Πεδίο σημαντικών ευκαιριών για τα χρόνια μετά την πανδημία θεωρούν την Ελλάδα οι ξένοι επενδυτές, καθώς τα περιθώρια ανάπτυξης παραμένουν μεγάλα μετά τη δεκαετή κρίση, ενώ αναγνωρίζεται η προσπάθεια επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων και του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους και της εγχώριας αγοράς.
Το ενδιαφέρον για τα ελληνικά ομόλογα που είχε ως αποτέλεσμα την εντυπωσιακή μείωση του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου στο 1,2% ήταν το πρώτο δείγμα αποκατάστασης της επενδυτικής εμπιστοσύνης. Ακολούθησε η τοποθέτηση μεγάλων διεθνών funds στο μετοχολόγιο εισηγμένων εταιρειών που ξεχωρίζουν στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου της Αθήνας και αποτελούν την πρώτη του ταχύτητα.
Σήμερα, όλα δείχνουν ότι ξεκινάει μία νέα φάση η οποία θα κυλήσει παράλληλα με την ανάκαμψη από την τρέχουσα κρίση και κατά τη διάρκειά της το επενδυτικό ενδιαφέρον θα μεταφράζεται σε «ηχηρά» projects. Η χώρα πλέον προσελκύει διεθνή κεφάλαια όχι μόνο για distressed assets, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, ή για μεγάλα τουριστικά ακίνητα που σχετίζονται με τη βαριά της βιομηχανία, αλλά και για επενδυτικά σχέδια στην πραγματική οικονομία, όπως αυτό της Microsoft, ενώ στις ράγες έχει μπει και το Ελληνικό, στέλνοντας μήνυμα στην επενδυτική κοινότητα.
Επειτα από μία πάρα πολύ δύσκολη δεκαετία η ελληνική οικονομία φτάνει -αν και μετ’ εμποδίων- στη δική της επενδυτική άνοιξη. Μέσα στην επόμενη διετία θα δούμε εκτός συγκλονιστικού απροόπτου την... κάθοδο και άλλων μεγάλων ξένων επενδυτών, οι οποίοι θα ποντάρουν συνολικά στην ανάκαμψη της Ελλάδας, αλλά και ειδικά στον μετασχηματισμό ολόκληρων κλάδων.
Τα deals που περιμένει η αγορά στους επόμενους μήνες είναι μόνο η αρχή. έγινε ξαφνικά η Ελλάδα επενδυτικός παράδεισος ή άνοιξαν... οι ουρανοί και βρέχει επενδύσεις; Η αλήθεια είναι ότι η χώρα μας, παρά τα μύρια όσα προβλήματα, την πανδημία και τη βαριά κληρονομιά της κρίσης (π.χ. τα κόκκινα δάνεια), έχει μπροστά της μία τεράστια ευκαιρία ανασύνταξης, ανασυγκρότησης και πάνω απ’ όλα μετασχηματισμού σε όλα τα επίπεδα.
Τα 32 δισ. ευρώ που θα εισρεύσουν στην ελληνική αγορά μέσω του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και οι δεδομένες ανάγκες για τεχνογνωσία και υποδομές σε τομείς όπως η ενέργεια και η τεχνολογία καθιστούν την Ελλάδα έναν εν δυνάμει παράδεισο για επεν- δύσεις από τη στιγμή που υπάρχει πολιτική σταθερότητα και ευρωπαϊκή στήριξη.
Η ελληνική οικονομία θα αντιμετωπίζε- ται στο εξής ως μία οικονομία με αξιολόγηση «investment grade», πριν από την επίσημη αναβάθμισή της από τους οίκους αξιολόγησης. Αφενός γιατί διαθέτει ορισμένα χαρακτηριστικά (όπως λ.χ. το ύψος του διαθέσιμου κατά κεφαλήν εισοδήματος) πολύ πιο ποιοτικά σε σύγκριση με τις χώρες που αξιολογούνται σε junk. Αφετέρου, διότι συμμετέχει κανονικά -έστω και εξαιτίας των δυσμενών συνθηκών- στις πράξεις της ΕΚΤ και τα μέτρα δημοσιονομικής ελάφρυνσης που επιτρέπει η Κομισιόν
Αν λυθεί ο βραχνάς των κόκκινων δανείων, γίνει στοχευμένη και συνετή χρήση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και οι συνθήκες επιτρέψουν τη συνέχιση των φορολογικών μειώσεων, τότε η ελληνική αγορά έχει κάθε λόγο να εκτιναχθεί. Από τους παράγοντες αυτούς θα εξαρτηθεί και η πορεία του Χ.Α., το οποίο υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας πριν καταφέρει να βγάλει από πάνω του πολλά από τα βάρη της προηγούμενης κρίσης.
Αυτό που συμβαίνει στη δευτερογενή αγορά κρατικών ομολόγων δεν έχει προη- γούμενο, ανοίγοντας ένα τεράστιο παράθυρο ευκαιρίας για το ελληνικό Δημόσιο να χρηματοδοτήσει, πέρα από τους πόρους του Ταμεί- ου Ανάκαμψης, αναπτυξιακά έργα με φθηνό δανεισμό. Ανοίγει επίσης ένα παράθυρο για τις ελληνικές επιχειρήσεις που θα θελήσουν να αντλήσουν κεφάλαια από τις αγορές σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και να γίνουν πιο ανταγωνιστικές.
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από λίγο καιρό ότι η καμπύλη της απόδοσης των ελληνικών χρεογράφων θα είχε γίνει σχεδόν επίπεδη και μάλιστα κοντά στο 1%; Απίστευτα πράγματα. Το spread μεταξύ του ελληνικού 10ετούς και 25ετούς ομολόγου διαμορφώνεται στις 38 μονάδες βάσης ή 0,38 ποσοστιαίες μονάδες. Λίγο πριν από την παν- δημία, όταν η απόδοση του 10ετούς υποχω- ρούσε και πάλι κοντά στο 0,9%, η απόδοση του 25ετούς βρισκόταν λίγο πάνω από το 1,7%, με το spread να αγγίζει τις 80 μονάδες βάσης.
Είναι σαφές ότι η ένταξη της Ελλάδας στο QE Πανδημίας έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην κατά 50% μείωση του spread μεταξύ των δύο ελληνικών τίτλων, ωστόσο η μείωση της απόδοσης του 10ετούς σε ιστορικό χαμηλό δεν οφείλεται αποκλειστικά στο QE, αλλά στις γενικότερες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Η σύγκλιση των αποδόσεων τίτλων μεγαλύτερης ωρίμανσης υποδεικνύει ότι οι επενδυτές δεν σκέφτονται στην παρούσα φάση τη λήξη των μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους το 2032, καθώς επικρατεί η αντίληψη ότι στο σύνολό της η παγκόσμια οικονομία θα κληθεί μετά την πανδημία να αντιμετωπίσει το ζήτημα των χρεών που θα έχουν συσσωρευτεί εξαιτίας των πακέτων στήριξης.
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του Σαββατοκύριακου 10 - 11 Οκτωβρίου.