Μετά το πρόγραμμα με τα voucher για τους νέους επιστήμονες, το υπ. Εργασίας δεν τα κατάφερε ούτε στο επόμενο στοίχημα. Ενώ συνολικά μέχρι σήμερα στην Ευρώπη έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα επιδότησης εργασίας 40 εκατομμύρια εργαζόμενοι, στην Ελλάδα το αντίστοιχο νούμερο δεν ξεπερνά τους 35.000 και ο μηχανισμός του “Συν-Εργασια” δείχνει βραχυκυκλωμένος.
Ασάφειες, όπως σχετικά με την έννοια της “καθαρής αμοιβής”, της οποίας το 60% θα καλύπτει το κράτος, κακοτεχνίες όπως η διευθέτηση του χρόνου εργασίας σε εβδομαδιαία βάση αντί για μηνιαία και εμπόδια όπως το θολό τοπίο γύρω από το χρονικό διάστημα απαγόρευσης των απολύσεων για όσες επιχειρήσεις έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα, είναι οι αιτίες.
Τώρα και μπροστά στο μπαράζ επιστολών για το πρόγραμμα επιδοτούμενης αασχόλησης, τις οποίες έχει λάβει από επιχειρήσεις, συνδέσμους και φορείς, το υπ. Εργασίας ετοιμάζεται για διορθώσεις. Ενα πρόγραμμα που για όλη την διάρκεια ισχύος του (15 Ιουνίου- 15 Οκτωβρίου) έχει προυπολογισμό άνω του 1 δισ ευρώ και έως σήμερα έχουν αιτηθεί για ένταξη σε αυτό ούτε το 6% από τους 600.000 εργαζόμενους που απασχολούνται στις 200.000 επιχειρήσεις με μισθωτούς πλήρους απασχόλησης.
Τα πιο προβληματικά σημεία της κοινής υπουργικής απόφασης του Ιουνίου (ΚΥΑ 23103/478/14.06.2020), είναι σύμφωνα με πηγές της αγοράς τα παρακάτω :
Διευθέτηση του χρόνου εργασίας σε εβδομαδιαία αντί για μηνιαία βάση
Το πρώτο ζήτημα αφορά την διευθέτηση του χρόνου εργασίας σε εβδομαδιαία βάση και ειδικότερα ο τρόπος εφαρμογής του ωραρίου μειωμένης απασχόλησης ανά εβδομάδα, όπως αυτό περιγράφεται στο άρθρο 1, παράγραφος 3.
Σύμφωνα με αυτό "οι επιχειρήσεις - εργοδότες που εντάσσονται στον Μηχανισμό ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, δύνανται να προβαίνουν μονομερώς σε μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας έως του ποσοστού του πενήντα τοις εκατό (50%) είτε για μέρος, είτε για το σύνολο των εργαζομένων τους, ανάλογα με τις λειτουργικές τους ανάγκες, για έναν ή περισσότερους μήνες εντός του χρονικού διαστήματος ισχύος του Μηχανισμού”.
Με βάση και όσα έχουν μεταφέρει αρκετές επιχειρήσεις προς το υπ. Εργασίας, σε όσες περιπτώσεις ισχύει το σύστημα των βαρδιών, δεν είναι δυνατόν να γίνει μείωση του ημερήσιου χρόνου εργασίας. Δεν είναι δυνατόν δηλαδή να διακόπτεται η παραγωγή στο μέσον του οκταώρου προκειμένου να γίνει αλλαγή βάρδιας.
Στην πράξη, το πρόγραμμα αποκλείει τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Αν δηλαδή για να ενταχθεί ένας εργαζόμενος θα πρέπει να εργάζεται κάποιες ημέρες της εβδομάδας για τουλάχιστον τις μισές ώρες (δηλ. τουλάχιστον 4 ώρες) αυτό συνιστά εμπόδιο, αποκλείοντας τις επιχειρήσεις με διαφορετικό σύστημα οργάνωσης. Τούτο θα σήμαινε το 50% των εργαζομένων να εργάζονται 8ωρο για 2 μέρες την 1η εβδομάδα, 3 μέρες την 2η εβδομάδα, 2 ημέρες την 3η εβδομάδα και 3 ημέρες την 4η εβδομάδα. Αντίστοιχα θα απασχολούνταν και το υπόλοιπο 50% των εργαζομένων.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές πρέπει να δοθεί η δυνατότητα ευέλικτης οργάνωσης της μείωσης του χρόνου εργασίας κατά μήνα αντί σε εβδομαδιαία βάση, όπως ακριβώς δηλαδή ορίζει και ο σχετικός Ν. 4690/2020. Ετσι ο συνολικός χρόνος εντός εκάστου μηνός θα είναι κατ’ ελάχιστον το 50% του συνολικού χρόνου απασχόλησης.
Ασάφεια σχετικά με την έννοια των “καθαρών αμοιβών” των εργαζομένων
Σύμφωνα με το άρθρο 4 για το Υψος οικονομικής ενίσχυσης βραχυχρόνιας εργασίας, “στους εργαζόμενους των επιχειρήσεων - εργοδοτών που εντάσσονται στον Μηχανισμό «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» καταβάλλεται οικονομική ενίσχυση βραχυχρόνιας εργασίας, που ανέρχεται σε ποσοστό 60% επί των καθαρών αποδοχών των εργαζομένων, που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο δεν εργάζονται, λόγω της ένταξής τους στον Μηχανισμό, η οποία καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό”.
