Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Έπειτα από 12 μήνες ενεργειών και δοκιμών, το Χρηματιστήριο της Σαγκάης Shanghai Stock Exchange (SSE) και το Χρηματιστήριο του Λονδίνου London Stock Exchange (LSE) εγκαινίασαν την περασμένη Δευτέρα το Shanghai-London Stock Connect, δηλαδή τον νέο τρόπο διασύνδεσης των χρηματιστηριακών προϊόντων και των επενδυτών, ανάμεσα σε αυτά τα δύο μεγάλα χρηματιστήρια του πλανήτη. Το Shanghai-London Stock Connect ανοίγει έναν νέο δρόμο στις κεφαλαιαγορές του πλανήτη και δίνει μια άλλη δυναμική τόσο στην παγκόσμια προσφορά κεφαλαίων όσο και στη ζήτηση κεφαλαιακών αναγκών.
Με απλά λόγια, οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου θα έχουν τη δυνατότητα να πωλούν τις μετοχές τους σε Κινέζους επενδυτές στη Σαγκάη και ταυτόχρονα οι κινεζικές εταιρείες των οποίων οι μετοχές διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο της Σαγκάης θα μπορούν να αντλούν διεθνή κεφάλαια από την επενδυτική κοινότητα του Λονδίνου. Μάλιστα, ο υπουργός οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Φίλιπ Χάμοντ, χαρακτήρισε το εγχείρημα αυτό σαν μια νέα φάση της παγκόσμιας διασύνδεσης ανάμεσα στους επενδυτές και τις εταιρείες. Και φυσικά βρήκε και έναν τρόπο για να επιβεβαιώσει τη δυναμική του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου και να διασκεδάσει τις φοβίες που εγείρονται κατά καιρούς εν όψει του Brexit.
Στα «ψιλά γράμματα» πάντως των ειδησεογραφικών πρακτορείων και κάτω από τους διθυραμβικούς τίτλους, έχουν εκφραστεί ερωτηματικά και αμφιβολίες σχετικά με ορισμένες πτυχές του Shanghai-London Stock Connect. Ενα από αυτά είναι το τι θα γίνει με τις μετοχές των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας και το άτυπο τεχνολογικό εμπάργκο, που εφαρμόζεται κατά της Κίνας. Ενα δεύτερο, είναι το πρόβλημα της ύπαρξης ορίων διακύμανσης των τιμών των μετοχών στη Σαγκάη, σε αντιδιαστολή με την ανυπαρξία ορίων στο Λονδίνο. Ενα τρίτο είναι η μη διαπραγμάτευση μετοχών ανάμεσα στα δύο χρηματιστήρια, αλλά η διαπραγμάτευση πιστοποιητικών αυτών των μετοχών. Για να δούμε, λοιπόν, τι είναι και πώς θα λειτουργεί το Shanghai-London Stock Connect.
Οι εταιρείες που επιθυμούν την παράλληλη διαπραγμάτευση των μετοχών τους και στα δύο χρηματιστήρια, θα πρέπει να εκδώσουν πιστοποιητικά αποθετηρίου «depositary receipts», τα οποία θα ορίζουν τις ποσότητες και τις υποκείμενες αξίες. Ας μη λησμονούμε πως για πολλά χρόνια η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος διαπραγματευόταν στα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης μέσω τέτοιου είδους πιστοποιητικών ADRs και όχι μέσω της άμεσης διαπραγμάτευσης των μετοχών της.
Οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο LSE του Λονδίνου θα διαπραγματεύονται στο SSE της Σαγκάης, με τη μορφή Κινεζικών Πιστοποιητικών Αποθετηρίου (Chinese depositary receipts / CDRs). Οι ποιοτικές κινεζικές εταιρείες που έχουν ισχυρά χρηματοοικονομικά μεγέθη και χαρακτηρίζονται ως A-Share, θα διαπραγματεύονται με τη μορφή Παγκόσμιων Πιστοποιητικών Αποθετηρίου (Global depositary receipts / GDRs) στο LSE του Λονδίνου.
