήλωμα μέτρων που έχουν ήδη ψηφισθεί.
Αλήθεια, υπάρχει χώρα που να μην την… πολυαπασχολούν οι αγορές, όπως έσπευσε να μας ενημερώσει ο Αλέξης Τσίπρας κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου στη ΔΕΘ, ότι συμβαίνει με την Ελλάδα; Αν υπάρχει θα είναι μία χώρα που είτε εξυπηρετεί με αποκλειστικά ιδίους πόρους της ανάγκες της - και άρα δεν χρειάζεται δανεισμό - είτε βρίσκεται σε μνημόνιο και παίρνει δόσεις αφού είναι αποκλεισμένη από τις αγορές.
Δυστυχώς, η Ελλάδα χρωστάει 360 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 170% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Επίσης, το μνημόνιο μας τελείωσε και πλέον μπορούμε να εφαρμόζουμε οποιαδήποτε πολιτική επιθυμούμε χωρίς καμία παρέμβαση από τους δανειστές.
Επειδή, όμως, το τελευταίο δεν ισχύει και ταυτόχρονα οι αγορές δείχνουν σε κάθε ευκαιρία ότι δεν έχουν την παραμικρή εμπιστοσύνη στην παρούσα κυβέρνηση, οι δανειστές αποφάσισαν να μας δώσουν ένα κεφαλαιακό «μαξιλάρι» ύψους 24,1 δισ. ευρώ. Στην ουσία πρόκειται για μία άτυπη προληπτική γραμμή στήριξης, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην περίπτωση που η Ελλάδα παραμένει αποκλεισμένη από τις αγορές.
Είναι το «μαξιλάρι» στο οποίο αναφέρθηκε χθες ο πρωθυπουργός για να μας πείσει ότι για τα επόμενα 2,5 χρόνια, όπως είπε ο ίδιος, η Ελλάδα θα έχει την πολυτέλεια να μην την απασχολεί και τόσο πολύ η αναταραχή στις αγορές.
Η δήλωση του κ. Τσίπρα είναι άκρως επικίνδυνη για πολλούς λόγους. Πρώτον, δείχνει ότι δεν έχει ιδέα για το πώς λειτουργούν οι αγορές και σε καμία περίπτωση δεν αντιλαμβάνεται τις τρομακτικές παράπλευρες απώλειες για την ελληνική οικονομία, όσο το δημόσιο δεν βελτιώνει την καμπύλη των επιτοκίων. Και αυτό είναι πολύ χειρότερο από το ενδεχόμενο να… κάνει ότι δεν καταλαβαίνει και απλώς να βρήκε μία διέξοδο σε μία ερώτηση που ήθελε να αποφύγει.
Δεύτερον, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ελληνική αγορά ομολόγων είναι εξαιρετικά ρηχή, που σημαίνει ότι είναι περισσότερο ευάλωτη σε αναταράξεις. Κατά συνέπεια, και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν δημιουργεί ένα φιλικό προς τις επενδύσεις περιβάλλον, κάθε φορά που η ελληνική κυβέρνηση θα χρησιμοποιεί μέρος του κεφαλαιακού «μαξιλαριού» τα επιτόκια δανεισμού της χώρας θα εκτινάσσονται, αφού στην ουσία η Ελλάδα θα συνεχίσει στον ίδιο δρόμο που βρισκόταν την τελευταία οκταετία.
Αν ο κ. Τσίπρας πιστεύει ότι το «μαξιλάρι» έχει μόνο πολιτικές προεκτάσεις πλανάται πλάνην οικτράν. Μπορεί η Ελλάδα να έχει εξασφαλισμένες τις χρηματοδοτικές της ανάγκες για λίγο, αλλά όχι για πάντα. Αφενός θα πρέπε να αποκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης με τις αγορές και αφετέρου κάποιος θα πρέπει να ενδιαφερθεί και για τις επιχειρήσεις.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις αναζητούν χρηματοδοτικές πηγές καθώς οι τράπεζες βρίσκονται εγκλωβισμένες στο βουνό των «κόκκινων» δανείων ύψους 90 δισ. ευρώ. Αυτό συνεπάγεται ότι θα πρέπει να δανειστούν από τις αγορές με επιτόκια πάρα πολύ υψηλά. Η μείωση του επιτοκίου δανεισμού του ελληνικού δημοσίου θα είχε ευεργετικό αντίκτυπο για τις επιχειρήσεις και την πραγματική οικονομία, άσχετα με το αν η χώρα θα δανειζόταν τελικά από τις αγορές για τα επόμενα 25 χρόνια.
Η σχέση του Αλ. Τσίπρα με τις αγορές είναι αναμφίβολα πολυτάραχη και δυστυχώς επικίνδυνη για τη χώρα. Στην αρχή οι αγορές θα ήταν αυτές που θα χόρευαν στο ρυθμό της «επαναστατικής» ελληνικής κυβέρνησης. Αφού το «παραμύθι» της περήφανης διαπραγμάτευσης τελείωσε άδοξα το 2015, οι αγορές ξανακέρδισαν χαρακτηρισμούς όπως «τοκογλύφοι», «εκβιαστές» κλπ. Πριν λίγους μήνες, ο ίδιος ο πρωθυπουργός διαφήμιζε την επιστροφή στις αγορές και το κυβερνητικό επιτελείο κατάρτισε ένα φιλόδοξο σχέδιο εκδόσεων ομολόγων για να λάβει πανηγυρικές διαστάσεις η επίσημη λήξη του μνημονίου.
Σήμερα, ο πρωθυπουργός μιας ευρωπαϊκής και ανεπτυγμένης δυτικής χώρας, «αδιαφορεί» για τις αγορές. Το κακό είναι ότι οι αγορές δεν αδιαφορούν για τον κ. Τσίπρα αλλά για τους ελληνικούς τίτλους, γεγονός που μας πάει πίσω και καθυστερεί την πραγματική επιστροφή στην κανονικότητα. Γιατί η κανονικότητα δεν είναι μαξιλάρια με τα λεφτά άλλων και αποκλεισμός από τις αγορές, αλλά μπορεί να επιτευχθεί μόνο με ένα βιώσιμο σχέδιο πραγματικής ανάπτυξης που θα πείσει και τους πιο δύσπιστους ότι η Ελλάδα έχει μπει σε νέο δρόμο.