Του Νικήτα Παπαντωνίου
Κάθε τρίμηνο οι τράπεζες ανακοινώνουν αποτελέσματα, και έτσι παίρνω τις παρουσιάσεις και τους ισολογισμούς τους και κάνω μία εκτενή ανάλυση.
Σε αυτή την ανάλυση γίνεται χρήση των απαραίτητων αριθμοδεικτών αλλά και μία περίληψη των πιο βασικών μεγεθών των 4 συστημικών τραπεζών. Οι τράπεζες σε αυτό το 1ο τρίμηνο του 2018 είχαν αύξηση των καταθέσεων ενώ συνεχίζεται ακόμη η απομόχλευση των χαρτοφυλακίων τόσο σε επίπεδο δανείων όσο και σε αυτό των συμμετοχών.
Το χαρακτηριστικό αυτού του 1ου τριμήνου είναι η μείωση των ιδίων κεφαλαίων λόγω κυρίως της επίδρασης των καινούργιων IFRS λογιστικών προτύπων. Η μείωση αυτή φτάνει στο 20% μεσοσταθμικά ενώ αν εξαιρέσουμε την επίδραση των προνομιούχων μετοχών οι οποίες πληρώθηκαν μέσω ομολόγων από τη Eurobank η πτώση μειώνεται στο 17% όπως φαίνεται στο πίνακα που ακολουθεί:
Η πτώση των ιδίων κεφαλαίων κατά 17% έχει επίπτωση στους δείκτες μόχλευσης γεγονός που είναι εξαιρετικά σημαντικό στην ανάληψη ρίσκου τόσο για τους μετόχους όσο και για τους ομολογιούχους. Παρακάτω παρουσιάζονται τα σχετικά γραφήματα:
Η επίδραση στους ισολογισμούς των τραπεζών είναι μεγάλη γεγονός που έχει επίδραση στο ήδη επιβαρυμένο ισολογισμό των 4 πυλώνων του τραπεζικού μας συστήματος. Οι Ελληνικές τράπεζες έχουν να αντιμετωπίσουν τις γνωστές δυσλειτουργίες της Ελληνικής αγοράς που πλέον αποτελεί και τη μόνη ουσιαστική αγορά δραστηριοποίησης αφού οι θυγατρικές στο εξωτερικό βαίνουν προς πώληση λόγω των δεσμεύσεων από τη DGCOMP.
Ο δείκτης μόχλευσης (Equity/Total Assets) δείχνει ουσιαστικά πόσο τα «ίδια κεφάλαια καλύπτουν το συνολικό ενεργητικό». Όσο μεγαλύτερος είναι τόσο το καλύτερο, και από αυτή την άποψη, η Alpha Bank βρίσκεται στη καλύτερη θέση μακράν από τον ανταγωνισμό. Κεφαλαιακά οι τράπεζες είναι ακόμη και έτσι σε καλή θέση όπως δείχνουν και οι κύριοι δείκτες ιδίων κεφαλαίων, το πρόβλημα των Ελληνικών τραπεζών είναι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) τα οποία κοκκινίζουν τους ισολογισμούς. Το μεγάλο ύψος των ιδίων κεφαλαίων δίνει μεγαλύτερη άνεση διαχείρισης στα κόκκινα δάνεια και από αυτή την οπτική γωνία η επίδραση των IFRS εκτός των πρόσθετων προβλέψεων, ασκεί πίεση και στο θέμα διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Οι δείκτες NPE έχουν ως εξής:
Όπως είναι φανερό η βελτίωση στην διάρκεια των 2 τελευταίων τριμήνων είναι εξαιρετικά αναιμική καθώς η μείωση του σχετικού δείκτη είναι πολύ μικρή. Ο συνδυασμός μείωσης των ιδίων κεφαλαίων μαζί με τη στασιμότητα στη διαχείριση των NPEs είναι ένα θέμα το οποίο οι Ελληνικές τράπεζες πρέπει να διαχειριστούν με μεγάλη προσοχή.
Οι Ελληνικές τράπεζες πρέπει να αντιμετωπίσουν τις κεφαλαιακές προκλήσεις μαζί με το «βραχνά» των κόκκινων δανείων και αυτό μπορεί να γίνει συνδυαστικά και με τους παρακάτω τρόπους:
1. Πώληση δανείων
2. Ενεργητική διαχείριση των στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με λύσεις προσαρμοσμένες στους δανειολήπτες
3. Πιθανές «mini» αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου
4. Πώληση θυγατρικών που βελτιώνουν τους CET1 δείκτες
Οι τράπεζες θέλουν ορθώς να αποφύγουν τις αυξήσεις αφού το τραπεζικό σύστημα έκανε restart ήδη τρεις φορές όμως οι άλλες λύσεις προχωράνε με σχετικά γοργό ρυθμό όμως υπολείπονται του στόχου τόσο λόγω του όγκου των NPEs όσο και λόγω της κατάστασης της Ελληνικής οικονομίας. Ας ελπίσουμε ότι ο χρόνος, να αποδειχθεί μία φόρα σύμμαχος του Ελληνικού banking.
* Ο κ. Νικήτας Παπαντωνίου-Καρτάλης είναι πρώην CFO της Nobacco και αναλυτής της Eurobank και νυν σύμβουλος στο ΕΒΕΑ και καθηγητής-επιχειρηματίας στην εταιρεία Διακρότημα , πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, που έχει περάσει από τη διαδικασία του Μητρώου Πολιτικών Στελεχών μετέχοντας στις επιτροπές Οικονομίας, Ανάπτυξης και Ενέργειας.
Είναι πτυχιούχος φυσικός με μεταπτυχιακές σπουδές στα εφαρμοσμένα μαθηματικά, τα χρηματοοικονομικά-διοίκηση καθώς και στο marketing management ενώ μεταξύ άλλων έχει πιστοποίηση σε IFRS λογιστικά πρότυπα.