Σύμφωνα με το επίμαχο άρθρο, το κράτος θα καλύπτει το 60% της απώλειας των "καθαρών" αμοιβών των εργαζομένων που θα ενταχθούν στον μηχανισμό. Ωστόσο, όπως έχουν ενημερώσει φορείς και επιχειρήσεις το υπουργείο Εργασίας, είναι ασαφές ποιες ακριβώς θεωρούνται "καθαρές" αμοιβές : Εκείνες που προκύπτουν εάν αφαιρεθούν μόνον οι εργατικές εισφορές ή εκείνες που προκύπτουν αφού αφαιρεθούν όχι μόνο οι εργατικές εισφορές, αλλά και οι φορολογικές παρακρατήσεις. Η αγορά ζητά να θεωρηθούν ως “καθαρές αμοιβές” εκείνες που προκύπτουν εφόσον αφαιρεθούν οι εργατικές εισφορές.
Ασάφεια για τον τρόπο καταβολής του ποσοστού του 60% ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη επί των μειωμένων καθαρών αποδοχών των εργαζομένων
Το άρθρο 16 αφορά σε τροπολογία που είχε γίνει για να διορθωθεί η κατά 100% επιβάρυνση των επιχειρήσεων με εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές για μη δεδουλευμένες ώρες εργασίας που αποτελούσαν ισχυρότατο αντικίνητρο κόστους για τις επιχειρήσεις. Σε αυτό αναφέρεται ότι "κατ’ εξαίρεση, για το χρονικό διάστημα από 15.6.2020 έως 31.7.2020, οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά ποσοστό 60%".
Και εδώ όμως, όπως και στα προηγούμενα, υπήρξε ασάφεια ως προς την εφαρμογή του μέτρου. Η σχετική ΚΥΑ κάνει αναφορά στον χρόνο καταβολής του ποσοστού αυτού (εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε επόμενου μήνα εφαρμογής του μηχανισμού) αλλά δεν είναι σαφές αν οι εργοδότες θα καταβάλλουν το 100% των εισφορών, όπως αυτές αντιστοιχούν στο σύνολο του ονομαστικού μισθού και έπειτα θα λαμβάνουν, ως επιστροφή, το ποσοστό κάλυψης από το κράτος. Στην αγορά επικρατεί σύγχυση για το τι ακριβώς ισχύει, πολλώ δε μάλλον όταν υπάρχει και το κακό προηγούμενο με το δώρο Πάσχα, όπου άλλα έλεγε η αρχική ρύθμιση και άλλα τελικά έκανε στην συνέχεια το υπουργείο με την ΚΥΑ που εξέδωσε.
Ασάφεια σχετικά με την περίοδο ακυρότητας των απολύσεων
Το σημείο αυτό αναφέρεται στην ακυρότητα καταγγελιών συμβάσεων και στην διατήρηση των ονομαστικών μισθών των εργαζομένων.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 “οι επιχειρήσεις - εργοδότες που εντάσσονται στον Μηχανισμό «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» υποχρεούνται να μην προβούν σε καταγγελία των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων που εντάσσονται σε αυτόν και σε περίπτωση πραγματοποίησης της, αυτή είναι άκυρη. Υποχρεούνται δε, να διατηρήσουν τους ονομαστικούς μισθούς των εργαζομένων αυτών για όσο χρονικό διάστημα εντάσσεται ο καθένας από αυτούς στον Μηχανισμό «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ”.
Και στο συγκεκριμένο όμως θέμα, επιχειρήσεις και φορείς χαρακτηρίζουν ασαφές για πόσο χρονικό διάστημα ένας εργοδότης δεν θα μπορεί να απολύσει τον εργαζόμενο που έχει εντάξει στον μηχανισμό, ειδικά αφού κάθε μήνα πρέπει να συμπληρώνει το έντυπο ΕΡΓΑΝΗ και να αποδεικνύει ότι πληροί τις προϋποθέσεις.
Για παράδειγμα μια επιχείρηση μπορεί να συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις τον Ιούλιο, αλλά να μην συμβαίνει το ίδιο τον Αύγουστο. Επίσης θολό τοπίο επικρατεί και ως προς την περίοδο ακυρότητας μιας απόλυσης για εργαζόμενους, οι οποίοι την πρώτη εβδομάδα π.χ. ενός μηνός εργάζονται με εκ περιτροπής απασχόληση για 3 ημέρες (24ώρες). Είναι όμως ασαφές και χρήζει διευκρινίσεων κατά πόσο μπορεί μια επιχείρηση να απολύσει τους εργαζόμενους αυτούς τη 2η ή την 3η εβδομάδα ή κατά πόσο η ακυρότητα απόλυσης ισχύει για ολόκληρο τον μήνα.
Τα παραπάνω είναι κάποιες από τις δυσλειτουργίες που έχουν εντοπιστεί κατά την εφαρμογή του μέτρου, εξηγώντας την μικρή μέχρι σήμερα ανταπόκριση που αυτό έχει, αλλά και τις πληροφορίες ότι το υπ. Εργασίας ετοιμάζεται για βελτιωτικές κινήσεις.