Σε συμφωνία με τις προσδοκίες της αγοράς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διατήρησε αμετάβλητη νομισματική, αφήνοντας όμως ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέα μέτρα χαλάρωσης στην επόμενη συνεδρίαση τον Σεπτέμβριο, εάν θεωρηθεί αναγκαίο, αναφέρει η Καθημερινή.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, τόνισε ότι οι χρηματοοικονομικές αγορές στην Ευρωζώνη αντιμετώπισαν με ιδιαίτερη ανθεκτικότητα την αυξημένη αβεβαιότητα και τις έντονες διακυμάνσεις που προήλθαν από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Μεγάλη Βρετανία για έξοδο από την Ε.Ε. Ο κ. Ντράγκι τόνισε πως το διοικητικό συμβούλιο θα συνεχίσει να παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή τις εξελίξεις στις χρηματοοικονομικές αγορές και την οικονομία της Ευρωζώνης, αναμένοντας τις αναθεωρημένες προβλέψεις για την πορεία του ΑΕΠ και του πληθωρισμού τον Σεπτέμβριο που θα δίνουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τις επιπτώσεις του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος.
Ο κ. Ντράγκι ανέφερε ότι, σύμφωνα με την αρχική εκτίμηση, αναμένεται υποχώρηση του ΑΕΠ κατά 0,2%-0,5% τα επόμενα τρία χρόνια, σημειώνοντας όμως ότι η πρόβλεψη αυτή θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα, δεδομένου ότι η συνολική επίπτωση υπόκειται σε παραμέτρους που σχετίζονται με το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσουν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Ε.Ε. για τη διαμόρφωση των νέων σχέσεων, καθώς και τη μορφή της νέας συμφωνίας.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ άφησε να εννοηθεί ότι η Τράπεζα βρίσκεται σε ετοιμότητα για ενδεχόμενη τροποποίηση, εάν χρειαστεί, των τεχνικών παραμέτρων του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, τονίζοντας όμως ότι δεν έγινε σχετική συζήτηση στο πλαίσιο της συνεδρίασης. Η απουσία σαφών υπαινιγμών για τις προθέσεις της ΕΚΤ στην επόμενη συνεδρίαση, ευνόησε το ευρώ, το οποίο ανήλθε στα 1,1060 δολάρια κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου την Πέμπτη έπειτα από πτώση στα 1,0980 την προηγούμενη ημέρα. Εντούτοις, σε εβδομαδιαία βάση, η ισοτιμία ευρώ/δολ. προβλέπεται να μείνει ουσιαστικά αμετάβλητη, δεδομένου ότι η υιοθέτηση από τον πρόεδρο της ΕΚΤ ενός λιγότερου του αναμενομένου ήπιου τόνου (less dovish) αντισταθμίστηκε από μία σειρά θετικών οικονομικών στοιχείων στις ΗΠΑ, που υποδηλώνουν ενίσχυση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του έτους από 1,1% τριμηνιαίως σε ετησιοποιημένη βάση την περίοδο Ιανουαρίου-Μαρτίου.