Κατά 6,6 φορές μεγαλύτερο ήταν πέρυσι το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού της χώρας σε σχέση με εκείνο του φτωχότερου πληθυσμού, σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ που μετρά τη σχετική ανισότητα στη διανοµή του εισοδήματος.
Η οικονοµική ανισότητα μεταξύ των ατόµων μεταξύ των ατόµων κάτω των 65 ετών διαμορφώνεται στο 7,5 παρουσιάζοντας µικρή άνοδο σε σχέση µε το 2015, που ήταν στο 7,4 ενώ στις ηλικίες 65 ετών και άνω μειώθηκε κατά 0,2 µονάδες σε σχέση με το 2015 και διαμορφώνεται στο 3,9 (4,1 το 2015).
Σύμφωνα επίσης με την ΕΛΣΤΑΤ, τα στοιχεία της κατανοµής του εισοδήµατος σε τεταρτηµόρια εκφράζουν το ποσοστό του συνολικού εθνικού εισοδήµατος που κατέχει κάθε ένα από τέσσερα (ίσα) τµήµατα του πληθυσµού. Συγκεκριµένα, από τη συγκεκριμένη κατανομή προκύπτουν τα εξής:
- το 25% του πληθυσµού στο 1ο τεταρτηµόριο, µε το χαµηλότερο εισόδηµα, κατέχει το 8,9% του συνολικού εθνικού διαθέσιµου εισοδήµατος, ποσοστό αµετάβλητο σε σχέση µε το 2015.
- το 25% του πληθυσµού στο 4ο τεταρτηµόριο, µε το υψηλότερο εισόδηµα, κατέχει το 47,2% του συνολικού εθνικού διαθέσιµου εισοδήµατος, ποσοστό αµετάβλητο σε σχέση µε το 2015.
- το 50% του πληθυσµού στο 2ο και 3ο τεταρτηµόριο, µε µεσαία εισοδήµατα, κατέχουν το 43,9% του εθνικού διαθέσιµου εισοδήµατος, ποσοστό αµετάβλητο σε σχέση µε το 2015.
- το υψηλότερο ατοµικό ετήσιο εισόδηµα για το 1ο τεταρτηµόριο ανέρχεται σε 4.930 ευρώ.
- το χαµηλότερο ατοµικό ετήσιο εισόδηµα για το 4ο τεταρτηµόριο ανέρχεται σε 11.000 ευρώ.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