Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή και στενό εποπτικό έλεγχο μέχρι να καταφέρουν να μειώσουν σε σημαντικό βαθμό τα «κόκκινα» δάνεια, ενώ το υψηλό ποσοστό των NPLs σε συνδυασμό με τα «κακής ποιότητας» κεφάλαια - λόγω του αναβαλλόμενου φόρου - απαιτούν την ύπαρξη ενός κεφαλαιακού αποθέματος ύψους 10 δισ. ευρώ.
Αυτό αναφέρει το ΔΝΤ στην έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, τονίζοντας, ωστόσο, ότι στην περίπτωση που εντέλει χρειαστούν τα κεφάλαια αυτά για τη διασφάλιση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος θα πρέπει να καλυφθούν από το «απόθεμα» του προγράμματος του ESM.
Δεν είναι η πρώτη αλλά η τρίτη φορά που το ΔΝΤ αναφέρεται στην ανάγκη ύπαρξης ενός κεφαλαιακού αποθέματος ύψους 10 δισ. ευρώ για τις ελληνικές τράπεζες για την κάλυψη δυνητικών μελλοντικών ζημιών. Η εκτίμηση, μάλιστα, του ΔΝΤ είναι ότι το εν λόγω «μαξιλάρι» μπορεί να μην είναι αρκετό και γι' αυτό το λόγο συστήνει την επαναξιολόγηση της ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών πριν τη λήξη του προγράμματος.
«Το υπερβολικά υψηλό επίπεδο NPLs και η χαμηλή ποιότητα των τραπεζικών κεφαλαίων αποτελούν μεγάλες δυνητικές υποχρεώσεις για το κράτος, θέτοντας σοβαρό κίνδυνο για την Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους του δημόσιου τομέα. Τα στελέχη του ΔΝΤ έχουν υπολογίσει ένα απόθεμα της τάξης των 10 δισ. ευρώ (5,5% του ΑΕΠ ΤΟΥ 2016) για να καλυφθούν πιθανές επιπρόσθετες ανάγκες στήριξης των τραπεζών, όμως και αυτό το ποσό ίσως δεν είναι αρκετό. Συνεπώς, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης της ποιότητας του ενεργητικού πριν τη λήξη του προγράμματος θα είναι σημαντική για να προσδιοριστούν οι επιπτώσεις για την βιωσιμότητα του χρέους».
Σε άλλο σημείο της έκθεσης, αναφέρεται ότι για την προστασία της υγείας του τραπεζικού κλάδου και τη διευκόλυνση της ραγδαίας χαλάρωσης των capital controls, οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να λάβουν επιπρόσθετα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της διενέργειας νέων stress test και ανάλυσης της ποιότητας ενεργητικού, για να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες πριν το τέλος του προγράμματος.
Στην περίπτωση που από την άσκηση προκύψουν νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις, θα πρέπει να αξιοποιηθεί το «μαξιλάρι» για τις τράπεζες από το πρόγραμμα του ESM για να διασφαλιστεί η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος έως το τέλος του προγράμματος. Επιπλέον, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ (SSM) θα πρέπει να εξετάζει σε διαρκή βάση τις επιδόσεις των τραπεζών ως προς την επίτευξη των στόχων για τα «κόκκινα» δάνεια και να απαιτεί διορθωτικές κινήσεις αν αυτό κριθεί απαραίτητο, οι οποίες θα περιλαμβάνουν διαγραφές και πωλήσεις δανείων.
Σημειώνεται ότι τον περασμένο Σεπτέμβριο το ΔΝΤ είχε αναφέρει πως οι ελληνικές τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες και δεν θα χρειαστούν νέα κεφάλαια αν καταφέρουν να πετύχουν τους στόχους μείωσης των «κόκκινων» δανείων, βάσει του τριετούς πλάνου που έχουν συμφωνήσει με τον SSM. Τώρα, το ΔΝΤ έρχεται να αμφισβητήσει την αποτελεσματικότητα του σχεδίου, εκτιμώντας ότι θα χρειαστούν πιο επιθετικές ενέργειες και μεγαλύτερη προσπάθεια, δίνοντας έμφαση στις διαγραφές και στις πωλήσεις.
Το ΔΝΤ χαρακτηρίζει «αδύναμους» τους τραπεζικούς ισολογισμούς, καθώς αφενός εμφανίζουν το μεγαλύτερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ευρώπη και αφετέρου, ακόμα και με τις προβλέψεις του SSM, το ποσοστό αυτό θα μειωθεί από 49% σε 42% στο τέλος του 2018. Κατά συνέπεια, το ΔΝΤ καλεί τις εποπτικές αρχές να συμβάλλουν στη διαδικασία μείωσης των NPLs, μέσω της σταδιακής ενίσχυσης του νομικού πλαισίου. Παρ'' όλα αυτά, το ΔΝΤ θεωρεί ότι η εν λόγω στρατηγική υπόκειται σε σημαντικό κίνδυνο, καθώς βασίζεται στην παραδοχή ότι οι τράπεζες θα αναπτυχθούν άσχετα με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν με τα «κόκκινα» δάνεια.
Eκπρόσωπος ΕΚΤ: Έχουν αποφασιστεί οι εποπτικές προτεραιότητές για τις Ελληνικές τράπεζες
«Η τραπεζική εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχει αποφασίσει για τις εποπτικές προτεραιότητές της, σχετικά με τις ελληνικές τράπεζες για τους επόμενους 12 μήνες. Είναι γνωστές και περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, επιτόπιους ελέγχους σε συγκεκριμένους τομείς των διάφορων ελληνικών τραπεζών» τονίζει σε δήλωσή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ εκπρόσωπος της ΕΚΤ.
Ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ κλήθηκε από το ΑΠΕ ΜΠΕ να σχολιάσει τη δήλωση της διευθύντριας του ΔΝΤ, Christine Lagarde, ότι «οι εποπτικές αρχές πρέπει να κάνουν επιπλέον ενέργειες, περιλαμβανομένων επικαιροποιημένων asset quality review και stress test, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες πριν από το τέλος του προγράμματος».
Η δήλωση του εκπροσώπου της ΕΚΤ, έχει ως εξής:
«Η τραπεζική εποπτεία της ΕΚΤ έχει αποφασίσει για τις εποπτικές προτεραιότητές της, σχετικά με τις ελληνικές τράπεζες για τους επόμενους 12 μήνες. Είναι γνωστές και περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, επιτόπιους ελέγχους σε συγκεκριμένους τομείς των διαφόρων ελληνικών τραπεζών. Εάν/όταν γίνει αίτημα για την προσθήκη επιπρόσθετων δραστηριοτήτων, σε αυτό το εποπτικό της πρόγραμμα, η τραπεζική εποπτεία της ΕΚΤ θα πρέπει να αποφασίσει σχετικά».
Διαβάστε ακόμα:
- D. Velculescu: Η Αθήνα δεν θα πετύχει το στόχο για πλεόνασμα 3,5% το 2018
- Kl. Regling: Η Ελλάδα θα ολοκληρώσει επιτυχώς τις μεταρρυθμίσεις
Photo by Samuel Corum/Anadolu Agency/Getty Images/Ideal Image