Ο εφιάλτης των «Βόρειων» και των «Νότιων» ξαναζωντανεύει. Στην χθεσινή Σύνοδο Κορυφής καταγράφηκε με μεγάλη σαφήνεια η διαφορετική θέση των χωρών του ευρωπαϊκού βορά και του ευρωπαϊκού νότου απέναντι στην ενεργειακή κρίση, συμπωματικά το «ταμπλό» με τις τιμές της μεγαβατώρας ανά την Ευρώπη, αποτύπωνε και τον λόγο.
Στα 242,3 ευρώ η μεγαβατώρα στην Ελλάδα (υψηλότερη στην Ευρώπη), στα 233,28 ευρώ στην Ιταλία και στα 203,5 ευρώ σε Ισπανία και Πορτογαλία τη στιγμή που στην Γερμανία προσγειωνόταν στα 71,8 ευρώ, στην Ολλανδία στα 150 ευρώ και στην Αυστρία στα 191 ευρώ. Το τι σημαίνει τιμή μεγαβατώρας στα 240 ευρώ, οι καταναλωτές θα το νοιώσουν πολύ σύντομα όταν ενώ θα νομίζουν ότι η τιμή μιας κιλοβατώρας κοστίζει από 8 έως 10 λεπτά, τελικώς θα φτάνουν να χρεώνονται με πολύ περισσότερα και από 20 λεπτά.
Επίπεδα δηλαδή τα οποία καμία κρατική επιδότηση δεν θα μπορεί να αντιμετωπίσει. Και ενώ ουδείς γνωρίζει αν θα κρατήσει αυτός ο ενεργειακός εφιάλτης επί μακρόν, ο διαχωρισμός «βορά»-«νότου» αποτυπώνεται και σε ένα άλλο πεδίο: στην ένταση και στην έκταση των μέτρων στήριξης που μπορούν να εφαρμοστούν προκειμένου να βοηθηθούν τα νοικοκυριά.
Μέχρι και χθες τουλάχιστον, οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν άκουσαν κάτι συγκεκριμένο από τους ηγέτες τους. Τα βραχυχρόνια μέτρα στήριξης, φαίνεται να μένουν σε αυτά που γνωρίζουν και η συζήτηση θα επικεντρωθεί σήμερα στο κατά πόσο θα συμφωνηθούν παρεμβάσεις για να αποκλιμακωθούν οι τιμές μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Και ενώ, προς το παρόν τουλάχιστον, το άμεσο μέλλον δεν φαίνεται να φέρνει κάτι περισσότερο, η Ελλάδα φαίνεται πλέον να πιέζεται στην κατεύθυνση του να μην πάρει πρόσθετα μέτρα στήριξης με το επιχείρημα ότι ο προϋπολογισμός έχει ήδη εκτροχιαστεί. Πράγματι, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, ο προϋπολογισμός κλείνει με έλλειμμα άνω του 7% σε πρωτογενές επίπεδο, αντίστοιχο με αυτό της περυσινής χρονιάς.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι στη διετία 2020-2021, η χώρα έχει φορτωθεί έλλειμμα γενικής κυβέρνησης της τάξεως των 35 δισ. ευρώ ενώ μόνο για το 2020, οι συνέπειες της υγειονομικής κρίσης στην οικονομία ήταν οι εξής:
- Μείωση του ΑΕΠ κατά περίπου 18 δισ. ευρώ από τα 183,25 δισ. ευρώ το 2019 στα 165,326 δισ. ευρώ.
- Ισόποση επιδείνωση του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης. Από πλεόνασμα 2,065 δισ. ευρώ το 2019, φτάσαμε στο έλλειμμα των 16,674 δισ. ευρώ. Αντίστοιχο αναμένεται να είναι το έλλειμμα και φέτος.
- Στα 18 δισ. ευρώ προσδιορίζεται και η ζημιά σε επίπεδο πρωτογενούς αποτελέσματος κάτι αναμενόμενο από τη στιγμή που οι τόκοι εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους παρέμειναν σε σταθερό επίπεδο. Από τα 7,568 δισ. ευρώ πρωτογενούς πλεονάσματος, προσγειωθήκαμε σε πρωτογενές έλλειμμα 11,726 δις. ευρώ.
- το χρέος εμφανίζεται αυξημένο μέσα στο 2020 κατά 10 δισ. ευρώ. Από τα 331,091 δισ. ευρώ το 2019, φτάσαμε στα 341,08 δισ. ευρώ το 2020. Η αύξηση του χρέους συνεχίζεται και το 2021 και στο τέλος της χρονιάς θα φτάσουμε πάνω από τα 350 δισ. ευρώ.
Τις επόμενες ημέρες, τα νοικοκυριά θα αρχίσουν να παραλαμβάνουν εκκαθαριστικούς λογαριασμούς ρεύματος με την πολύ αυξημένη ρήτρα αναπροσαρμογής και εκεί θα γίνει το πρώτο crash test των μέτρων στήριξης που έχουν ήδη ληφθεί. Αν η τιμή της μεγαβατώρας παραμείνει πάνω από τα 200 ευρώ, η επιδότηση των 6 λεπτών θα αποδειχθεί πολύ «μικρή» ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή για τα νοικοκυριά με αυξημένες καταναλώσεις.
Οι καταναλωτές ήδη βλέπουν το πετρέλαιο θέρμανσης στο 1,16 πανελλαδικά ενώ έρχονται και οι λογαριασμοί φυσικού αερίου με τις διπλάσιες τιμές σε σχέση με πέρυσι. Όσο θα περνούν οι εβδομάδες, τόσο πιο έντονα θα γίνεται αντιληπτή η επιβάρυνση στην τσέπη του καταναλωτή και τότε θα πρέπει να ληφθεί η πολιτική απόφαση για το αν θα πρέπει να βρεθεί πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος για στήριξη παρά τα υψηλά ελλείμματα.
Προφανώς, όσο η Ευρώπη θα παραμένει «διχασμένη» σε βόρειους και νότιους, τόσο πιο δύσκολη θα γίνεται η λήψη συνολικών αποφάσεων.