Οι εταιρείες που βρίσκονται εισηγμένες στο LSE του Λονδίνου, δεν θα έχουν τη δυνατότητα άντλησης νέων κεφαλαίων, μέσω έκδοσης νέων μετοχών και συνεπακόλουθα νέων CDRs στο SSE της Σαγκάης. Επομένως, πάνω σε αυτά τα αποθετήρια θα γίνονται μόνο αγοραπωλησίες, χωρίς να γίνεται άντληση κεφαλαίων, η οποία θα παρέκαμπτε τους κανόνες ελέγχου διακίνησης κεφαλαίων που έχουν επιβληθεί στην Κίνα και λειτουργούν σαν τα δικά μας capital controls.
Αντίθετα, τα αποθετήρια GDRs των A-share μετοχών του SSE της Σαγκάης, όχι μόνο θα διαπραγματεύονται ελεύθερα στο Λονδίνο, αλλά οι αντίστοιχες εταιρείες θα μπορούν να προβαίνουν σε αυξήσεις κεφαλαίων και σε εκδόσεις διαφόρων προϊόντων που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους στην Κίνα. Επομένως, παρ' όλο που διεθνοποιείται με κάποιο τρόπο το χρηματιστήριο της Σαγκάης, μετά την ήδη αποτυχημένη διασύνδεσή του με το χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ, η κίνηση κεφαλαίων δεν είναι αμφίδρομη και σίγουρα κινείται περισσότερο προς την προσέλκυση κεφαλαίων προς την Κίνα, παρά το αντίθετο.
Οι αρχές προτίμησαν τη διαπραγμάτευση πιστοποιητικών αποθετηρίων τύπου CDRs και GDRs, που ουσιαστικά λειτουργούν ως μηχανισμοί μετατροπής των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μετοχών σε βεβαιώσεις, καθώς η προϊστορία της παρουσίας κινεζικών μετοχών στα ξένα χρηματιστήρια και ειδικά των ΗΠΑ ήταν μέχρι τώρα ανεπιτυχής. Και αυτό, διότι χάθηκαν στην πορεία αρκετές εκατοντάδες εκατ. δολάρια Αμερικανών επενδυτών, που επένδυσαν στις αρχικές εκδόσεις μετοχών, οι οποίες εκ του αποτελέσματος αποδείχτηκαν απατηλές και οδήγησαν τους επενδυτές στην καταστροφή.
Για την έκδοση των GDRs των κινεζικών εταιρειών του SSE της Σαγκάης, στο LSE του Λονδίνου θα τηρούνται οι κανόνες και οι προδιαγραφές που ισχύουν για όλες τις βρετανικές και ξένες εταιρείες που διαπραγματεύονται στο LSE. Θα ακολουθούν το σύνολο του κανονιστικού και ρυθμιστικού πλαισίου σαν να είχαν έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο και σαν να ελέγχονταν από τους γνωστούς διεθνείς οίκους.
Οι εκκαθαριστικοί μηχανισμοί θα υπολογίζουν όλες τις αλλαγές στις τιμές των πιστοποιητικών GDRs και CDRs, με τις αντίστοιχες των μετοχών, ώστε να προστατεύονται οι επενδυτές από κερδοσκοπικές κινήσεις λόγω τεχνητής υπερβολικής ζήτησης ή προσφοράς των πιστοποιητικών αποθετηρίων.
Οταν παρακολουθούμε τις εξελίξεις των χρηματιστηρίων σε παγκόσμια κλίμακα, είναι απόλυτα λογικό η σκέψη μας να εστιάζεται στο μικρό και περιφερειακό Χρηματιστήριο Αθηνών, που παρ' όλη τη θεαματική του άνοδο μέσα στο 2019 κινείται σε ένα παράλληλο σύμπαν όλα αυτά τα χρόνια. Ισως η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να ωθήσει σε εξελίξεις τόσο την ΕΧΑΕ όσο και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σε μια κατεύθυνση ανάπτυξης, συμπράξεων και συγχωνεύσεων, αν δεν θέλουμε να χαθεί και αυτή η αμαξοστοιχία των επενδυτών που αναζητεί επίμονα αποδόσεις και υπεραξίες ανά τον κόσμο.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 21 Ιουνίου