Ανησυχίες και επιφυλάξεις για την επόμενη ημέρα εκφράζει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο διαπιστώνοντας ότι η κρίση έχει ήδη αφήσει τα σημάδια της στην ελληνική οικονομία, χωρίς μάλιστα να μπορεί να προβλέψει κανείς το βάθος της ύφεσης.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση βασικότερος κίνδυνος για την οικονομία εντός του 2020 αποτελεί η πιθανότητα να επανακάμψει η υγειονομική κρίση με έξαρση του αριθμού των κρουσμάτων και συνέπεια να επιβληθούν διοικητικά νέοι άμεσοι περιορισμοί της οικονομικής δραστηριότητας, είτε ευρεία συρρίκνωσή της από «αυθόρμητες» επιλογές των πολιτών, λόγω της έντασης μιας πιθανώς γενικευμένης ανασφάλειας. Στην περίπτωση η προβλεπόμενη ύφεση θα επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο και τα νέα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης που θα πρέπει να ληφθούν θα επιβαρύνουν περαιτέρω τον κρατικό προϋπολογισμό.
Σε ό,τι αφορά στην αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί για την ανακοπή της ύφεσης, ιδιαίτερα σημαντικό είναι η έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή τους, ιδίως όσον αφορά στις εγγυήσεις ύψους 2 δισ. ευρώ που θα δοθούν μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Παράλληλα οι πιστώσεις που θα κατευθυνθούν προς τα εγγυημένα δάνεια πιθανόν να μην αποτελέσουν νέους πρόσθετους χρηματοδοτικούς πόρους που θα αυξάνουν τη συνολική χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά απλή ανακατεύθυνση υφιστάμενων κεφαλαίων που θα είχαν διατεθεί ούτως ή άλλως στην αγορά από τα πιστωτικά ιδρύματα, αλλά σε άλλους δανειολήπτες.
Στην περίπτωση αυτή είναι πιθανό η κρατική παρέμβαση να αποκτήσει και μια στρεβλωτική διάσταση, στο μέτρο που μπορεί να μετατοπίσει χρηματοδοτήσεις προς λιγότερο αποδοτικά επενδυτικά σχέδια. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιδείνωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών και ενδεχομένως σε δημιουργία μιας νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων, με πιθανές αυξημένες καταπτώσεις και κατ’ ακολουθία πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος.
Ένας επιπλέον κίνδυνος που μπορεί να επιβραδύνει τη μελλοντική ανάκαμψη της οικονομίας αφορά στη μη παροδική μείωση των αμοιβών της εργασίας, και κατά συνέπεια την αδυναμία της ιδιωτικής κατανάλωσης να επανέλθει άμεσα στα προ της κρίσης επίπεδα.
Όσον αφορά στα δημοσιονομικά, όλοι οι στόχοι για το 2020 έχουν ανασταλεί. Ωστόσο, κατά το Δημοσιονομικό Συμβούλιο δεν είναι γνωστό τι θα συμφωνηθεί για τα επόμενα χρόνια με τους ευρωπαίους εταίρους.